Tο Χρηματιστήριο της Αθήνας συνεχίζει να βλέπει το ποτήρι… μισογεμάτο καθώς προεξοφλεί (έστω και με έντονη επιφύλαξη) θετικές εξελίξεις στα μεγάλα θέματα που απασχολούν τη χώρα. Έτσι, ο βασικός χρηματιστηριακός δείκτης έχει καταφέρει να ξεπεράσει το σοκ που προκάλεσε το βρετανικό δημοψήφισμα και δείχνει διάθεση για υψηλότερα επίπεδα. Όμως, το παζλ είναι δύσκολο για την ελληνική αγορά, καθώς και το διεθνές περιβάλλον δεν επιτρέπει ασφαλείς εκτιμήσεις.
Έτσι, είναι απαραίτητο για όσους δραστηριοποιούνται επενδυτικά στο Χ.Α. να έχουν στο μυαλό τους τη «μεγάλη εικόνα», τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.
Το δεύτερο εξάμηνο του 2016, αλλά και ο πρώτος μήνας του νέου έτους ήταν και είναι μια ευχάριστη περίοδος για όσους δραστηριοποιούνται στο Χρηματιστήριο της Αθήνας. Με σερί θετικών μηναίων αποδόσεων, ο Γενικός Δείκτης βρίσκεται πάνω από τα προ Brexit επίπεδά του και δείχνει να διαθέτει τη δυναμική για να συνεχίσει να κινείται ανάλογα. Παράλληλα, παρά την υψηλότερη μεταβλητότητά τους, οι τραπεζικές μετοχές για το ίδιο χρονικό διάστημα σημειώνουν άνοδο της τάξεως του 25%.
Καθώς, όμως, πολλά εσωτερικά μέτωπα παραμένουν ανοιχτά και το διεθνές περιβάλλον κρίνεται εξαιρετικά ασταθές, υπάρχουν σημαντικά ερωτήματα που ζητούν απαντήσεις, από τις οποίες τελικά θα κριθεί η δυνατότητα της αγοράς να συνεχίσει να κινείται ανοδικά, σε μια χρονιά που εκ προοιμίου έχει χαρακτηριστεί ως «η χρονιά της μεγάλης παγκόσμιας ανασφάλειας».
Το διεθνές περιβάλλον
Το 2017 αναμένεται να αναδειχθεί σε έτος-σταθμό για την παγκόσμια κοινότητα, αλλά και έτος καμπής για την ελληνική οικονομία. Η εκλογή του Donald Trump στον αμερικανικό προεδρικό θώκο αποτελεί από μόνη της ιστορικό γεγονός, ικανό να προκαλέσει ή να επηρεάσει τις ευρύτερες πολιτικές εξελίξεις.
Όμως, η περίοδος ανάληψης της προεδρίας από τον Trump συμπίπτει χρονικά με σημαντικές εκλογικές αναμετρήσεις στην Ευρώπη, με τις προεδρικές εκλογές στην Γαλλία να λαμβάνουν χώρα τον Απρίλιο και στη Γερμανία τον Σεπτέμβριο. Αλλά το περιβάλλον στο οποίο θα διεξαχθούν οι εκλογικές αναμετρήσεις είναι τεταμένο: στην Ευρώπη έχει ήδη προηγηθεί η ψήφος των Βρετανών υπέρ του Brexit, οι πολιτικές ισορροπίες έχουν διαταραχθεί με μεγάλη άνοδο του ευρωσκεπτικισμού και θέματα όπως η αυξανόμενη τρομοκρατία, η κατάσταση στην Τουρκία και οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, συνθέτουν ένα παζλ ιδιαίτερα αυξημένης αβεβαιότητας και αστάθειας.
