Μετεκλογικό... τεστ κοπώσεως στο Χρηματιστήριο

Το ράλι που ακολούθησε τις προηγούμενες εκλογές και πώς διαμορφώνονται τώρα τα δεδομένα. Τα βραχυπρόθεσμα εμπόδια στο Χρηματιστήριο, οι προοπτικές και η «μεγάλη εικόνα».

Μετεκλογικό... τεστ κοπώσεως στο Χρηματιστήριο

Mε το σενάριο του μακροχρόνιου ενάρετου κύκλου στην ελληνική οικονομία να έχει γίνει πιστευτό από την πλειονότητα των αναλυτών και των επενδυτών και με το διαφαινόμενο σχηματισμό ισχυρής κυβέρνησης, το Χρηματιστήριο της Αθήνας ξεκινά τη μετεκλογική του περίοδο έχοντας κερδίσει γύρω στο 35% από την αρχή του έτους.

Αν και οι περισσότεροι πιστεύουν ότι μεσομακροπρόθεσμα οι τιμές των μετοχών θα βρίσκονται σε ψηλότερα επίπεδα από τα τρέχοντα, κανείς δεν θα εκπλαγεί από μια ενδιάμεση σταθεροποίηση ή και διόρθωση, καθώς υπάρχει πάντοτε η πρόκληση για «κλείδωμα» κερδών, ενώ παράλληλα οι προκλήσεις και οι αβεβαιότητες δεν έχουν εκλείψει.

Όπως δείχνουν τα πράγματα, το Χρηματιστήριο της Αθήνας θα υποβληθεί μετεκλογικά σε ένα «τεστ κοπώσεως», με τους αναλυτές να θεωρούν ότι πολύ μεγάλη σημασία στις επενδυτικές αποδόσεις θα έχει η σωστή επιλογή τίτλων. «Συνεχίζουμε να ζούμε στην εποχή του stock picking», υποστηρίζουν.

Η εικόνα στην αγορά

Α ν κάποιος με δύο μόνο λέξεις θα έπρεπε να περιγράψει την κλίμα που επικρατεί στην οικονομία και στο χρηματιστήριο θα έλεγε «αισιοδοξία» και «κινητικότητα».

Με την αγορά να έχει πειστεί (καλώς ή κακώς, θα φανεί στις κάλπες της Κυριακής 25 Ιουνίου) ότι από τις επικείμενες εκλογές θα προκύψει ισχυρή αυτοδύναμη κυβέρνηση, που δηλώνει πρόθυμη να στηρίξει την επιχειρηματικότητα, έρχεται μια σειρά στοιχείων για να στηρίξει το θετικό αφήγημα:

  • Το ανεκτέλεστο υπόλοιπο έργων μόνο των πέντε μεγαλύτερων κατασκευαστικών ομίλων έχει σκαρφαλώσει στα 11 δισ. ευρώ, ποσό υπερδιπλάσιο από αυτό του έτους 2004 των Ολυμπιακών Αγώνων. Από την υλοποίηση των συγκεκριμένων έργων (και των τόσων άλλων που δρομολογούνται) αναμένεται να ωφεληθούν και όλοι οι υπόλοιποι κλάδοι που εμπλέκονται με τις επενδύσεις (π.χ. μεταλλουργικές επιχειρήσεις, τσιμεντοβιομηχανίες, επιχειρήσεις ξυλείας).
  • Οι εταιρείες πληροφορικής είναι ήδη γεμάτες από έργα για την επόμενη τριετία και το άγχος τους τώρα είναι το πώς θα καταφέρουν να τα εκτελέσουν άρτια, έγκαιρα και χωρίς να ξεφύγει το κόστος τους.
  • Τόσο τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης όσο και εμβληματικά projects, όπως αυτό του Ελληνικού, μόλις τώρα ξεκινούν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους στους τζίρους των επιχειρήσεων.
  • Η Ελλάδα θα αποτελεί σύντομα μια «κανονική» χώρα της Ευρωζώνης, που θα διαθέτει επενδυτική βαθμίδα και μάλιστα ήδη δανείζεται χαμηλότερα από την Ιταλία. Σύμφωνα μάλιστα με τις εκτιμήσεις του CEO της ΕΧΑΕ Γιάννου Κοντόπουλου, γύρω στο 60%-70% των κεφαλαίων που θα μπορούσαν να προσελκυσθούν στο Χ.Α. αν αυτό επανερχόταν στις αναπτυγμένες διεθνείς κεφαλαιαγορές, μπορεί να έρθει λίγο μετά τη λήψη της επενδυτικής βαθμίδας.
  • Μέσα από ένα οικονομικό μοντέλο που θα βασίσει την ανάπτυξή του στις επενδύσεις και στις εξαγωγές, η Ελλάδα όχι μόνο προβλέπεται βάσιμα ότι θα αυξήσει το ΑΕΠ της κατά τα επόμενα χρόνια, αλλά επιπλέον θα αποκτήσει και υποδομές ευρωπαϊκής χώρας (με ό,τι αυτό σημαίνει για την ανταγωνιστικότητά της) σε κρίσιμους τομείς της οικονομίας όπως οι οδικοί άξονες, τα λιμάνια, τα αεροδρόμια, τα ναυπηγεία, η ψηφιοποίηση του κράτους και των επιχειρήσεων, οι τηλεπικοινωνίες, η πράσινη ενεργειακή μετάβαση (ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, διασυνδέσεις νησιών με την ηπειρωτική χώρα κ.λπ.) και οι τουριστικές εγκαταστάσεις.

