Tο αρνητικό κλίμα σε επιδημιολογικό πεδίο δεν έχει αποτυπωθεί στις αγορές -φυσικά και στο Χρηματιστήριο της Αθήνας. Ειδικά για την ελληνική αγορά, ένα επιπλέον ζήτημα είναι ότι στην τρέχουσα κατάσταση δεν είναι δυνατό να προεξοφληθούν ή και να εξαργυρωθούν μια σειρά από θετικές προσδοκίες, τις οποίες έχει δημιουργήσει η αίσθηση πως η κατάσταση στην οικονομία εξομαλύνεται. Έτσι, το stock picking παραμένει η πλέον αξιόπιστη στρατηγική και γι’ αυτό οι δείκτες αποτίμησης έχουν ιδιαίτερη σημασία, ειδικά μετά τα αποτελέσματα α' εξαμήνου 2021.
Από τις αρχές Αυγούστου και μετά, οι συνεδριάσεις στο Χρηματιστήριο της Αθήνας είθισται να εμφανίζουν υψηλότερη μεταβλητότητα, με χαμηλή συναλλακτική δραστηριότητα και ενίοτε σε πλήρη αποσυγχρονισμό με τις αγορές στο εξωτερικό. Φέτος, λόγω και των ειδικών συνθηκών της πανδημίας, απέχουν αρκετά από το να αποτελέσουν σοβαρό προμήνυμα για τη μελλοντική τάση στην πορεία των τιμών των μετοχών.
Η «ρηχή» εγχώρια αγορά μπορεί εύκολα να δώσει αφορμή για αποκόμιση κερδών από τις 900 προς τις 820-850 μονάδες, χωρίς να αλλάξει κάτι ουσιαστικά στην αγορά. Ακόμα και σε αυτό το σενάριο, οι αισιόδοξοι βρίσκουν ένα ισχυρό στήριγμα και επιχείρημα υπέρ των επιλεκτικών τοποθετήσεων στην αγορά, μετά και τα αποτελέσματα α΄ εξαμήνου, αφού οι αποτιμήσεις σε αρκετές περιπτώσεις δεν είναι υψηλές και τα περιθώρια ανόδου για αρκετές μετοχές είναι υψηλότερα απ’ ό,τι τα περιθώρια του Γενικού Δείκτη στα επίπεδα των 900 μονάδων.
Αυτή η προσέγγιση είναι στο τραπέζι όσο στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού δεν ανατρέπεται καταλυτικά το θετικό κλίμα στα χρηματιστήρια, ελέω των χειρισμών της Fed, της πορείας των ομολόγων, αλλά και των οικονομικών δεικτών, όπου τα στοιχεία όχι μόνο είναι ενθαρρυντικά, αλλά δείχνουν ότι η παγκόσμια ανάπτυξη ανεβάζει ρυθμούς.
Ταυτόχρονα, τα αποτελέσματα των εισηγμένων στο Χ.Α., αν κρύβουν θετικές εκπλήξεις, μπορεί να αποτελέσουν σε δεύτερο χρόνο καύσιμο για την αγορά. Από την άλλη πλευρά, πάντως, παρά την επιστροφή στις 900 μονάδες, η ψυχολογία στην εγχώρια αγορά δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι κινείται σε υψηλά επίπεδα. Είναι ξεκάθαρο ότι η πορεία της οικονομίας, το σχέδιο ριζικής επίλυσης του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPE) των τραπεζών, το σχέδιο «Ελλάδα 2.0», αλλά και εμβληματικές επενδύσεις όπως το Ελληνικό αποτελούν τους καταλύτες που θα διαμορφώσουν και τις τιμές στο Χ.Α.
Σε πιο micro επίπεδο, το σημείο στο οποίο θα πρέπει να εστιάζουν οι επενδυτές είναι είτε η δυναμική και το μάνατζμεντ των επιχειρήσεων, είτε η αποτίμηση, η οποία θα πρέπει να συνοδεύεται και από «λογικούς» δείκτες, όχι μόνο όμως σε επίπεδο τιμής προς κέρδη (P/E), αλλά και σε επίπεδο λειτουργικής εξέλιξης και ταμειακών ροών. Επίσης, αξίζει να επισημανθεί ότι οι ελληνικοί δείκτες και οι μετοχές είναι αποτιμημένες σε ελαφρώς χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους και σε αρκετές περιπτώσεις οι τιμές των μετοχών έχουν μείνει πίσω.
Η συνολική εικόνα
Ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου της Αθήνας εμφανίζει για φέτος παραπλήσια αποτίμηση, αλλά ελαφρώς χαμηλότερη για το 2022, μεταξύ των αναδυόμενων ευρωπαϊκών δεικτών, αλλά και σε σύγκριση με τους δείκτες των παγκόσμιων αναδυόμενων αγορών. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Factset, ο δείκτης τιμής προς κέρδη (P/Ε) για φέτος εκτιμάται σε 12,6 φορές έναντι 10,7 φορές για τις αναδυόμενες αγορές της περιοχής μας και το επόμενο έτος θα διαμορφωθεί χαμηλότερα, στις 9,2 φορές έναντι 9,9 φορές για το peer group.
Ωστόσο, η Ελλάδα είναι φθηνή εν συγκρίσει με τις αγορές μετοχών των ΗΠΑ, της Ευρώπης και του κόσμου, αφού ο δείκτης P/E στην αγορά των ΗΠΑ κινείται στις 23,1 φορές φέτος και στις 21 φορές το επόμενος έτος, ενώ για την Ευρώπη ο δείκτης τοποθετείται στις 16,5 φορές για το 2021 και στις 15,3 φορές για το 2022.
Από την άλλη πλευρά, ο δείκτης της υψηλής κεφαλαιοποίησης εμφανίζει ελαφρώς υψηλότερη αποτίμηση σε σχέση με τους παραπάνω δείκτες. Το σημείο στο οποίο εξακολουθεί να υπερτερεί ο Γενικός Δείκτης είναι η χαμηλότερη αποτίμηση σε όρους EV/EBITDA (αξία επιχείρησης προς κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων) με 6,9 φορές φέτος και 6,3 φορές το 2022 έναντι 9,4 φορές και 8,8 φορές για τον δείκτη Stoxx 600.
Ο εγχώριος δείκτης υψηλής κεφαλαιοποίησης εμφανίζει ένα σταθμισμένο discount της τάξεως του 15% σε σχέση με τους δείκτες-benchmarks της ευρωπαϊκής αγοράς και των αναδυόμενων αγορών σε όρους EV/EBITDA. Ωστόσο, τα παραπάνω στοιχεία συνδυάζονται και με άλλους εξίσου σημαντικούς δείκτες, στους οποίους ο εγχώριος δείκτης εμφανίζει «μικρότερη ποιότητα».
Η προσδοκώμενη αποδοτικότητα ταμειακών ροών (free cash flow yield) για το 2021 και το 2022 προβλέπεται σε χαμηλότερα επίπεδα για τους εγχώριους δείκτες έναντι των δεικτών Stoxx 600 και των emerging markets.
Οι μετοχές
Η παραπάνω εικόνα στο Χ.Α., εφόσον συνδυαστεί με επιμέρους στοιχεία, όπως οι τιμές-στόχοι των μετοχών, δείχνει πόσο βάθος μπορεί να έχει ακόμα η πτώση και ποιες μετοχές έχουν και πάλι αποκτήσει υψηλά περιθώρια ανόδου βάσει των εκτιμήσεων των αναλυτών. Τα περιθώρια ανόδου στην ελληνική αγορά έχουν προσεγγίσει το 20% σε μέσους όρους, γεγονός που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στις αναθεωρήσεις που καταγράφονται στις εγχώριες τραπεζικές μετοχές. Συνολικά, όλες οι μετοχές της υψηλής κεφαλαιοποίησης διαπραγματεύονται με θετικό upside potential.
Το υψηλότερο upside potential για την υψηλή κεφαλαιοποίηση αφορά τους τίτλους των ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, ElvalHalcor, ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, Jumbo και Fourlis. Από τις τράπεζες, η μετοχή της Εθνικής Τράπεζας φαίνεται με το υψηλότερο περιθώριο, κοντά στο 33%. Τα τελευταία έτη, ωστόσο, οι τιμές -στόχοι των τραπεζικών μετοχών ήταν πάντοτε αρκετά υψηλότερες από αυτές που είχαν στο ταμπλό του Χ.Α., αλλά χωρίς οι αποδόσεις τους να επιβεβαιώνουν τις προτάσεις.
Αναλυτικά:
- Για τη μετοχή της Mytilineos, η μέση τιμή-στόχος των αναλυτών είναι τα 19,70 ευρώ έναντι 13,46 ευρώ στο ταμπλό και το περιθώριο ανόδου είναι υψηλό, άνω του 25%.
- Για τη μετοχή της ΕlvalHalcor, η μέση τιμή-στόχος είναι τα 2,80 ευρώ βάσει των εκτιμήσεων των αναλυτών, ενώ η τρέχουσα αποτίμηση της εταιρείας είναι τα 1,93 ευρώ ανά μετοχή -το περιθώριο είναι από τα μεγαλύτερα στην υψηλή κεφαλαιοποίηση.
- Για τον τίτλο της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, η μέση τιμή-στόχος τοποθετείται στα 16,50 ευρώ με το περιθώριο ανόδου στο +44%. Για τη ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, το περιθώριο είναι υψηλότερο, στο 47%.
- Για τον τίτλο της Fourlis, η μέση-τιμή στόχος είναι τα 6 ευρώ, ενώ στο ταμπλό η τιμή έχει 4,31 ευρώ.
- Για τη μετοχή της Jumbo η μέση τιμή-στόχος έχει ανεβεί στα 19,50 ευρώ ανά μετοχή και το περιθώριο ανόδου διαμορφώνεται σε 45%.
- Για τη μετοχή της Coca Cola HBC, που είναι ο σηματωρός του Χ.Α., η τιμή-στόχος των 33,56 ευρώ έχει σχεδόν προσεγγιστεί και το περιθώριο ανόδου είναι στα επίπεδα του 2%.
- Για τις τραπεζικές μετοχές, σύμφωνα με τα στοιχεία που συλλέγει η FactSet, οι αναλυτές θέτουν μέση τιμή-στόχο (διάμεσος του δείγματος) για την Alpha Bank στα 1,31 ευρώ, ενώ στο ταμπλό αποτιμάται στα 1,13 ευρώ, άρα το περιθώριο ανόδου είναι της τάξεως του 16%. Για τη μετοχή της Εθνικής Τράπεζας, η μέση τιμή-στόχος προσεγγίζει τα 3,23 ευρώ και το περιθώριο ανόδου διαμορφώνεται σε 33%. Το upside που εμφανίζει η μετοχή της Eurobank είναι 20%, με μέση τιμή-στόχο πλέον το 0,95 ευρώ και τιμή 0,79 ευρώ στο ταμπλό. Η Τράπεζα Πειραιώς, τέλος, εμφανίζεται με προσδοκώμενη απόδοση άνω του 25% και μέση τιμή-στόχο στα 1,80 ευρώ.