Το 2024 εξελίχθηκε σε χρονιά των ΗΠΑ, καθώς οι εξελίξεις στη συγκεκριμένη χώρα απασχόλησαν έντονα το διεθνές επενδυτικό κοινό, του ελληνικού μη εξαιρουμένου.
Το ράλι των μεγάλων τεχνολογικών ομίλων στο NYSE (Alphabet, Meta, Nvidia, Microsoft, Amazon, Apple, Tesla) «σήκωσε» στις πλάτες του -άμεσα και έμμεσα- τους δείκτες όλων των ανά τον κόσμο χρηματιστηρίων.
Επίσης, οι εκλογές του Νοεμβρίου στις ΗΠΑ προκάλεσαν έντονη αβεβαιότητα στα διεθνή χρηματιστήρια όχι μόνο κατά την περίοδο πριν τη διεξαγωγή τους, αλλά και μετά το άνοιγμα της κάλπης τον Νοέμβριο, λόγω της έλλειψης ορατότητας για τον τρόπο διακυβέρνησης της χώρας από τον Ντόναλντ Τραμπ.
Τέλος, τα κίνητρα που προσφέρονται σε όσες βιομηχανίες επενδύουν στις ΗΠΑ προκάλεσαν τον έντονο προβληματισμό των Ευρωπαίων παραγωγών, οι οποίοι διαπίστωσαν πως η ανταγωνιστικότητά τους υποχωρεί έναντι των Αμερικανών ανταγωνιστών τους.
Γενικότερα, οι Ευρωπαίοι παραγωγοί διαπίστωσαν πως οι ανταγωνιστές τους στις ΗΠΑ δραστηριοποιούνται σε μια οικονομία που όχι μόνο εμφανίζει πολύ υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης, αλλά και που στηρίζει πολύ περισσότερο την τοπική παραγωγή σε σύγκριση με τη Γηραιά Ήπειρο σε μια σειρά από θέματα. Και όλα αυτά, πέρα από τη δαμόκλειο σπάθη του Ντόναλντ Τραμπ, που κάθε τόσο απειλεί με την επιβολή υψηλών δασμών Ευρωπαίους και Κινέζους εξαγωγείς.
Από το ΧΑ στις ΗΠΑ
Από τις ελληνικές εισηγμένες, τη μεγαλύτερη παρουσία στις ΗΠΑ έχει η τσιμεντοβιομηχανία Τιτάν, η οποία όχι μόνο ανεβάζει τις οικονομικές της επιδόσεις στη συγκεκριμένη χώρα, αλλά επιπρόσθετα συνεχίζει με ταχείς ρυθμούς το επενδυτικό της πρόγραμμα. Με την τοπική ζήτηση να είναι αυξανόμενη και με την εγχώρια παραγωγή να μην επαρκεί, η θυγατρική της ελληνικής βιομηχανίας Titan America ετοιμάζεται να εισέλθει μέσα στους επόμενους μήνες στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης. Να σημειωθεί ότι η μετοχή της Τιτάν ξεχώρισε για την απίστευτη απόδοσή της μέσα στο 2024 (από τα 20 ευρώ στις 2 Ιανουαρίου στα 40 ευρώ στις 23 Δεκεμβρίου, ή +88% πέραν του μερίσματος) και αυτό σε σημαντικό βαθμό οφείλεται: α) στην οικονομική πορεία του ομίλου στις ΗΠΑ και β) από τις εκτιμήσεις για το πού θα μπορούσε να φτάσει η αποτίμηση της Titan America στο ταμπλό του NYSE.
Μια ακόμη μετοχή που διέπρεψε στο ΧΑ το 2024 (από τα 7,17 ευρώ στις 2 Ιανουαρίου στα 9,30 ευρώ στις 23 Δεκεμβρίου, ή +30% πέραν του μερίσματος) ήταν η Cenergy, η οποία μάλιστα ολοκλήρωσε μέσα στη χρονιά με επιτυχία και αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου κατά 200 εκατ. ευρώ. Μέρος του αναπτυξιακού αφηγήματος της Cenergy δεν είναι μόνο η σειρά εργασιών που αναλαμβάνει στις ΗΠΑ, αλλά και η απόφασή της να κατασκευάσει μονάδα χερσαίων καλωδίων στη χώρα, όπου η ζήτηση είναι ισχυρή και η τοπική παραγωγή ανεπαρκής. Στελέχη του ελληνικού ομίλου αναφέρθηκαν όχι μόνο στα φορολογικά κίνητρα που συνόδευσαν τη συγκεκριμένη επένδυση, αλλά επίσης στην πολύ μικρότερη γραφειοκρατία και τη στήριξη που έτυχαν από όλους τους φορείς της χώρας.
Από την πλευρά της, η Flexopack δραστηριοποιείται στα εύκαμπτα υλικά συσκευασίας εστιάζοντας κυρίως στον χώρο των τροφίμων, διαθέτοντας μονάδες παραγωγής σε Ελλάδα, Πολωνία και Αυστραλία. Η εισηγμένη εταιρεία (η μετοχή της οποίας από τα 7,90 ευρώ της 2/1/2024 έκλεισε στις 23/12/2024 στα 8,10 ευρώ, έχοντας ενδιάμεσα διανείμει και μέρισμα) ανακοίνωσε φέτος την υπογραφή προσυμφώνου για «την αγορά οικοπεδικής εκτάσεως 80.000 τ.μ. στην Πενσιλβάνια των Ηνωμένων Πολιτείων, με σκοπό τη μελέτη, τον σχεδιασμό και εν συνεχεία την ανάπτυξη και κατασκευή εντός αυτής παραγωγικών/βιομηχανικών εγκαταστάσεων». Όπως ανακοινώθηκε, η σχεδιαζόμενη επένδυση έχει αρχικό χρονικό ορίζοντα υλοποίησης κατ' ελάχιστον τέσσερα έτη και το εκτιμώμενο ύψος της ανέρχεται σε 33 εκατ. δολάρια. Η επένδυση θα χρηματοδοτηθεί τόσο με ίδια κεφάλαια του ομίλου όσο και με τραπεζικό δανεισμό (ο όμιλος είναι σήμερα ουσιαστικά αδάνειστος).
Πολιτική της Flexοpack -που ακολουθήθηκε και στην περίπτωση των ΗΠΑ- είναι αρχικά η δημιουργία μιας τοπικής εμπορικής θυγατρικής εταιρείας σε μια χώρα και στον βαθμό που η συγκεκριμένη αγορά είναι μεγάλη και οι προοπτικές της ευοίωνες, τότε ακολουθεί η κατασκευή τοπικής παραγωγικής μονάδας.