Όταν στις αρχές του 2013, η Goldman Sachs έγραφε σε ειδικό report της για το δείκτη μέτρησης του φόβου VIX «μήπως o δείκτης VIX μετατοπίζεται σε καθεστώς χαμηλότερου volatiltiy;».
Οι στατιστικές λένε ναι", ούτε η ίδια δεν θα πίστευε πόσο κοντά στην πραγματικότητα θα έπεφτε στην πρόβλεψη της για την πορεία του δείκτη που μετρά τη μεταβλητότητα στο σημαντικότερο δείκτη μετοχών παγκοσμίως έκτοτε.
O δείκτης VIX στην πρόσκαιρη πρόσφατη άνοδο μπόρεσε να αναρριχηθεί και πάνω από το 17, ωστόσο χθες επέστρεψε εκ νέου σε πιο φυσιολογικά επίπεδα με πτώση άνω του 20% σε μια ημέρα, αφού ο S&P 500 σκαρφάλωσε εκ νέου κοντά τα ιστορικά υψηλά του στις 2.465 μονάδες με άνοδο 1% και ο Dow Jones επαναπροσσέγγισε τις 22.000 μονάδες κλείνοντας οριακά χαμηλότερα στις 21.993 με κέρδη 0,67%. Ο Nasdaq ενισχύθηκε 1,34% στις 6.340 μονάδες. Οι αγορές μετοχών δεν φαίνεται να τρομάζουν από την ένταση που επικρατεί στη χερσόνησο της Κορέας.
«Γιατί τέτοια υποτονικότητα;» ρωτά η Rabobank, σχολιάζοντας τις περιορισμένες κινήσεις των αγορών σε σύγκριση με την κλιμάκωση των εντάσεων μεταξύ ΗΠΑ και Βόρειας Κορέας.
Όπως επισημαίνει η τράπεζα, ο δείκτης φόβου VIX βρέθηκε την προηγούμενη εβδομάδα στα υψηλότερα επίπεδά του από τον Απρίλιο του 2017, αλλά και πάλι το επίπεδο ήταν πολύ χαμηλό συγκριτικά με τις εξελίξεις. Οι αποδόσεις του 10ετούς Treasury και του γερμανικού Bund έχουν κινηθεί χαμηλότερα, αλλά αυτές οι κινήσεις είναι επίσης μικρές. Ο δείκτης S&P υποχώρησε, αλλά η πτώση του ήταν περιορισμένη βάσει των εξαιρετικών κερδών του μέσα στο 2017. Ακόμη και η υποχώρηση του χρηματιστηρίου της Νότιας Κορέας έδειξε σχετικά μικρή, δεδομένου του πόσο εκτεθειμένη είναι προφανώς η χώρα στο τι συμβαίνει στη Βόρεια Κορέα.
«Θα λέγαμε πως το μικρό μέγεθος των κινήσεων (βάσει ιστορικής σύγκρισης) αντανακλά την ακραία δυσκολία που έχει η αγορά στο να τιμολογήσει τις επιπτώσεις μιας πυρηνικής σύγκρουσης», εκτίμησε η τράπεζα.
Από την άλλη, ο Lutz Karpowitz της Commerzbank σημειώνει: «Ο ρόλος του γεν ως ασφαλές καταφύγιο δεν έβγαζε καθόλου νόημα στη διάρκεια της κρίσης χρέους της Ευρώπης (αφού το ιαπωνικό χρέος είναι πολύ υψηλότερο), αλλά τώρα η Ιαπωνία βρίσκεται στο επίκεντρο μιας πιθανής καταστροφής. Αν βλέπαμε στρατιωτική σύγκρουση, είναι δύσκολο να φανταστούμε πώς θα γινόταν να μην εμπλακεί άμεσα η Ιαπωνία».
Ο ειδικός επεσήμανε ότι ανεξάρτητα του ποια πιστεύουμε πως είναι η ακριβής κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι πύραυλοι της Βόρειας Κορέας, «δεν υπάρχει καταφύγιο στην Ιαπωνία σε περίπτωση σύγκρουσης με τη Βόρεια Κορέα -παρά μόνο στα μυαλά των παγκόσμιων traders νομισμάτων. Και θα συνεχίσουν (να αγοράζουν γεν), όσο οι εντάσεις θα συνεχίζονται».
Εξετάζοντας το θέμα ιστορικά, ο Simon Derrick της BNY Mellon παρατηρεί ότι η τρέχουσα, σχετική «αναισθησία» στο γεωπολιτικό κίνδυνο δεν αποτελεί μεμονωμένο φαινόμενο, αντιθέτως είναι συνηθισμένο χαρακτηριστικό των αγορών στη διάρκεια των τελευταίων 14 ετών.
«Η προσάρτηση της Κριμαίας, για παράδειγμα, το πρώτο τρίμηνο του 2014 είχε τον πιο επιφανειακό αντίκτυπο, σε οτιδήποτε εκτός των τοπικών αγορών. Αυτή η αδιαφορία ήρθε σε αισθητή αντίθεση με την υψηλή ευαισθησία που είδαμε σε πιο άμεσους κινδύνους για τις χρηματοοικονομικές αγορές, όπως η κρίση της ευρωζώνης ή οι φόβοι για υποτίμηση του νομίσματος στην Κίνα», σημείωσε.
