Λίγο πριν την εκπνοή του τρέχοντος έτους, φαίνεται να δημιουργείται ένα περιβάλλον σταδιακής επιστροφής του ενδιαφέροντος των επενδυτών στα επιτοκιακά προϊόντα, τάση που κάτω από προϋποθέσεις θα μπορούσε να συνεχιστεί και το 2023.
Αυτό εκτιμούν παράγοντες της αγοράς, θεωρώντας πως μετά από μια πολύ κακή φετινή χρονιά για επενδυτικές επιλογές όπως οι τραπεζικές καταθέσεις, τα ομόλογα και τα αμοιβαία κεφάλαια της συγκεκριμένης κατηγορίας, τα πράγματα θα μπορούσαν ίσως να εξελιχθούν αρκετά διαφορετικά το 2023.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τις καταθέσεις, το τελευταίο χρονικό διάστημα ακούμε για τις κυβερνητικές πιέσεις προς τις τράπεζες, με στόχο την άνοδο των επιτοκίων που προσφέρουν οι τελευταίες στους αποταμιευτές-πελάτες τους. Ανεξάρτητα πάντως από το πού θα καταλήξει το «μπρα ντε φερ» μεταξύ κυβέρνησης και τραπεζών, τα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων έχουν ήδη ξεκολλήσει από το 0,03% του φθινοπώρου, σκαρφαλώνοντας γύρω στο 0,4%, με προοπτική να φτάσουν γύρω στο 0,6% έως 0,8% μέχρι τα τέλη του έτους ή το αργότερο τον προσεχή Ιανουάριο.
Όσο όμως και αν η κυβέρνηση καταφέρει να επιβάλει τις θέσεις της, τα καταθετικά επιτόκια δεν θα μπορέσουν μέσα στην επόμενη χρονιά να φτάσουν στο επίπεδο του πληθωρισμού, που προβλέπεται, σύμφωνα με τον προϋπολογισμό, να κυμανθεί γύρω στο 5%. Από την άλλη πλευρά, όλα δείχνουν πως οι απώλειες των προθεσμιακών καταθετών σε σταθερές-αποπληθωρισμένες τιμές από το -9% του 2022, θα υποχωρήσουν σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα (ίσως και στο 2%) το επόμενο έτος.
Σε ό,τι αφορά τα ομόλογα, η άνοδος των επιτοκίων έχει περιορίσει τη διάθεση για νέες εκδόσεις. Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τα εταιρικά ομόλογα, ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΧΑΕ Γιάννος Κοντόπουλος εκτίμησε ότι το 2023 θα δούμε λιγότερες νέες εκδόσεις ομολόγων σε σχέση με τις εταιρείες που θα προχωρήσουν σε είσοδό τους στο ΧΑ μέσα από τη διαδικασία της αύξησης του μετοχικού τους κεφαλαίου. Ωστόσο, η μείωση των τιμών των εταιρικών ομολόγων που διαπραγματεύονται στο ΧΑ από το «100» γύρω στο «88» έως «92», ανάλογα με τη διάρκεια και το κουπόνι τους, έχει οδηγήσει σε yields που συχνά υπερβαίνουν το 4% ή και το 5%.
Ακόμη υψηλότερα yields προσφέρουν τα ομόλογα των συστημικών τραπεζών, ενώ η απόδοση των δεκαετών χρεογράφων του Ελληνικού Δημοσίου κυμαίνεται γύρω στο 4%. Αυτό θα οδηγήσει κοντά σε θετικές αποπληθωρισμένες αποδόσεις μέσα στο 2023 τους αγοραστές ομολογιακών τίτλων στα τρέχοντα επίπεδα τιμών, υπό την προϋπόθεση ότι θα επιβεβαιωθεί η πρόβλεψη του Προϋπολογισμού σε ό,τι αφορά την πορεία του πληθωρισμού.
Αντίθετα, το πώς θα εξελιχθούν στο επόμενο χρονικό διάστημα οι τιμές των εταιρικών ομολόγων στο ταμπλό του ΧΑ θα επηρεαστεί σημαντικά από τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σε σχέση με τα επιτόκια. Σε περίπτωση που δούμε την αύξηση των ευρωπαϊκών επιτοκίων αρχικά να επιβραδύνεται και στη συνέχεια να κορυφώνεται σε ένα όχι υψηλό επίπεδο, τότε οι τιμές των ομολόγων θα μπορούσαν να ανακάμψουν σε σχέση με τα τρέχοντα επίπεδά τους, επηρεάζοντας ανάλογα και τις αποτιμήσεις των μεριδίων των Ομολογιακών Αμοιβαίων Κεφαλαίων.
Ενδεικτική του κλίματος που επικρατεί ήταν η κίνηση γνωστής τραπεζικής ΑΕΔΑΚ να συστήσει τον περασμένο μήνα Ομολογιακό Αμοιβαίο Κεφάλαιο πενταετούς διάρκειας που τοποθετείται σε ελληνικούς κρατικούς και εταιρικούς τίτλους, προσφέρει ετήσιο μέρισμα 2% έως 2,25% και πιθανές υπεραποδόσεις στη λήξη του.
Προϊόντα και επενδυτικές λύσεις που κινούνται προς την ίδια περίπου κατεύθυνση πιθανολογείται να δούμε και από άλλους οίκους μέσα στο προσεχές χρονικό διάστημα. Τέτοια προϊόντα εκτιμάται ότι θα μπορούσαν να «τρέξουν» κυρίως οι τράπεζες, οι οποίες μέσα από μια τέτοια διαδικασία όχι μόνο ικανοποιούν περισσότερο τους πελάτες τους σε ό,τι αφορά τις αποδόσεις, αλλά παράλληλα αποκομίζουν και προμήθειες προς όφελος των θυγατρικών τους ΑΕΔΑΚ.