Ο πρώτος μήνας του έτους είναι σημαντικός για την πορεία των αγορών, ενώ υπάρχει ένα παλιό ρητό στη Wall Street που λέει ότι «όπως πάει ο Ιανουάριος, έτσι πάει και όλη η χρονιά». Με άλλα λόγια, ό,τι συμβαίνει στις χρηματοπιστωτικές αγορές τις πρώτες εβδομάδες του έτους, τείνει να δίνει τον τόνο για το υπόλοιπο του έτους.
Ο Ιανουάριος στο ΧΑ ήταν εξαιρετικός, με κέρδη +10% για τον Γενικό Δείκτη, ενώ σημαντικός αριθμός μετοχών σημείωσαν και υψηλότερες επιδόσεις από τον βασικό χρηματιστηριακό δείκτη. Οι δύο τράπεζες που υστέρησαν το 2022, η Alpha Bank και η Τράπεζα Πειραιώς, ξεπέρασαν την υψηλότατη επίδοση του ΓΔ του ΧΑ κατά δυόμισι και τρεις φορές, αντίστοιχα, με αποδόσεις +24% και +31%.
Σε επίσης υψηλό τέμπο, η Aegean Airlines, η Τιτάν και η Ελλάκτωρ σημείωσαν διπλάσιες επιδόσεις από την εγχώρια αγορά. Την ίδια στιγμή, Σαράντης, Eurobank, Mytilineos, Viohalco και Εθνική Τράπεζα, με κέρδη από 16% έως 19%, συμπλήρωσαν την πρώτη δεκάδα σε αποδόσεις από την υψηλή κεφαλαιοποίηση.
Από τους αρνητικούς πρωταγωνιστές της υψηλής κεφαλαιοποίησης είναι οι δύο μεγαλύτερες μετοχές σε κεφαλαιοποίηση, η Coca Cola HBC με -2% και ο ΟΤΕ με -1%, οι οποίες παραμένουν εκτός «συγχρονισμού» με την υπόλοιπη αγορά. Από τα χαμηλά του ΓΔ και της αγοράς, ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η απόδοση του ΟΤΕ από τις 30/9 πέρυσι είναι -5% και του Γενικού Δείκτη προσεγγίζει το +30%. Για το ίδιο διάστημα, η επίδοση της Coca Cola HBC υπολείπεται σημαντικά του ΓΔ, αλλά τουλάχιστον είναι σε θετικό επίπεδο της τάξεως του 5%.
Ποια περιουσιακά στοιχεία σημείωσαν κέρδη τον Ιανουάριο
Τον τόνο για τις θετικές αποδόσεις του Ιανουαρίου τον έδωσε ο δείκτης S&P 500 στην αμερικανική αγορά μετοχών, που με 6,18% κατάφερε να αντιστρέψει το κακό κλίμα του Δεκεμβρίου. Σε πιο «ρηχά» νερά κινήθηκε ο δείκτης-βαρόμετρο των blue chips Dow Jones 30 με απόδοση μόλις 2,8%, ενώ ο δείκτης με την υψηλότερη μεταβλητότητα Nasdaq Composite με τις εταιρείες τεχνολογίας υπεραπέδωσε με 11% σχεδόν. Ακόμα μια φορά, οι επενδυτές έτρεξαν να προεξοφλήσουν το τέλος της αυστηρής ρητορικής από την πλευρά της Fed, ωστόσο σημαντικοί διαχειριστές κεφαλαίων δεν συμμερίζονται αυτή την αισιοδοξία και παραμένουν εκτός αγοράς με μικρότερες θέσεις στις μετοχές.
Εξίσου σημαντικές ήταν οι επιδόσεις και στις ευρωπαϊκές αγορές, με τον Euro Stoxx 50, τον δείκτη των ευρωπαϊκών blue chips, να υπεραποδίδει με +10% περίπου και τον δείκτη Stoxx 600 να κινείται ανοδικά με +6%. Ιταλία, Ιρλανδία και Ελλάδα ήταν οι ξεκάθαροι νικητές του πρώτου μήνα του έτους, με τον δείκτη FTSE MIB 30 να κερδίζει την άτυπη πρωτιά με +12,2%.
Από τις εναλλακτικές επενδύσεις, το Bitcoin με +39% επέστρεψε δυναμικά σε αρκετά υψηλότερα επίπεδα από το ψυχολογικό όριο των 20.000 δολαρίων από τις 16.500 δολάρια περίπου που έκλεισε την περυσινή χρονιά. Το έτερο κρυπτονόμισμα με σημαντική επίδραση στην αγορά των cryptos, το Ethereum, ακολούθησε με +32%.
Συνολικά οι αγορές των εμπορευμάτων δεν κινήθηκαν σε θετικό έδαφος αλλά ο χρυσός με +5% πήρε πίσω μέρος των περυσινών απωλειών του. Τέλος, τα βασικά μέταλλα όπως ο χαλκός και το αλουμίνιο σημείωσαν επίσης σημαντική άνοδο με 8% και 7%, αντίστοιχα.
Από τα νομίσματα, το ευρώ αλλά κυρίως η βρετανική λίρα και το αυστραλιανό δολάριο κέρδισαν έναντι του δολαρίου από 2% έως 4,5%, επίπεδο μεταβολής που είναι αρκετά υψηλό για τις αγορές των συναλλαγματικών ισοτιμιών.
Ποια περιουσιακά στοιχεία κατέγραψαν πτώση τον Ιανουάριο
Από τις μετοχικές αγορές, η αγορά της Τουρκίας κατέγραψε την υψηλότερη πτώση με σχεδόν 10%, απόρροια της πολιτικής αβεβαιότητας μέχρι τις εκλογές στις 14 Μαΐου και του υψηλού πληθωρισμού που δεν φαίνεται να μπορεί να τιθασευτεί. Από την Ευρώπη, οι Σκανδιναβικές αγορές Κοπεγχάγη, Ελσίνκι, Όσλο υποαπέδωσαν σε σχέση με τις παγκόσμιες αγορές μετοχών. Το φυσικό αέριο σημείωσε σημαντική πτώση τον προηγούμενο μήνα, με την τιμή να μειώνεται 25%, ενώ το πετρέλαιο τύπου WTI 12% και τύπου Brent 9%.
Οι μεγάλοι χαμένοι του πρώτου μήνα του έτους ήταν οι αγορές των ναύλων των θαλάσσιων μεταφορών των κυριότερων πρώτων υλών. Ο δείκτης Baltic Dry Index (BDI) υποχώρησε την προηγούμενη Τετάρτη με τη χειρότερη ημερήσια πτώση των τελευταίων σχεδόν 40 ετών. Ο δείκτης BDI, ο οποίος χρησιμεύει ως βαρόμετρο της αγοράς για τη ναυτιλία χύδην ξηρού φορτίου, κατέρρευσε κυριολεκτικά κατά 55% ενώ ο δείκτης που αφορά τα πλοία Capesize κατά 75%.