Παρέμβαση από τον πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας κ. Ν. Σακελλαρίου, με αφορμή την κόντρα μεταξύ κυβέρνησης και δικαιοσύνης.
Σε δήλωσή του ο κ. Σακελλαρίου υπογραμμίζει ότι με άκριτες ενέργειες και προσβλητικούς για τους λειτουργούς της Δικαιοσύνης υπαινιγμούς περί δήθεν αρνήσεώς τους να εκπληρώσουν βασικές υποχρεώσεις τους, επιχειρείται να κλονισθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών προς τη Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της.
Ο ίδιος τονίζει ότι πρέπει επιτέλους να γίνει αντιληπτό ότι το Σύνταγμά μας καθορίζει με σαφήνεια τον διακριτό ρόλο και τα όρια της δράσεως μιας εκάστης των τριών λειτουργιών της Πολιτείας, τα όργανα των οποίων οφείλουν να περιορίζονται αυστηρά και μόνο στον θεσμικό ρόλο που τους επιφυλάσσει το ίδιο το Σύνταγμα.
Η πλήρης δήλωση του προέδρου του ΣτΕ
Ο φετινός εορτασμός της 43ης επετείου από την πτώση της Δικτατορίας και την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στη χώρα μας σκιάζεται δυστυχώς από τις συνεχιζόμενες, άνευ προηγουμένου, επιθέσεις κατά της Δικαιοσύνης και των λειτουργών της.
Από της θέσεως ταύτης ως Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, αρχαιότερου Δικαστή της χώρας και Προέδρου του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, εκπροσωπώντας το σύνολο της ελληνικής Δικαιοσύνης καταδικάζω με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο τις παντελώς αδικαιολόγητες αυτές επιθέσεις από όπου και αν προέρχονται, επιθέσεις, οι οποίες στρέφονται ευθέως κατά του Κράτους Δικαίου, θεμελιώδης πυλώνας του οποίου είναι η ανεξάρτητη Δικαιοσύνη, στη μείωση του κύρους της οποίας προδήλως αποβλέπουν.
Με άκριτες ενέργειες, λοιδορίες, αδικαιολόγητους και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς αλλά και προσβλητικούς για τους λειτουργούς της Δικαιοσύνης υπαινιγμούς περί δήθεν αρνήσεώς τους να εκπληρώσουν βασικές υποχρεώσεις τους επιχειρείται, κατά συστηματικό πλέον τρόπο, να κλονισθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών προς τη Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της.
Λησμονείται προφανώς ότι η Δύναμις της Δημοκρατίας μας συνίσταται στην αξιοπιστία των θεσμών της, αξιοπιστία, η οποία όμως υπονομεύεται από τέτοιου είδους ατυχείς ενέργειες.
Οι απρόκλητες αυτές επιθέσεις κατά της Δικαιοσύνης και των λειτουργών της επιβάλλεται να παύσουν αμέσως για να μπει ένα τέλος στην απαράδεκτη και στείρα αυτή αντιπαράθεση μεταξύ της Κυβερνήσεως και της Δικαιοσύνης.
Προς τούτο καλώ όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να επιδείξουν τη δέουσα αυτοσυγκράτηση, πριν η ιδιαίτερα σοβαρή αυτή θεσμική κρίση που προκλήθηκε από τις επιθέσεις αυτές και οδήγησε στη θλιβερή αυτή αντιπαράθεση λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, με ανυπολόγιστες συνέπειες για την κοινωνική ειρήνη και συνοχή.
Πρέπει επιτέλους να γίνει αντιληπτό ότι το Σύνταγμά μας καθορίζει με σαφήνεια τον διακριτό ρόλο και τα όρια της δράσεως μιας εκάστης των τριών λειτουργιών της Πολιτείας, τα όργανα των οποίων οφείλουν να περιορίζονται αυστηρά και μόνον στον θεσμικό ρόλο που τους επιφυλάσσει το ίδιο το Σύνταγμα.
Η Δικαιοσύνη σέβεται απολύτως τον θεσμικό ρόλο της νομοθετικής και εκτελεστικής λειτουργίας, απαιτεί όμως και τον ανάλογο σεβασμό του δικού της θεσμικού ρόλου.
Η Δικαιοσύνη απαντά στις ακρότητες μόνον δια της αψόγου επιτελέσεως από τους λειτουργούς της του υπηρεσιακού τους καθήκοντος.
Σύμφωνα με το Σύνταγμά μας, τα Δικαστήρια είναι υποχρεωμένα να μην εφαρμόζουν νόμο, το περιεχόμενο του οποίου είναι αντίθετο προς αυτό, η δε συμμόρφωση στις αποφάσεις της Δικαιοσύνης -οι οποίες εκτελούνται στο όνομα του ελληνικού λαού- είναι υποχρεωτική.
