Σε κρίσιμη καμπή βρίσκεται η κυβέρνηση. Λίγες ημέρες μετά τη συμφωνία στο Eurogroup, δείχνει να βρίσκεται αντιμέτωπη με “υπαρξιακά” ερωτήματα και διλήμματα: από την συνέχιση της συγκυβέρνησης με τους ΑΝΕΛ και την συζήτηση που άνοιξε ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας περί “προοδευτικής κυβέρνησης μετά τα μνημόνια”, μέχρι τη διατήρηση (και πώς…) του “αριστερού προσήμου” δεδομένης της υποχρέωσής της να εφαρμόσει τα επώδυνα συμφωνηθέντα.
Το κλίμα στο εσωτερικό της κυβέρνησης κάθε άλλο παρά πανηγυρικό είναι. Οι περισσότεροι υπουργοί λάμπουν δια της απουσιας τους από τα μέσα ενημέρωσης, η “καθημερινότητα” ρίχνει βαριά τη σκιά της και η εντός των τειχών κριτική για το "πού πάμε – με ποιούς πάμε" εντείνεται εν όψει και ...της τρίτης αξιολόγησης.
Προς ώρας, μόνο το μέτωπο της διαφθοράς-διαπλοκής δείχνει να συνεγείρει τα κυβερνητικά πλήθη - παρότι η εμπλοκή του Πάνου Καμμένου στην υπόθεση Noor 1 προκαλεί ερωτηματικά σε κυβερνητικά και κομματικά στελέχη.
Η σιωπή των υπουργών
Από το Μαξίμου δεν πέρασε απαρατήρητη η σιωπή που τηρούν δημοσίως τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου τόσο πριν όσο και μετά τη συμφωνία στο Eurogroup. Το βάρος των καθημερινών παρεμβάσεων για την υπεράσπιση του διαπραγματευτικού αποτελέσματος το σηκώνουν σχεδόν αποκλειστικά ο Δημήτρης Τζανακόπουλος και ο Νίκος Παππάς, ενώ τα υπόλοιπα κυβερνητικά στελέχη είτε τοποθετούνται με το σταγονόμετρο είτε περιορίζονται αυστηρά στα των αρμοδιοτήτων τους είτε “εξαφανίσθηκαν από τα μέσα ενημέρωσης”.
Το κυριότερο: η κρίση που ξέσπασε με τους συμβασιούχους ανέδειξε τις διαφορετικές απαντήσεις στο βασικό ερώτημα "πώς συνεχίζουμε", οι οποίες, εάν δεν συγκλίνουν, θα προκαλέσουν σοβαρό πρόβλημα στο εσωτερικό του σημερινού κυβερνητικού σχήματος.
"Μας απειλεί ο ιός του κυβερνητισμού και της…φιλελεύθερης οπτικής" έλεγε υπουργός λίγο μετά το υπουργικό συμβούλιο της Τρίτης, κατηγορώντας όσους συναδέλφους του χαρακτήρισαν το πρόβλημα "άλυτο και αντέδρασαν στην "τακτοποίηση" των συμβασιούχων στους ΟΤΑ.
Οι πληροφορίες αναφέρουν μάλιστα ότι δύο υπουργοί, στη διάρκεια του υπουργικού συμβουλίου της Τρίτης, προειδοποίησαν με παραίτηση εάν τους ζητηθεί να μην ανανεώσουν συμβάσεις στον δικό τους τομέα προκαλώντας την παράλυσή του.
Οι...κατηγορούμενοι, από την πλευρά τους, επέμειναν στην ανάγκη "να τελειώσει αυτή η ιστορία με τους συμβασιούχους ορισμένου χρόνου που ζητούν μονιμοποίηση", ασκώντας, ταυτόχρονα, κριτική σε κυβερνητικά και κομματικά στελέχη που έδωσαν υποσχέσεις, έστω και θολές, το προηγούμενο διάστημα στους εν λόγω συμβασιούχους.
Υπουργική και κομματική έκρηξη προκάλεσε και ο χειρισμός στο θέμα των προστίμων για τα ανασφάλιστα αυτοκίνητα. “Ένα σωστό μέτρο τίναξε στον αέρα την προσπάθεια καθώς λόγω βιασύνης και επειπολαιότητας εστάλησαν ειδοποιητήρια σε αποβιώσαντες και πρώην κατόχους κλεμμένων οχημάτων. Θα παθαίναμε κάτι εάν στέλναμε τα ειδοποιητήρια μετά από έλεγχο και διασταύρωση στοιχείων;”, το ερώτημα ουκ ολίγων κυβερνητικών στελεχών μετά το υπουργικό συμβούλιο, στο οποίο αποφασίσθηκε η παράταση.
Εν προκειμένω, το “ξέσπασμα” είχε αποδέκτη την Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων: “σαφώς ως Ανεξάρτητη Αρχή κινείται αυτόνομα, ωστόσο μία στοιχειώδης συνεννόηση με το ΥΠΟΙΚ δεν θα έβλαπτε”, η παρατήρηση.
