Στο επίκεντρο των συζητήσεων μεταξύ των παραγόντων της επενδυτικής κοινότητας βρίσκεται το αν και πότε η κυβέρνηση θα ψηφίσει μέτρα στήριξης για την ελληνική κεφαλαιαγορά, τα οποία έχει εξαγγείλει κατά το παρελθόν.
Για παράδειγμα, από τη ΔΕΘ του 2022 -πριν από σχεδόν 1,5 έτος- ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είχε εξαγγείλει τη κυβερνητική πρόθεση για μηδενισμό του φόρου επί των τόκων των εταιρικών ομολόγων, ο οποίος ανέρχεται σε 15%. Σε επόμενη φάση αναφέρθηκε από κυβερνητικούς κύκλους πως αυτό θα ίσχυε από την 1η Ιανουαρίου του 2024, πλην όμως οι επενδυτές βρίσκονται ακόμη στο… περίμενε.
Για την ακρίβεια, ο φόρος του 15% επί των τόκων των εταιρικών ομολόγων επιβάλλεται σήμερα μόνο στους Έλληνες επενδυτές, καθώς οι ξένοι τον αποφεύγουν. Επίσης, η ύπαρξη του συγκεκριμένου φόρου αποτελεί αντικίνητρο για την προσέλκυση επενδυτών από το εξωτερικό στο συγκεκριμένο προϊόν, καθώς οι ξένες χρηματιστηριακές θα πρέπει κάθε φορά να διερευνούν για το αν ένας πελάτης τους είναι Έλληνας ή όχι, προκειμένου να εξετάσουν το αν θα πρέπει να του παρακρατήσουν το φόρο.
Αυτή η επιπλέον γραφειοκρατική διαδικασία αποτρέπει τους ξένους από να τοποθετούν πελάτες τους σε ελληνικά εταιρικά ομόλογα (ένας αρνητικός παράγοντας που προστίθεται στο ήδη μικρό μέγεθος της αγοράς), ενώ αντίθετα λαμβάνουν θέσεις στα κρατικά ομόλογα της χώρας που είναι αφορολόγητα.
Επιπλέον, η κατάργηση του συγκεκριμένου φόρου, θα έδινε ένα ακόμη σημαντικό κίνητρο τόσο στις ελληνικές επιχειρήσεις να μειώσουν το κόστος χρηματοδότησής τους (άρα και να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητά τους) όσο και στους επενδυτές (ιδιώτες, αλλά και θεσμικούς όπως ασφαλιστικές εταιρείες, συνταξιοδοτικά ταμεία, ταμεία επαγγελματικής ασφάλισης κ.λπ.) προκειμένου να αποκτήσουν ένα επιπλέον εργαλείο τοποθέτησης των χρημάτων τους με απόδοση υψηλότερη από τις τραπεζικές καταθέσεις.
Σήμερα στο Χρηματιστήριο της Αθήνας τελούν υπό διαπραγμάτευση 23 εταιρικά ομόλογα, μέσω των οποίων έχουν αντληθεί γύρω στα 4,5 δισ. ευρώ και τα οποία προσφέρουν μια μέση ετήσια απόδοση (yield) της τάξεως του 4,6%, που είναι σαφώς υψηλότερη από το 3,4% των δεκαετών κρατικών χρεογράφων, καθώς και από τα επιτόκια των προθεσμιακών τραπεζικών καταθέσεων.
Πέρα όμως από την κατάργηση του φόρου επί των τόκων των ομολόγων, η επενδυτική αγορά αναμένει φέτος και άλλες ευνοϊκές ρυθμίσεις όπως για παράδειγμα την εγγραφή υπεραποσβέσεων στα έξοδα εισαγωγής μιας εταιρείας στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, καθώς και την πριμοδότηση -όπως συμβαίνει με τους angel investors- για όσες startup εταιρείες αποφασίζουν να εισαχθούν στην Εναλλακτική Αγορά του ΧΑ.
Κύκλοι της αγοράς, αποδίδουν τις κυβερνητικές καθυστερήσεις σε παράγοντες όπως το βαρύ νομοθετικό έργο που βρίσκεται σε εξέλιξη, τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2023 που πήγαν πίσω τα πράγματα, στην «παραδοσιακή» ελληνική αδράνεια, κ.λπ.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, οι ίδιοι κύκλοι υποστηρίζουν πως το τρέχον επενδυτικό κλίμα είναι θερμό, ότι το πρόσφατο road show στη Νέα Υόρκη πήγε εξαιρετικά και πως υπάρχει πολύ σημαντικό ενδιαφέρον από την πλευρά εγχώριων επιχειρήσεων προκειμένου να εισαχθούν φέτος στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, τόσο στην Κύρια, όσο και στην Εναλλακτική Αγορά.