Σ’ αυτό το περιβάλλον, οι περισσότερες επιχειρήσεις αναζητούν στρατηγικές μέσα από τις οποίες θα καρπωθούν το κομμάτι της νέας πίτας που τους αναλογεί: λανσάρισμα νέων προϊόντων, είσοδος σε νέες αγορές, έμφαση στο μέτωπο του ESG και φυσικά έντονο ενδιαφέρον στο κομμάτι των συγχωνεύσεων και των εξαγορών. Παράλληλα, ξένοι επενδυτές αγοράζουν ακίνητα και διεθνείς όμιλοι εξετάζουν τρόπους επένδυσης στην Ελλάδα, συνήθως σε συνεργασία με εγχώριους επιχειρηματίες.

Όλοι αναμένουν ότι μέσα στην επόμενη τετραετία θα δούμε πολλές νέες δουλειές να βγαίνουν στο προσκήνιο, δουλειές στις οποίες να ανταποκριθούν μόνο εκείνες οι εταιρείες που είτε διαθέτουν μεγάλο μέγεθος και ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια, είτε είναι εξειδικευμένες κατέχοντας ισχυρή τεχνογνωσία σε συγκεκριμένα μέτωπα.

Είναι προφανές ότι θα δούμε συγκέντρωση της αγοράς σε «λιγότερα χέρια», με άλλους ομίλους να κυριαρχούν και αρκετούς επιχειρηματίες να πουλάνε τις εταιρείες προτιμώντας την ασφάλεια και τις παχυλές τραπεζικές καταθέσεις.

Τεστ κοπώσεως

Τι θα μπορούσε, όμως, να χαλάσει το χρηματιστηριακό πάρτι που διαρκεί εδώ και μήνες μετά τις εκλογές;

Χαρακτηριστικά είναι τα όσα δηλώνει γνωστός αναλυτής: «Οι περισσότεροι φαίνεται να έχουν πειστεί από το αφήγημα ενός μακροπρόθεσμου ενάρετου κύκλου για την ελληνική οικονομία και έμμεσα για το χρηματιστήριο. Μιλάμε για έναν ενάρετο κύκλο που βρίσκεται στην αρχή του. Οι περισσότεροι αναλυτές πιστεύουν λοιπόν ότι μετά από δύο ή τρία χρόνια το ελληνικό ΑΕΠ θα υπεραποδίδει έναντι του μέσου όρου της Ευρωζώνης και πως οι τιμές των μετοχών στο Χρηματιστήριο της Αθήνας θα βρίσκονται αρκετά ψηλότερα σε σχέση με τα τρέχοντα επίπεδά τους. Από την άλλη πλευρά, όμως, κανείς δεν θα εκπλαγεί αν δούμε μια ολιγόμηνη σταθεροποίηση ή και περιορισμένη υποχώρηση των τιμών στο ταμπλό».