Αναδόμηση, όχι απλώς ανασχηματισμός
Με αφορμή αυτό το θέμα μάλιστα, κυβερνητικά στελέχη αρχίζουν δειλά δειλά να θέτουν θέμα συντονισμού στο υπουργείο Οικονομικών: “οι Τσακαλώτος-Χουλιαράκης απορροφήθηκαν, δικαίως, από τη διαπραγμάτευση και σταδιακά χάνουν την επαφή με τα ‘μικρά’ των καθημερινών εφαρμογών που όμως, όλα μαζί, παράγουν μεγάλα προβλήματα και ακυρώνουν τη συνολική προσπάθεια”, παρατηρεί μέλος του κυβερνητικού επιτελείου.
Ο ίδιος, στο ερώτημα εάν, βάσει των παραπάνω, χρειάζεται ανασχηματισμός μετά το καλοκαίρι απαντά κατηγορηματικά: “χρειάζεται αναδόμηση και νέα εσωτερική συμφωνία στο…τι είμαστε και με ποιούς πάμε”.
Mπορούμε με ΠΑΣΟΚ;
Ειδικά αυτό το τελευταίο ερώτημα το πυροδότησε ο ίδιος ο πρωθυπουργός με τη συνέντευξη που παραχώρησε στην κυριακάτικη εφημερίδα “Νέα Σελίδα”, καθώς τείνει χείρα συνεργασίας στο ΠΑΣΟΚ εάν ξεκαθαρίσει το ίδιο …“τι είναι”.
Κίνηση αναμενόμενη εξαιτίας του παρατεταμένου πολιτικού φλερτ του κ.Τσίπρα με τους Ευρωπαίους Σοσιαλδημοκράτες και της δικής τους “σύστασης” να υπάρξει “προοδευτική σύμπραξη” στη χώρα.
Η οποία έχει ένθερμους οπαδούς εντός κυβέρνησης και ΣΥΡΙΖΑ, αλλά έχει και δηλωμένους εχθρούς: “με τους λαϊκοδεξιούς ΑΝΕΛ συμπράξαμε για να χτυπήσουμε τη διαπλοκή και τη διαφθορά του 40ετούς πολιτικού συστήματος. Το ΠΑΣΟΚ θα δεχόταν αυτή τη στρατηγική επιλογή;”, ρωτά (ρητορικά…) έτερος κυβερνητικός παράγοντας, ο οποίος δεν βλέπει να υπάρχουν οι προϋποθέσεις σύγκλισης με τον ένα εκ των δύο πόλων του παλιού δικομματισμού “που φέρει στις πλάτες του μεγάλα σκάνδαλα και ταυτίσθηκε με την διαπλοκή”.
Αλλά και οι οπαδοί παραδέχονται ότι μία τέτοια εξέλιξη “δεν θεωρείται βέβαιη” και, στην καλύτερη περίπτωση, θα περάσει από σαράντα κύματα για να σημειωθεί – “εάν σημειωθεί”.
Το ρίσκο του Noor 1
Η δημόσια σιωπή των μελών της κυβέρνησης επεκτείνεται και στο καυτό θέμα του Noor 1. Επ’ αυτού, τη στήριξη στον Πάνο Καμμένο για τη συνομιλία που είχε με τον κρατούμενο, έδωσε (απλόχερα) ο ίδιος ο κ.Τσίπρας, τόσο με την αναφορά του στο υπουργικό συμβούλιο όσο και με τις τέσσερις ανακοινώσεις του πρωθυπουργικού Γραφείου Τύπου.
Στο εσωτερικό της κυβέρνησης ωστόσο παραμένουν τα ερωτηματικά για το τυπικό του θέματος (σ.σ. γιατί συνομίλησε με τον κρατούμενο ο υπουργός Άμυνας) και διακρίνεται κάποιο «άγχος» για το ρίσκο που πήρε το Μαξίμου.
«Η υπόθεση βρίσκεται στη δικαιοσύνη. Δεν θα είχαμε κανένα λόγο ως κυβέρνηση να τοποθετηθούμε πολιτικά εάν δεν το είχε πράξει η ΝΔ. Δεν μπορείς να σιωπήσεις όταν η αξιωματική αντιπολίτευση πολιτικοποιεί ένα θέμα που αφορά υπόκοσμο, ναρκωτικά και μυστηριώδεις θανάτους βασικών μαρτύρων», τονίζει κορυφαίος υπουργός, με την επισήμανση ότι η υπόθεση «βρίσκεται ακόμα στην αρχή της» και «θα βγουν πολλά στο επόμενο διάστημα».
Το ενδιαφέρον στρέφεται στην αυριανή συζήτηση επί του θέματος στη Βουλή, με τον κ.Καμμένο να διαμηνύει ότι «θα πει πολλά», ενώ θεωρείται βέβαιο ότι θα δοθεί συνέχεια και στη συζήτηση σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών για την οικονομία την επόμενη Δευτέρα.
Οδηγώντας σε πολιτικό καύσωνα με απροσδιόριστη διάρκεια.