H JP Morgan επικαιροποιεί τα μοντέλα της για την κάλυψη των αναδυόμενων ευρωπαϊκών τραπεζών, αντικατοπτρίζοντας τις αναθεωρήσεις μετά την πρόσφατη περίοδο κερδών και μετακυλίει τις τιμές-στόχους στον Δεκέμβριο του 2026 από τον Δεκέμβριο του 2025. Οι αξιολογήσεις παραμένουν αμετάβλητες.
Οι νέες τιμές-στόχοι είναι για την Alpha Bank (σύσταση overweight) τα 2,5 ευρώ από 2,3 ευρώ πριν, για τη Eurobank (σύσταση overweight) τα 3,2 ευρώ από 2,8 ευρώ πριν, για την Τράπεζα Πειραιώς (σύσταση overweight) τα 6,2 ευρώ από 5,9 ευρώ πριν και, τέλος, για την Εθνική Τράπεζα (σύσταση overweight) τα 9,8 ευρώ από 9,7 ευρώ πριν.
Οι μετοχές της Alpha Βank έχουν υποαποδώσει σε σχέση με τις αντίστοιχες μετοχές του κλάδου λόγω ενός συνδυασμού παραγόντων, όπως το χαμηλότερο προφίλ RοTE, υψηλότερα (αν και συγκλίνοντα) NPEs και χαμηλότερη κάλυψη από προβλέψεις. Επιπλέον, οι μετοχές έχουν δυσκολευτεί να προσφέρουν μια ιδιαίτερη οπτική γωνία σε έναν σχετικά πολυπληθή χώρο (με έμφαση στη Eurobank για διαφοροποίηση, την ΕΤΕ για τον ισχυρό ισολογισμό και υψηλές δυνατότητες απόδοσης κεφαλαίου, και την Πειραιώς για τo turnaround στα θεμελιώδη και τους χαμηλούς πολλαπλασιαστές), καθώς και σε σημαντικές τοποθετήσεις στην ελληνική αγορά.
Όλα αυτά, ωστόσο, με τη χαμηλότερη ευαισθησία της Alpha στα επιτόκια, σε μια περίοδο στροφής του επιτοκιακού κύκλου μπορεί να διαφοροποιήσουν θεματικά τη μετοχή από τους ανταγωνιστές της, ενώ η ισχυρή πορεία προσφέρει σταθερές και σχετικά υποτιμημένες δυνατότητες επιστροφής κεφαλαίου.
Η μερισματική απόδοση του 2025 στο 9,3% με παραδοχή καταβολής 50%, ενώ ο δείκτης είναι στο 17,5% CET1 προσφέρουν πλεονάζον κεφάλαιο ίσο με περίπου το ένα τρίτο της κεφαλαιοποίησης της αγοράς (πάνω από 14% υποτιθέμενο ελάχιστο). Η νέα τιμή-στόχος για τον Δεκέμβριο του 2026 είναι στα €2,50 από €2,30 προηγουμένως. Η νέα τιμή-στόχος βασίζεται στις νέες προβλέψεις για το 2027, ενσωματώνοντας 9,8% κανονικοποιημένο ROTE και η σύσταση είναι υπεραπόδοση.
Για την Εθνική Τράπεζα, ο οίκος αυξάνει τα κέρδη ανά μετοχή για φέτος κατά 4%, αλλά μειώνει τα EPS για το 2025/2026 κατά 6%/9%, αντανακλώντας ένα χαμηλότερο τελικό επιτόκιο της ΕΚΤ στο 1,75% στο τέλος του 2025. Η νέα τιμή-στόχος για τον Δεκέμβριο του 2026 στα €9,80 από €9,70 βασίζεται στις νέες προβλέψεις για το 2027 που ενσωματώνουν 12,4% κανονικοποιημένο δείκτη ROTE, 12,5% κόστος κεφαλαίου και ρυθμό ανάπτυξης 1,5%. Η σύσταση είναι overweight και ο βασικός κίνδυνος για τη σύσταση είναι οι ταχύτερες ή οι περισσότερες μειώσεις των επιτοκίων από την ΕΚΤ, από ό,τι αναμένει.