Η Δικαιοσύνη όμως δεν διεκδικεί το αλάθητο των αποφάσεών της και όχι μόνον δεν αποκρούει αλλά αντιθέτως επιδιώκει την καλοπροαίρετη επιστημονική κριτική των αποφάσεών της, η οποία αναμφισβήτητα συμβάλλει στη διαρκή βελτίωσή της.
Η εποχή στην οποία ζούμε σήμερα είναι η εποχή της μεγάλης οικονομικής κρίσεως και των μνημονίων.
Είναι η εποχή της επικρατήσεως του οικονομικού επί του θεσμικού παράγοντος, η οποία έχει οδηγήσει σε πρωτοφανή υποχώρηση του Κράτους Δικαίου και ιδίως του Κοινωνικού Κράτους, σε σημείο μάλιστα που η Δημοκρατία μας να κινδυνεύει πλέον να υποκύψει οριστικά σε ένα στυγνό ολοκληρωτισμό του οικονομισμού.
Η αποτελεσματική όμως αντιμετώπιση της κρίσεως αυτής προϋποθέτει τη συμπαράταξη όλων ανεξαιρέτως των δυνάμεων της δημοκρατικής μας κοινωνίας και την ενίσχυση των βασικών θεσμών του Κράτους που την εκφράζουν.
Αποτελεί επομένως πρωταρχικό καθήκον όλων μας η ενίσχυση των βασικών θεσμών του Κράτους, που στηρίζουν και εκφράζουν το δημοκρατικό μας πολίτευμα και τον πνευματικό και ηθικό μας πολιτισμό.
Το Σύνταγμά μας ορίζει ότι οι δικαστές -στους οποίους επιβάλλει αυστηρή πολιτική ουδετερότητα- κατά την άσκηση των καθηκόντων τους απολαύουν λειτουργικής ανεξαρτησίας, υπόκεινται μόνον στο Σύνταγμα και τους συνάδοντες προς αυτό νόμους και δεν εξαρτώνται ούτε δέχονται οδηγίες από τα όργανα των δύο άλλων εξουσιών.
Συγχρόνως, το Σύνταγμά μας θεσπίζει τις κατάλληλες εγγυήσεις για τη διασφάλιση της προσωπικής ανεξαρτησίας των δικαστών.
Η αξιοπιστία των θεσμών προκύπτει από την αξιοπιστία των προσώπων, τα οποία τους εκφράζουν, η δε ποιότης της δικαιοδοτικής λειτουργίας εξαρτάται από τους συγκεκριμένους φορείς της, τους δικαστές.
Η ανεξάρτητη όμως και αμερόληπτη άσκηση του δικαιοδοτικού έργου δεν εξασφαλίζεται μόνο με την θέσπιση των κατάλληλων εγγυήσεων, αλλά εξαρτάται κυρίως από τον ανθρώπινο παράγοντα, αυτόν που βρίσκεται στην έδρα του Δικαστηρίου, τον δικαστή.
Εξαρτάται δηλαδή από το κατά πόσον αυτός διαθέτει ή όχι ηυξημένο αίσθημα ευθύνης κατά την επιτέλεση του δικαστικού του καθήκοντος.
Ο δικαστής πρέπει να σκέπτεται και να ενεργεί ως τρίτο πρόσωπο, να δρα δηλαδή κατά τρόπο αντικειμενικό και ουδέτερο και να είναι απαλλαγμένος από κάθε είδους επηρεασμό, ακόμη και από εκείνον που προέρχεται από την ατομική του ιδιοσυγκρασία.
Οι δικαστές ούτε αντιπολιτεύονται ούτε όμως και συμπολιτεύονται. Οφείλουν και πρέπει να είναι πολιτικά ουδέτεροι.
Για να είναι όμως σε θέση ο δικαστής να απομονώσει τους παράγοντες αυτούς επηρεασμού του, πρέπει να διαθέτει ήθος και σθένος, δηλαδή την απαιτούμενη ψυχική δύναμη.
Τα χαρακτηριστικά αυτά, τα οποία πρέπει να συγκεντρώνει ο Δικαστής, συνθέτουν την εικόνα του προς τα έξω, θεμελιώνουν το κύρος του και δικαιολογούν την ιδιαίτερη θέση στην οποία τον τοποθετεί το κοινό.
Βλέπετε, όπως και να το κάνουμε, το να είναι κάποιος δικαστής δεν είναι απλή υπόθεση.
Είναι απόφαση ζωής, αφού η ιδιότητα του δικαστή και η αναμενόμενη από αυτόν συμπεριφορά τον ακολουθούν όχι μόνο στην επαγγελματική του ζωή αλλά ακόμη και στην ιδιωτική του ζωή.