Προς την ίδια κατεύθυνση άλλωστε κινήθηκε και η έκθεση της Deutsche Bank, η οποία θεωρεί πως είναι ώρα να πάρουν κάποιες ανάσες οι ελληνικές τράπεζες, μετά το ράλι που έχει προηγηθεί.

Αφενός, οι χρηματιστηριακές υπεραξίες του τελευταίου δωδεκαμήνου είναι πολύ υψηλές και οι επενδυτές προκαλούνται να «κλειδώσουν» μέρος των κερδών τους, χωρίς φυσικά να επιθυμούν να φύγουν εντελώς από την αγορά. Και αφετέρου, όσο και αν η ελληνική οικονομία υπεραποδίδει έναντι των ευρωπαϊκών, δεν σημαίνει ότι οι διεθνείς κίνδυνοι και οι προκλήσεις έχουν παρέλθει. Έτσι, πέρα από την αβεβαιότητα σχετικά με τις ενεργειακές τιμές και τον πόλεμο στη Ρωσία, είναι ορατή διά γυμνού οφθαλμού η κόπωση στις οικονομίες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης, με ό,τι αυτό μπορεί να σημάνει για τις ελληνικές εξαγωγές και τον τουρισμό κατά τους επόμενους μήνες (το πρώτο τετράμηνο ξεκίνησε ανοδικά σε σχέση με το 2019, ωστόσο στη συνέχεια παρατηρούνται δείγματα επιβράδυνσης). Και πέραν αυτών, οι τιμές των μετοχών διαπραγματεύονται πλέον σε σαφώς υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με αυτά των αρχών του έτους.

Με άλλα λόγια, πολλοί από τους επενδυτές που πέρυσι φοβούνταν ακόμη και τη σκιά τους και πουλούσαν μετοχές ισχυρών εταιρειών με μονοψήφιους δείκτες P/E, φέτος τα… βλέπουν όλα ρόδινα και αυτό όταν οι αποτιμήσεις των εισηγμένων έχουν σε πολλές περιπτώσεις ανεβεί κατά 30%, κατά 50% ή και κατά 100%!

Εμμονή στο... stock picking

Σύμφωνα με τους περισσότερους αναλυτές, μια πιθανή διόρθωση στο Χ.Α. μετά την έντονη και πολύμηνη άνοδο στο ταμπλό δεν θα εκπλήξει κανέναν, ωστόσο θεωρούν:

  1. Το να προσδοκούν κάποια υποχώρηση τιμών στο ταμπλό προκειμένου να «ψωνίσουν χαμηλότερα» αποτελεί μια αβέβαιη τακτική, συμπληρώνοντας πως κάτι τέτοιο προσδοκούσαν να κάνουν κάποιοι πριν από μήνες σε μετοχές όπως ο Mytilineos και η Cenergy. Τελικά, έμειναν έξω από το πάρτι.
  2. Από τη στιγμή που προχωρήσει κάποιος σε σωστές μετοχικές τοποθετήσεις, δηλαδή σε ομίλους που έχουν τις προϋποθέσεις να πάνε πολύ καλύτερα κατά την επόμενη πενταετία, στο τέλος της ημέρας θα βγουν σαφώς ωφελημένοι, ανεξάρτητα από ενδιάμεσες διορθώσεις που ενδέχεται να συμβούν.

Χαρακτηριστικά είναι τα όσα δηλώνει γνωστός αναλυτής: «Εδώ και τουλάχιστον 10 χρόνια ζούμε στην εποχή του stock picking. Έχει πολύ μεγάλη σημασία να ξέρει σε ποιες μετοχές τοποθετείται κάποιος, ανεξαρτήτως κεφαλαιοποίησης και μεγέθους. Πιστεύω ότι στο μέλλον θα επαναληφθεί αυτό που έχουμε δει κατά τα τελευταία χρόνια, ή ακόμη και κατά τους τελευταίους 6-12 μήνες. Οι αποδόσεις από κλάδο σε κλάδο, ή μεταξύ εταιρειών του ίδιου κλάδου μπορεί να είναι έντονα διαφοροποιημένες».

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v