Η JP Morgan προχωρά σε αναβάθμιση για την Ελλάδα από ουδέτερη σύσταση σε σύσταση υπεραπόδοσης (overweight), βάσει της καλύτερης από την Ευρωζώνη ανάπτυξης του ΑΕΠ και τους πρόσφατα εξυγιασμένους ισολογισμούς των τραπεζών, που μετατρέπονται σε αυξανόμενα κεφάλαια και αποδόσεις για τους μετόχους.
«Υποθέτοντας ότι το consensus του Bloomberg είναι σωστό, το 2025 θα είναι το τέταρτο έτος συνεχόμενης χρονιάς αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ κατά 2% στην Ελλάδα. Δεδομένου ότι η Ελλάδα έχει έρθει μετά την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση, είμαστε έκπληκτοι. Στην Ελλάδα, το 2025, το ΑΕΠ θα πρέπει να είναι πάνω από 20% υψηλότερο από το χαμηλό του 2020 σε πραγματικούς όρους.
Οι αποδόσεις των ελληνικών 10ετών είναι τώρα 40 μ.β. χαμηλότερα της Ιταλίας και νωρίτερα φέτος διαπραγματεύτηκαν χαμηλότερα και από τα γαλλικά ομόλογα.
Οι αποτιμήσεις των τραπεζών φαίνονται φθηνές σε σχέση με τους μέσους όρους του Eurostoxx, παρά τις πρόσφατες αναβαθμίσεις στα αποτελέσματα του γ’ τριμήνου για την επιστροφή κεφαλαίου των τραπεζών και την περαιτέρω πρόοδο στο θέμα της DTC.
Ακόμη και οι μη τραπεζικές μετοχές παρουσιάζουν σημάδια αναζωογόνησης, με τη ΔΕΗ να ανεβάζει τον μακροπρόθεσμο στόχο σε επίπεδο άνω του ευρωπαϊκού μέσου όρου του κλάδου, με μέση ετήσια αύξηση για τα έτη 2024-2027 στα EBITDA του ομίλου +14% (έναντι +9%/+10% BBG cons./JPMe) και +32% στα καθαρά κέρδη.
Βασικός κίνδυνος για την επενδυτική θέση για την Ελλάδα είναι η ενδεχόμενη αδυναμία του ευρώ και ένα ξεπούλημα των ευρωπαϊκών τραπεζών», εξηγεί ο οίκος.
Στην έκθεση της για τις προοπτικές των αγορών της περιοχής Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπη, Μέσης Ανατολής και Αφρικής (CEEMEA) το επόμενο έτος, προβλέπει άνοδο της τάξης του 17% στον δείκτη MSCI Greece στο βασικό της σενάριο και άνοδο στο 39% στο θετικό της σενάριο σε όρους δολαρίου. Οι θεσμικοί επενδυτές δεν διατηρούν υψηλές θέσεις στην Ελλάδα ή σε άλλες αγορές της περιοχής της CEEMEA. Μάλιστα, σημειώνει ότι οι τοποθετήσεις είναι μέτριες σε αυτές τις αγορές και ειδικά στην Ελλάδα, ενώ οι επενδυτές που κοιτούν μόνο την Ευρωζώνη έχουν ελάχιστες θέσεις στις ελληνικές μετοχές και βλέπει περιθώρια σημαντικής ανόδου.
«Μας αρέσει η μακροοικονομική σταθερότητα της Ελλάδας συν τις πολύ υψηλότερες μελλοντικές μερισματικές αποδόσεις από τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές τράπεζες. Η Τράπεζα Πειραιώς είναι η φθηνότερη από τις τέσσερις μεγάλες εισηγμένες ελληνικές τράπεζες και στη δική μας top 10 λίστα με τις μετοχές που προτιμάμε.
Στη στρατηγική CEEMEA, στηριχθήκαμε στα μερίσματα για τους δύσκολους καιρούς. Δεν μπορούμε να αντισταθούμε στο να είμαστε Overweight στην καλύτερη μερισματική απόδοση στην CEEMEA, ειδικά όταν οι μακροοικονομικές αμφιβολίες υποχώρησαν πριν από αρκετά χρόνια. Τίποτα δεν συγκρίνεται με τη συνολική απόδοση της επένδυσης σε δύσκολους καιρούς, όσο ένα μέρισμα.
Η σκέψη για τις αποτιμήσεις των ελληνικών τραπεζών ήταν πάντα ότι τα κέρδη σημαίνουν ελάχιστα, δεδομένων των αδύναμων ισολογισμών και των μηδενικών μερισμάτων. Οι αναλυτές γίνονται όλο και πιο σίγουροι για τα μερίσματα και οι εταιρείες αυξάνουν τις κατευθυντήριες γραμμές για τους δείκτες διανομής.
Κάθε μία από τις μεγάλες ελληνικές τέσσερις τράπεζες αναμένεται να διανείμει ένα ελάχιστο μέρισμα 8% βάσει των προβλέψεων μας για το 2025 και αυτό είναι πριν αλλάξουμε τους αριθμούς μετά το καλύτερο τρίτο τρίμηνο στις περισσότερες από τις τράπεζες», καταλήγει ο οίκος.