Εδώ και χρόνια, η διοίκηση της ΕΧΑΕ υπεραμύνεται της πολιτικής, η οποία τη θέλει να προχωρεί σε χρηματικές διανομές υψηλότερες των ετήσιων κερδών της, υποστηρίζοντας πως η δραστηριότητα της εταιρείας είναι κυκλική και πως θα ήταν προς το συμφέρον των μετόχων της, τα ετήσια έσοδά τους να μην ακολουθούν τις έντονες διακυμάνσεις της συγκεκριμένης κυκλικότητας.
Το πρόβλημα ωστόσο είναι ότι κατά τα τελευταία χρόνια (βλέπε στοιχεία παρατιθέμενου πίνακα), όχι μόνο δεν είδαμε τη χρηματιστηριακή αγορά να ξεφεύγει από το χαμηλότερο σημείο του κύκλου, αλλά αντίθετα η μέση ημερήσια αξία των συναλλαγών συνέχισε την καθοδική της πορεία. Ειδικότερα, το 2018 όχι μόνο είδαμε τη μέση αξία των συναλλαγών να υποχωρεί από τα 59 στα 56 εκατ. ευρώ του 2017 (και τα 139 εκατ. το 2010…), αλλά παράλληλα ένα σαφώς μεγαλύτερο ποσοστό της, σε σχέση με το παρελθόν, να προέρχεται από προσυμφωνημένες πράξεις («πακέτα»).
Σύμφωνα με δηλώσεις παραγόντων της αγοράς, η EΧΑΕ δεν μπορεί να συνεχίσει την πολιτική τόσο υψηλών χρηματικών διανομών για πάντα, αν στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα δεν ανακάμψει σημαντικά η εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά.
Και πιο συγκεκριμένα, εκτιμούν πως υπάρχουν περιθώρια περίπου για μια διετία ακόμη (το καθαρό ταμείο στις 30/6/2018 ήταν 85 εκατ. ευρώ, ωστόσο η EΧΑΕ πρέπει να διαθέτει επαρκή εποπτικά κεφάλαια με βάση το νέο θεσμικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης).
Και σαν να μην έφτανε αυτό, έχουμε και το 2019, το οποίο ξεκίνησε «μουδιασμένα», με τους αναλυτές να μη βλέπουν σημάδια ουσιαστικής διαφοροποίησης στο ορατό μέλλον. «Δεν προβλέπουμε κάποια σημαντική άνοδο στη μέση ημερήσια αξία των συναλλαγών, όσο νέες εταιρείες δεν εισέρχονται στο ΧΑ για να πυροδοτήσουν κάποιο νέο ενδιαφέρον», αναφέρει χαρακτηριστικά σε πρόσφατη έκθεσή της η Alpha Finance, με το γνωστό οίκο να επισημαίνει παράγοντες μεταξύ των οποίων την αποχώρηση εταιρειών από το ΧΑ και την έξοδο τριών τραπεζών από τον δείκτη MSCI.
Άλλοι παράγοντες της αγοράς επισημαίνουν το πόσο πολύ έχει πληγωθεί το ελληνικό χρηματιστήριο τόσο από τη γενικότερη οικονομική κρίση (μείωση αποταμιεύσεων, υπερχρεωμένα νοικοκυριά σε κράτος και τράπεζες), όσο και από την κατακρήμνιση των τιμών των τραπεζικών μετοχών. Ενδεικτικό είναι πως μέσα στην κρίση χάθηκαν γύρω στις 300 χιλιάδες επενδυτικές μερίδες και πως το 92% των όσων απέμειναν, διαθέτουν υπόλοιπο χαμηλότερο των εννέα χιλιάδων ευρώ.
Από την πλευρά της, η EΧΑΕ έχει προχωρήσει σε κινήσεις προς τη σωστή κατεύθυνση, που επικεντρώθηκαν στη μείωση του λειτουργικού κόστους (τα όρια της οποίας φαίνεται να έχουν εξαντληθεί) και στη διεύρυνση των προσφερόμενων προϊόντων-υπηρεσιών (π.χ. ξεκίνησε η αγορά των εταιρικών ομολόγων και το πρώτο ΕΚΕΣ, δρομολογείται το Χρηματιστήριο Ενέργειας, προσφέρονται υπηρεσίες πληροφορικής σε τρίτους με ικανοποιητικά αποτελέσματα).
Ωστόσο, όλες αυτές οι κινήσεις μπορεί μεν να διατηρούν το break even της εισηγμένης σε πολύ χαμηλά επίπεδα, στην πράξη όμως δεν είναι σε θέση να ισοσκελίσουν τις απώλειες που έχουν προκύψει από τη δραστική υποχώρηση της αξίας των συναλλαγών κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Πάντως, οι αισιόδοξοι παράγοντες της αγοράς εκτιμούν πως -κάτω από προϋποθέσεις- θα μπορούσαμε να δούμε από φέτος τη μέση ημερήσια αξία των συναλλαγών του ΧΑ να ανακάμπτει. Στις προϋποθέσεις που παρατίθενται, συγκαταλέγονται:
• Η εξομάλυνση του εγχώριου πολιτικού κλίματος και η πρόβλεψη για την εμπέδωση ενός σταθερού και φιλοεπιχειρηματικού περιβάλλοντος. «Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να ξεκινήσει ακόμη και πριν τη διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών, καθώς οι αγορές συνηθίζουν να προεξοφλούν τα σενάρια που θεωρούν ως πιθανότερα» αναφέρεται χαρακτηριστικά.
• Η εφαρμογή ενός σχεδίου αντιμετώπισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, το οποίο είτε δεν θα προβλέπει νέα επανακεφαλαιοποίηση των συστημικών τραπεζών, είτε θα οδηγεί σε αυξήσεις κεφαλαίου σαφώς περιορισμένου ύψους (με δεδομένο, ότι οι τρέχουσες τιμές των τραπεζικών τίτλων στο ΧΑ φαίνεται να έχουν προεξοφλήσει σε μεγάλο βαθμό την έλευση υψηλών απαιτούμενων κεφαλαιακών ενισχύσεων από τους μετόχους τους).
Σε περίπτωση πάντως που η αξία των χρηματιστηριακών συναλλαγών ανακάμψει σημαντικά, τότε η ΕΧAΕ θα αποκτήσει τη δυνατότητα να προσφέρει ικανοποιητικές αποδόσεις μέσα από χρηματικές διανομές για χρονικό διάστημα πέραν της διετίας.