Σε ένα τέτοιο εχθρικό εξωτερικό περιβάλλον, το γεγονός ότι η Ελλάδα αναζητεί λύσεις για το χρόνιο πρόβλημα χρέους και της κρίσης που αντιμετωπίζει, σίγουρα αφήνει ανοικτά πολλά ενδεχόμενα τόσο στον αρνητικό όσο και στο θετικό πόλο.
Το εσωτερικό σκηνικό
Το τρέχον έτος για την οικονομία και τις εγχώριες επενδυτικές αξίες είναι κομβικής σημασίας, αφού ο σχεδιασμός του τρίτου ελληνικού προγράμματος θέτει ως απαραίτητη προϋπόθεση την επιστροφή της σε υψηλούς θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, χωρίς καθυστερήσεις και έκτακτες εκλογικές αναμετρήσεις.
Οι επίσημες εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το ΑΕΠ του 2017 τοποθετούν τη μεταβολή στο 2,7%, ενώ οι εκτιμήσεις των αναλυτών κυμαίνονται από το 0,8% έως το 2%, με τη μέση εκτίμηση να τοποθετείται στο 1,2%, αρκετά χαμηλότερα των επίσημων εκτιμήσεων.
Στον αρνητικό πόλο, η αύξηση της έντασης μεταξύ της κυβέρνησης και των πιστωτών δεν ευνοεί την εγχώρια διαπραγματευτική θέση και τις προοπτικές του 2017. Τα ανοικτά ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν στο άμεσο μέλλον είναι: συμφωνία για τη μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας (που αποτελεί άκρως αμφιλεγόμενο θέμα για την κυβέρνηση), συμφωνία για το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το τέλος του προγράμματος, τα πιθανά μέτρα λιτότητας πέραν του 2018 και η συμμετοχή του ΔΝΤ στο τρίτο πρόγραμμα.
Στον αντίποδα, οι θετικές αποδόσεις στα ελληνικά ομόλογα και στο χρηματιστήριο από τον Ιούλιο του 2016 ευνοήθηκαν από μια σειρά γεγονότων και προσδοκιών της πολιτικής και οικονομικής σφαίρας:
- Το πρώτο στοιχείο αφορούσε στην προσδοκία ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης εντός του προηγούμενου έτους ή έως το Eurogroup στις 26 Ιανουαρίου, προσδοκίες οι οποίες διαψεύστηκαν και πλέον η συμφωνία τοποθετείται στην καλύτερη περίπτωση στο τέλος Φεβρουαρίου, με πιο ρεαλιστικό χρονοδιάγραμμα το τέλος του Μαρτίου.
- Το δεύτερο στοιχείο ήταν η ανακοίνωση των βραχυπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, τα οποία ξεκινούν μετά την καθυστέρηση των τελευταίων εβδομάδων.
- Η προσδοκία συμμετοχής των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
- Στο οικονομικό περιβάλλον, η ανάπτυξη κατά 0,8% του τρίτου τριμήνου έφερε την οικονομία σε οριακά θετικό έδαφος, ενώ οι τελευταίες ανακοινώσεις πρόδρομων δεικτών οικονομικής δραστηριότητας και οικονομικού κλίματος είναι επίσης θετικές.
- Και, τέλος, με βάση τις μέχρι τώρα εκτιμήσεις και τα στοιχεία, το 2016 θα είναι το πρώτο έτος με αύξηση των επενδύσεων μετά το 2007. Ταυτόχρονα, οι εξαγωγές υπερβαίνουν τις εισαγωγές, με αποτέλεσμα τη διατήρηση του πλεονασματικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στο πρώτο δεκάμηνο του 2016.
Οι αποτιμήσεις
Υστερώντας τόσο πολύ σε όρους απόδοσης συγκρινόμενη με τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών αγορών τα τελευταία έτη, χαρακτηριστικό της εγχώριας αγοράς είναι ότι αρκετοί εισηγμένοι τίτλοι διαπραγματεύονται με ελκυστικές αποτιμήσεις, τόσο σε όρους κερδοφορίας (P/E) όσο και σε όρους λογιστικής αξίας (P/BV).
Ενισχυτικά με τα παραπάνω στοιχεία, οι εγχώριοι τίτλοι είναι διαπραγματεύσιμοι με σημαντικά discount και έναντι των ιστορικών τους μέσων όρων εξαιτίας του country risk. Το υψηλό volatility και το απαγορευτικό country risk έχει ως αποτέλεσμα, η έκθεση των ξένων χαρτοφυλακίων στην αγορά να είναι ελάχιστη, με την Ελλάδα να είναι η πιο υποεπενδεδυμένη χώρα από τις 21 που συμμετέχουν στον δείκτη MSCI Emerging Markets, σύμφωνα με τα στοιχεία της EPFR. Αυτό το γεγονός μπορεί να αποτελέσει κρίσιμο καταλύτη για τη μεσοπρόθεσμη πορεία της αγοράς, ωστόσο, το πολιτικό ρίσκο θολώνει τον βραχυπρόθεσμο ορίζοντα και περιπλέκει την εικόνα των ελληνικών μετοχών.
Οι τράπεζες
Στον αντίποδα, οι εγχώριες τραπεζικές αξίες, παρότι είναι αποτιμημένες σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από τις ευρωπαϊκές τράπεζες, θα παραμείνουν ευάλωτες σε κάθε εγχώρια επιπλοκή, αλλά και σε κάθε εξωγενές αρνητικό γεγονός. Παρότι η κερδοφορία τους αναμένεται να βελτιωθεί σημαντικά φέτος εξαιτίας του σημαντικά χαμηλότερου κόστους και της ελαφριάς βελτίωσης των βασικών εσόδων, εντούτοις το ρίσκο στις προβλέψεις των αναλυτών είναι υψηλό. Η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης θα αποτελέσει κομβικό στοιχείο για το rerating των τραπεζικών μετοχών.
Η πίεση των τραπεζιτών για να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση χωρίς πρόσθετες καθυστερήσεις δεν είναι καθόλου τυχαία, αφού το τρέχον έτος είναι μια ιδιαίτερα κρίσιμη χρονιά και για τις τράπεζες εκτός από την οικονομία.
Η επίτευξη των στόχων μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων το 2017 θα καθορίσει και τις παραμέτρους για τα σενάρια του πανευρωπαϊκού stress test του 2018, κάτι που θα κρίνει εν ολίγοις και το αποτέλεσμα.
Σε μακροοικονομικό και πολιτικό επίπεδο, οι εξελίξεις το 2017 θα κρίνουν αν η χώρα επανέλθει στις αγορές και ως εκ τούτου, αν μπορεί να διαχειριστεί τις δανειακές της ανάγκες από τα μέσα του 2018, όταν τελειώνει το πρόγραμμα.
Προϋπόθεση για να συμβούν όλα αυτά είναι η χώρα να επανέλθει το 2017 σε βιώσιμους και διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης. Η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, σε συνδυασμό με τα μέτρα βραχυχρόνιας ανακούφισης του χρέους, ανοίγουν τον δρόμο για την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, εξέλιξη που αναμένεται να αναγνωστεί από τις αγορές ως επιστροφή της χώρας στην ομαλότητα.
Ως εκ τούτου, αν η αξιολόγηση δεν κλείσει σύντομα, η αβεβαιότητα θα επιστρέψει και η χώρα θα μείνει έξω από τα ραντάρ των ξένων επενδυτών, με αποτέλεσμα να τεθεί εν αμφιβόλω ο ήδη φιλόδοξος στόχος ανάπτυξης του 2,7% και μαζί του οι στόχοι των τραπεζών για τη μείωση των κόκκινων δανείων.
*Ο πίνακας με τις συγκλίνουσες εκτιμήσεις για την ελληνική οικονομία δημοσιεύεται ευκρινέστερα στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό".