Ο Γενικός Δείκτης του ΧΑ από τις 822 μονάδες της 4ης Ιανουαρίου έκλεισε χθες στις 760,55 μονάδες, επηρεασμένος -μεταξύ άλλων- από τον αργό ρυθμό των εμβολιασμών σε Ελλάδα και Ευρώπη (με ό,τι αρνητικό σημαίνει αυτό για την πορεία του φετινού ΑΕΠ), αλλά και από την προεξόφληση της επιβολής ενός νέου, σκληρότερου lock down.
Οι εξελίξεις αυτές σε συνδυασμό με την απουσία αγοραστικού ενδιαφέροντος από το εξωτερικό έχουν προκαλέσει εκνευρισμό σε σημαντικό τμήμα των επενδυτών, οι οποίοι προχωρούν σε ρευστοποιήσεις, άλλοτε για να «κλειδώσουν» κέρδη και άλλοτε για να σταματήσουν τις ζημιές τους (stop loss).
Από την άλλη πλευρά, δεν λείπουν και εκείνοι που θεωρούν την τρέχουσα περίοδο ως κατάλληλη για σταδιακές τοποθετήσεις σε επιλεγμένους τίτλους, με στόχο να αποκομίσουν ικανοποιητικές αποδόσεις σε μεσομακροπρόθεσμη βάση. Σύμφωνα με τους αναλυτές, η αισιοδοξία των «ταύρων» -αυτή την περίοδο δεν αποτελούν την πλειονότητα μεταξύ των επενδυτών- βασίζεται κατά κύριο λόγο στα παρακάτω πέντε επιχειρήματα:
Πρώτον, από τα ψηλά του Ιανουαρίου, οι τιμές των μετοχών στο ταμπλό του ΧΑ έχουν υποχωρήσει σημαντικά και μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις, το ποσοστό πτώσης υπερβαίνει το 10% ή και το 15%. Χαρακτηριστικό είναι το ότι από την αρχή του 2021 έως και την 8η Φεβρουαρίου, ο S&P 500 κερδίζει 4,2%, ο Nasdaq 8,5%, o Stoxx Europe 600 2,9%, o γερμανικός DAX 2,5%, ο MSCI Emerging Europe 2,7%, ενώ αντίθετα ο Γενικός Δείκτης του ΧΑ έχει υποχρεωθεί σε πτώση 3,8%.
Δεύτερον, από την αρχή του έτους έχουν προβεί σε αγορές ιδίων μετοχών αρκετές εισηγμένες εταιρείες, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται οι ΟΤΕ, ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, Ευρωπαϊκή Πίστη, BriQ Properties, ΚΡΙ-ΚΡΙ, Sarantis, Autohellas, Fourlis, Space Hellas, Profile, Πετρόπουλος, Μοτοδυναμική και ΙΑΣΩ. Κάποιες περιορισμένες αγοραστικές παρεμβάσεις έχουν γίνει από βασικούς μετόχους εταιρειών.
Τρίτον, σε ένα περιβάλλον μηδενικών τραπεζικών επιτοκίων αναμένονται μέσα στο 2021 αξιόλογες ή και πολύ αξιόλογες μερισματικές αποδόσεις από δεκάδες εισηγμένες εταιρείες, παρά τις συγκυριακά αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας. Για παράδειγμα, η Μυτιληναίος έχει ανακοινώσει τη διανομή μερίσματος 0,36 ευρώ ανά μετοχή, γεγονός που οδηγεί σε μερισματική απόδοση κοντά στο 3%. Άλλο παράδειγμα υψηλής προσδοκώμενης μερισματικής απόδοσης είναι ο ΟΤΕ, που αναμένεται να μοιράσει 0,60 ευρώ ανά μετοχή (πρόβλεψη Euroxx Χρηματιστηριακής, που οδηγεί σε απόδοση 4,9%), πέρα από την έκτακτη διανομή από τα χρήματα της εκποίησης της ρουμανικής θυγατρικής του.
Τέταρτον, παρά τις επιπτώσεις της πανδημίας, περίπου οι τέσσερις στις δέκα εισηγμένες εκτιμάται ότι έκλεισαν το 2020 με βελτιωμένη την «κάτω γραμμή» των αποτελεσμάτων τους (αύξηση κερδών ή συρρίκνωση ζημιών). Χαρακτηριστικό είναι άλλωστε το στοιχείο ότι το 2020 οι ελληνικές εξαγωγές εκτός πετρελαιοειδών έκλεισαν με άνοδο σε σύγκριση με το 2019.
Πολλές επίσης είναι οι εταιρείες που αναμένουν φέτος βελτιωμένες επιδόσεις σε σύγκριση με το 2020 και ιδιαίτερα εκείνες της πληροφορικής, της ενέργειας (της ΔΕΗ συμπεριλαμβανομένης) και οι σχετιζόμενες με την πορεία των επενδύσεων στην ελληνική οικονομία. Γενικότερα, οι αναμενόμενες μεγάλες εισροές κοινοτικών κονδυλίων κατά τα επόμενα χρόνια έχουν ανεβάσει τις προσδοκίες για τα εταιρικά κέρδη μέσα στην επόμενη τριετία-πενταετία.
Πέμπτο, οι εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς ότι μετά τη σταδιακή επάνοδο στην κανονικότητα (εμβολιασμός σημαντικού ποσοστού Ελλήνων) και την άμβλυνση των περιοριστικών μέτρων εναντίον της πανδημίας, θα παρατηρηθεί μεγάλη αύξηση της ζήτησης τόσο στο λιανικό εμπόριο όσο και στην τουριστική κίνηση. Πέρα από το ότι μια πρώτη αντίδραση ανοδικής ζήτησης από τους καταναλωτές είδαμε κατά τη διάρκεια των γιορτών (Δεκέμβριος 2020), τα ελληνικά νοικοκυριά αυτή την περίοδο: α) Βρίσκονται με υψηλότερες τραπεζικές καταθέσεις κατά δέκα δισ. ευρώ σε σχέση με την αρχή της πανδημίας (η μείωση της κατανάλωσης λόγω των περιοριστικών μέτρων ήταν μεγαλύτερη από την πτώση του διαθέσιμου εισοδήματος), β) Έχουν αναβάλει αγορές που ήταν προγραμματισμένες για το 2020, γ) Έχουν την ανάγκη ψυχολογικής εκτόνωσης μετά την πολύμηνη καραντίνα.
Άρα, εκτιμάται ότι από την προσεχή άνοιξη ή έστω κατά το δεύτερο μισό του 2021, οι κλάδοι (και οι αντίστοιχες εισηγμένες εταιρείες) που πλήττονται από την πανδημία θα ανακτήσουν ένα πολύ σημαντικό κομμάτι των απωλειών που θα καταγράψουν κατά τους πρώτους μήνες της φετινής χρονιάς.