Τον ακολουθούν και μετά την υποχρεωτική αποχώρησή του από την υπηρεσία με τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας, το ακριβές χρονικό σημείο της οποίας προσδιορίζεται από το ίδιο το Σύνταγμα με απόλυτη σαφήνεια και κατά τρόπο ανεπίδεκτο αμφισβητήσεως.
Οφείλουμε, τέλος, να προειδοποιήσουμε ότι υπό τις παρούσες αμιγώς μνημονιακές συνθήκες θεωρούμε εξαιρετικά επικίνδυνο κάθε συνταγματικό πειραματισμό, ο οποίος θα οδηγούσε σε έλλειμμα δικαιοσύνης.
Φρονούμε ότι δεν υπάρχει τίποτε πιο τραγικό για τους Έλληνες από το να στερηθούν, δια της εισαγωγής αμφιβόλου λειτουργικότητος θεσμών, της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, η οποία διασφαλίζεται πλήρως από το ισχύον Σύνταγμα και αυτό πρέπει να το συνειδητοποιήσουν όλες οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας.
Το υφιστάμενο συνταγματικό πλαίσιο είναι απολύτως επαρκές για να αντιμετωπισθεί η κρίσις και η αποτελεσματική λειτουργία του εξασφαλίζεται πλήρως από την ανεξάρτητο Δικαιοσύνη, η οποία και το απαιτούμενο σθένος διαθέτει αλλά και τη βούληση να πράξει ό,τι απαιτείται, όπως έχει άλλωστε αποδειχθεί με την πρόσφατη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Με τις σκέψεις αυτές καλώ όλους τους δικαστές, ανεξαρτήτως κλάδου και βαθμού, να συνεχίσουν απερίσπαστοι, αγνοώντας τις επιθέσεις, τις προσβολές και τους πάσης φύσεως επηρεασμούς, να επιτελούν με νηφαλιότητα, σύνεση και αποφασιστικότητα το υπηρεσιακό τους καθήκον, εντείνοντας συνεχώς τις προσπάθειές τους για μία ταχύτερη και πιο ποιοτική απονομή της δικαιοσύνης, έχοντας πάντοτε κατά νουν ότι η Δικαιοσύνη είναι το τελευταίο καταφύγιο για τον αδικούμενο πολίτη.
Μητσοτάκης: Η κυβέρνηση θεωρεί τη δικαιοσύνη θεσμικό εμπόδιο
Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, με αφορμή τα 43 χρόνια από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«43 χρόνια από τη Μεταπολίτευση, οι δημοκρατικοί μας θεσμοί, για πρώτη φορά, υπονομεύονται τόσο απροκάλυπτα.
Ουδέποτε, επίσης, στην ιστορία της Μεταπολίτευσης αμφισβητήθηκε τόσο ανοιχτά το ευρωπαϊκό κεκτημένο της χώρας. Προϋπόθεση ασφάλειας, ευημερίας και εντέλει Δημοκρατίας.
Η διάκριση των εξουσιών, ακρογωνιαίος λίθος του Κράτους Δικαίου, καταστρατηγείται ευθέως από μια κυβέρνηση που επιχειρεί την πλήρη χειραγώγηση και υποταγή της Δικαιοσύνης. Μια κυβέρνηση που θεωρεί τη Δικαιοσύνη θεσμικό εμπόδιο στους σχεδιασμούς της.
Αλλά η Δικαιοσύνη είναι το καταφύγιο των αδύναμων και ο τελικός εγγυητής των ατομικών δικαιωμάτων. Είναι θεματοφύλακας του Συντάγματος και προστάτης απέναντι στις όποιες κυβερνητικές αυθαιρεσίες.
Η ποιότητα της Δημοκρατίας μας εξαρτάται από την αξιοπιστία της Δικαιοσύνης στα μάτια των απλών πολιτών.
Σε όσους απεργάζονται σχέδια που κλονίζουν το δημοκρατικό μας οικοδόμημα, στέλνω ένα ξεκάθαρο μήνυμα: Οι δημοκρατικοί θεσμοί θα σταθούν όρθιοι. Η κοινωνία δεν θα διχαστεί.
Και όλοι όσοι, σήμερα, τιμούν τους αγώνες άλλων γενεών για ελευθερία και Δημοκρατία, ανεξάρτητα από τη σημερινή πολιτική τους ταυτότητα, θα βρεθούν απέναντι σε αυτούς που περιφρονούν το Σύνταγμα και υπονομεύουν τη δημοκρατική ομαλότητα.
Η Νέα Δημοκρατία και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη Μεταπολίτευση και στην ομαλοποίηση της πολιτικής ζωής. Οι επιλογές εκείνης της εποχής μάς προστατεύουν και σήμερα από τον φόβο και την ανασφάλεια. Και παρά τις μεγάλες δυσκολίες των τελευταίων ετών, η πορεία προς το μέλλον δεν μπορεί να ανακοπεί.
Παραμένουμε εγγυητές της δημοκρατικής τάξης και της ευρωπαϊκής προοπτικής της πατρίδας μας».
«Εμφύλιος» στην Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων για την επίθεση σε Μαξίμου
Τα μέλη της μειοψηφίας της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ) εκφράζουν μεταξύ άλλων τη θλίψη τους για το γεγονός ότι η χθεσινή ανακοίνωση της Ένωσης εκδόθηκε ερήμην τους, ενώ σε καμία περίπτωση δεν τη συνυπογράφουν.
Παράλληλα ξεκαθαρίζουν ότι ρόλος του προεδρείου της Ένωσης δεν είναι να γίνεται μέρος του πολιτικού προβλήματος της χώρας, αλλά να υπερασπίζεται το κύρος της Δικαιοσύνης.
Οι δικαστές της μειοψηφίας καταγγέλλουν επίσης το προεδρείο της Ένωσης για ανεπάρκεια, ενώ χαρακτηριστικά αναφέρουν ότι «έχει εκπέσει του σεβασμού όλων».
Αναλυτικά η ανακοίνωση την οποία συνυπογράφουν ο Αρεοπαγίτης Χρήστος Τζανερίκος και οι Χαράλαμπος Μαυρίδης, Ευάγγελος Κασαλιάς, Χρήστος Παπαδήμας και Σταματία Γκαρά-Δημουλέα.
«Με θλίψη παρακολουθούμε, ιδιαίτερα το τελευταίο χρονικό διάστημα, τα όσα γράφει (και δεν πράττει) το δήθεν ενωτικό Προεδρείο της Ένωσής μας, με αποκορύφωμα το δελτίο Tύπου, που εξέδωσε το Γραφείο Τύπου, με ύφος που σε καμία περίπτωση δεν αρμόζει σε Ένωση Δικαστικών Λειτουργών και Εισαγγελέων, το οποίο εκδόθηκε ερήμην μας και, φυσικά, δεν συνυπογράφουμε, με αφορμή το οποίο ξέσπασε έντονη πολιτική αντιπαράθεση. Στο σημείο που έχουν φθάσει τα πράγματα, είμαστε υποχρεωμένοι, με αίσθημα ευθύνης απέναντι, πρωτίστως, στους συναδέλφους, να υπενθυμίσουμε στο Προεδρείο ότι σκοπός του είναι να υπερασπίζεται αποτελεσματικά το κύρος της Δικαιοσύνης και των Λειτουργών της απέναντι σε όποιον προσπαθεί να το τρώσει, εμπεδώνοντας τοn σεβασμό και την εμπιστοσύνη όλων στη Δικαστική Λειτουργία και όχι να γίνεται μέρος του πολιτικού προβλήματος της Χώρας, όπως στην προκειμένη περίπτωση.
Oι ανεπίτρεπτες ευθείες βολές, που δέχθηκε, ως μη όφειλε, τις τελευταίες ημέρες η Δικαιοσύνη από κυβερνητικούς και άλλους γραφικούς πλέον παράγοντες, με αφορμή συγκεκριμένες δικαστικές αποφάσεις και δη ανωτάτων Δικαστηρίων της Χώρας, δεν νομιμοποιούν το Προεδρείο της Ένωσης να υπερβαίνει τον προαναφερόμενο σκοπό του και να θέτει τη Δικαστική Λειτουργία στο μέσο έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης. Έχουμε θέσει πολλές φορές μέχρι σήμερα το Προεδρείο προ των ευθυνών του, πλην όμως η αυταπόδεικτη ανεπάρκειά του δεν του επιτρέπει να αντιληφθεί ότι η Ένωσή μας πρέπει ν' αποτελεί φωνή σύνεσης, σοβαρότητας και σωφροσύνης, με αποφυγή ακραίων και υπερβολικών δηλώσεων (Τουρκία και Πολωνία), όπως εν προκειμένω, με αποτέλεσμα να έχει εκπέσει του σεβασμού όλων.
Καλούμε το Προεδρείο της Ένωσής μας, έστω και τώρα, να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και του σκοπού του, υπερασπιζόμενο, ως έχει καθήκον, στο ακέραιο το κύρος της Δικαιοσύνης και των Λειτουργών της, με πειστικά επιχειρήματα, ευπρέπεια και ήθος, χωρίς να μετέρχεται ύφος και φρασεολογία απάδουσα και κατώτερη του κύρους της και του θεσμού που εκπροσωπεί».