Ο ειδικός πρόσθεσε ότι, ταυτόχρονα, είναι φανερό πως η συμπεριφορά απέναντι σε συγκεκριμένα είδη κινδύνου μπορεί να μεταβληθεί ραγδαία. «Παρ’ όλο που κίνδυνοι λόγω εκλογών ή δημοψηφισμάτων δεν είχαν ιδιαίτερη απήχηση στους επενδυτές πριν το 2016 (πέραν ενός κύματος ανησυχιών για το δημοψήφισμα ανεξαρτησίας της Σκωτίας), αυτό άλλαξε μετά το βρετανικό δημοψήφισμα για τη συμμετοχή στην ΕΕ και τις αμερικανικές, προεδρικές εκλογές.
«Με την υποτιθέμενη ‘συλλογική σοφία’ στις αγορές, σχετικά με τα πιθανά αποτελέσματα και των δύο αυτών γεγονότων, να αποδεικνύεται λανθασμένη, κάθε σημαντικό δημοψήφισμα (στην Ιταλία στο τέλος του χρόνου) ή εκλογές (στην Ολλανδία, τη Γαλλία, τη Βρετανία) από εκεί και πέρα έχει λάβει μεγάλη προσοχή», τόνισε ο Derrick.
Όπως εξήγησε, το πιο αδιάσειστο επιχείρημα όσον αφορά στο γιατί οι αγορές έχουν γίνει τόσο αδιάφορες απέναντι στη γεωπολιτική είναι ότι, γενικώς, αυτή έχει αποδειχθεί η σωστή στρατηγική από το 2003 και μετά.
Η ανάμνηση από τον αντίκτυπο που είχε στην αγορά ο Πόλεμος του Κόλπου μεταξύ Αυγούστου του 1990 και Φεβρουαρίου του 1991, σημαίνει πως όταν ξεκίνησε η εισβολή στο Ιράκ το Μάρτιο του 2003, οι επενδυτές ξόδεψαν αρκετό χρόνο εξετάζοντας πιθανές εκβάσεις. Ωστόσο σε πολύ μεγάλο βαθμό αυτό αποδείχθηκε χάσιμο χρόνου, με το δείκτη φόβου να υποχωρεί σταθερά από τη στιγμή της εισβολής και μετά, την ίδια ώρα που οι αμερικανικοί δείκτες μετοχών μπήκαν σε bull market που κράτησε ουσιαστικά μέχρι το καλοκαίρι του 2007.
Το μόνο πράγμα που φαινόταν να έχει σημασία, ήταν το γεγονός ότι η επιτροπή νομισματικής πολιτικής της Fed συνέχιζε να χαλαρώνει την νομισματική πολιτική, σχολίασε.
Δεδομένων των ακραίων επιπέδων χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής από όλες τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες που έχουν σημειωθεί από τότε, αλλά και του ότι κανένα γεωπολιτικό θέμα δεν έχει οδηγήσει σε έκβαση που θεωρήθηκε άμεση απειλή για τις κύριες αγορές, είναι λογικό το ότι οι επενδυτές έχουν μάθει σαν σύνολο να αγνοούν αυτούς τους κινδύνους. «Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε πρόσφατα, χρειάζεται μόνο ένα ή δύο γεγονότα που θα δείξουν πως η υποτιθέμενη ‘’σοφία’’ είναι λάθος, για να πραγματοποιηθεί μια βαθιά αλλαγή στη συμπεριφορά των επενδυτών», κατέληξε ο Derrick.
Επίσης μελετώντας το θέμα από ιστορική σκοπιά, ανάλυση της Ned Davis Research συμφωνεί πως, το ότι αν ξεσπάσει πόλεμος ο κόσμος θα έχει μεγαλύτερα προβλήματα από το χαρτοφυλάκιό του «είναι οκ», γιατί το να μην κάνει τίποτα μάλλον αποτελεί την καλύτερη επενδυτική στρατηγική σε περιόδους γεωπολιτικής κρίσης. Η εταιρία τονίζει πως τέτοιου είδους κρίσεις οδηγούν σε πωλήσεις λόγω πανικού, αλλά δεν είναι ποτέ καλή ιδέα να πουλάς όταν βρίσκεται σε κατάσταση πανικού.
Η Ned Davis Research μελέτησε τις πιο σημαντικές γεωπολιτικές κρίσεις του τελευταίου αιώνα και ανακάλυψε ότι τις περισσότερες φορές ο Dow Jones Industrial Average ανακάμπτει ισχυρά από το χαμηλό που αγγίζει μετά την κρίση λόγω του πανικού, σε βαθμό που μέσα σε έξι μήνες ουσιαστικά βρίσκεται πιο ψηλά από εκεί που ήταν κατά το ξέσπασμα της κρίσης.
Η έρευνα εξέτασε σημαντικά ιστορικά γεγονότα όπως το Περλ Χάρμπορ και η δολοφονία του Κένεντι -συνολικά 51 γεγονότα- ενώ τα ευρήματά της συνοψίζονται στο παρακάτω διάγραμμα: