Μήνυση σε βάρος των τριών προστατευόμενων μαρτύρων για τα αδικήματα της ψευδούς καταμήνυσης , της ψευδορκίας μάρτυρα και της συκοφαντικής δυσφήμισης κατάθεσε ο πρώην βουλευτής και πρώην πρόεδρος του ΕΟΦ Δημήτρης Λιντζέρης.
Στη μήνυση υποστηρίζει ότι για πρώτη φορά επί των ημερών του στον ΕΟΦ «όλες οι φάσεις, όλες οι διαδικασίες και όλες οι προτεινόμενες τιμές με αναλυτική αιτιολόγηση ανά φάρμακο αναρτώνταν στην ιστοσελίδα του ΕΟΦ» σημειώνοντας ότι ο ίδιος δεν είχε καν την αντικειμενική δυνατότητα να διαμορφώσει ή να επηρεάσει την τιμή των φαρμάκων.
Αναφερόμενος στις καταθέσεις των προστατευόμενων μαρτύρων που τον εμφανίζουν ως ένα από τα πρόσωπα που εμπλέκονται στην υπόθεση Novartis υποστηρίζει ότι αυτές είναι ανυπόστατες «βρίθουν ψευδών και συκοφαντικών ισχυρισμών» και θίγουν την τιμή και την υπόληψη του.
Σε ό,τι αφορά τον ισχυρισμό ενός εκ των προστατευόμενων μαρτύρων ότι «στην αγορά κυκλοφορούσε ότι ο Λιντζέρης λειτουργεί ως ταμίας του Βενιζέλου στα θέματα του υπουργείου Υγείας» ο τέως βουλευτής απαντά :
«Η αλήθεια είναι ότι στη θέση του προέδρου του ΕΟΦ δεν με τοποθέτησε ο Ευάγγελος Βενιζέλος ως αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Προτάθηκα από τον τότε υπουργό Υγείας και τοποθετήθηκα από την αρμόδια Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής. Επί της ουσίας υπήρξα πρόσωπο κοινής αποδοχής από την πλειονότητα των πολιτικών παρατάξεων…Ως εκ περισσού δηλώνω ότι ούτε ταμίας υπήρξα κανενός, ούτε εξυπηρετήσεις έχω προσφέρει, ούτε οποιοδήποτε χρηματικό ποσό έχω λάβει».
Ο κ. Λιντζέρης υποστηρίζει ότι ο λόγος που γίνεται αναφορά στο πρόσωπο του Ευάγγελου Βενιζέλου υποκρύπτει πολιτική σκοπιμότητα και γίνεται με στόχο να δημιουργηθούν επικοινωνιακές εντυπώσεις που σχετίζονται με την πολιτική διαχείριση της υπόθεσης Novartis.
Ο τέως βουλευτής ζητεί την δίωξη των προστατευόμενων μαρτύρων και κάθε άλλου συνυπευθύνου ή συμμέτοχου που ενδεχομένως προκύψει σημειώνοντας ότι «από τις παράνομες πράξεις τους έχω υποστεί μέγιστη ηθική βλάβη , ουσιώδη μείωση και βαρύτατη προσβολή της προσωπικότητας, της τιμής και της υπόληψης μου και τέθηκε σε κίνδυνο το καλό μου όνομα και η επαγγελματική μου φήμη».