Για την Τράπεζα Πειραιώς, αυξάνει τα κέρδη για φέτος κατά 14%, αλλά μειώνει για τα έτη 2025/2026 τα EPS κατά 4%/1%, αντανακλώντας ένα χαμηλότερο τελικό επιτόκιο της ΕΚΤ, στο 1,75% στο τέλος του 2025. Ο νέος στόχος τιμής για τον Δεκέμβριο του 2026 είναι στα €6,20 και βασίζεται στις νέες προβλέψεις για το 2027, που ενσωματώνουν 11,4% ROTE, 12,5% κόστος κεφαλαίου και ρυθμό ανάπτυξης 1,5%.
Η Πειραιώς έχει προσφέρει μια αξιοσημείωτη θεμελιώδη στροφή, μειώνοντας τα NPEs κατά πάνω από €20 δισ. από το τέλος του 2020 και παρέχοντας σημαντικές βελτιώσεις στο franchise της, με τα κανονικοποιημένα καθαρά κέρδη να φτάνουν το €1,0 δισ. το 2023, που αντιστοιχεί σε περίπου 17% δείκτη ROTE. Η επιδίωξη της τράπεζας να διατηρήσει την κερδοφορία της στα τρέχοντα επίπεδα είναι φιλόδοξη, λαμβάνοντας υπόψη την πορεία για χαμηλότερα επιτόκια, ωστόσο το σχέδιο είναι ισορροπημένο και συνεκτικό, με τη διοίκηση να έχει ισχυρό ιστορικό υλοποίησης τα τελευταία χρόνια.
Το «κλειδί» για την επενδυτική υπόθεση είναι ο δείκτης CET1 της τράπεζας, ο οποίος πλησίασε πρόσφατα το 15%, συμπεριλαμβανομένου του 35% του δεδουλευμένου μερίσματος για φέτος και αυτό αποτελεί σημαντικό επίπεδο άνεσης, τόσο για τη διοίκηση όσο και για τους επενδυτές, και είναι σημαντικό έναυσμα για να μειωθεί το χάσμα αποτίμησης της Πειραιώς σε σχέση με τις ομοειδείς τράπεζες ΕΤΕ και Eurobank. Ο βασικός κίνδυνος για την τιμή-στόχο που είναι και ο βασικός κίνδυνος για τη σύσταση είναι οι ταχύτερες ή οι περισσότερες μειώσεις των επιτοκίων από την ΕΚΤ από τις εκτιμήσεις της.
Τέλος, για τη Eurobank, oι μετοχές της σημειώνουν άνοδο 39% φέτος, ξεπερνώντας σημαντικά τις αντίστοιχες ελληνικές τράπεζες (Alpha +6%, ΕΤΕ +19%, Πειραιώς +19%) και τον δείκτη των ευρωπαϊκών τραπεζών (SX7P +25%). Αυτό αντανακλά την ισχυρή βασική δυναμική των κερδών και την πρόσφατη ενοποίηση της Ελληνικής Τράπεζας, την οποία ο οίκος έχει επισημάνει ως βασικό καταλύτη.
Από την πρώτη ενοποίηση το γ’ τρίμηνο, η ιστορία έχει προχωρήσει ταχύτερα από ό,τι αναμενόταν, με τον όμιλο να υπογράφει πρόσφατα συμφωνίες για την αύξηση της συμμετοχή τους στο 93,5% από 55,6%. Η διοίκηση υποδεικνύει μια κίνηση προς το 100% της ιδιοκτησίας μέχρι τα μέσα του 2025. Αυτό θα πρέπει να μειώσει τον αντίκτυπο των μειοψηφιών στα αποτελέσματα και να ανοίξει τον δρόμο για την άντληση συνεργιών, προσθέτοντας τελικά 2% στον κανονικοποιημένο δείκτη ROTE και αυξάνοντας την καθοδήγηση σε περίπου 15% από περίπου 13%.
Αναφορικά με τα κέρδη ανά μετοχή, η JPM τα αναθεωρεί κατά +5%/-2%/+7% για τα 2024/2025/2026, αντανακλώντας το χαμηλότερο τελικό επιτόκιο της ΕΚΤ στο 1,75% στο 2025, που αντισταθμίζεται από την υψηλότερη συνεισφορά της Ελληνικής Τράπεζας. Ο νέος στόχος τιμής για τον Δεκέμβριο του 2026 είναι τα 3,20 ευρώ.