H εγχώρια αγορά μετοχών από τις αρχές Ιουλίου πέρσι σημειώνει σταθερά ανοδική πορεία, παρά τα ισχυρά σκαμπανεβάσματα, με την άνοδο να διαμορφώνεται στο 30% και τον Γενικό Δείκτη να έχει προσεγγίσει τα υψηλά του 2016.
Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης, η πορεία της οικονομίας το 2017, η στάση του ΔΝΤ και η συμμετοχή του στο τρίτο πρόγραμμα και, τέλος, η συμπερίληψη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα της ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της ΕΚΤ είναι μερικά από τα κρίσιμα ζητήματα που μπορεί να αλλάξουν προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο την προοπτική των ελληνικών περιουσιακών στοιχείων, με τα πονταρίσματα για την ώρα να είναι υπέρ του θετικού πόλου.
Πιο ενδεικτικό στοιχείο από την πορεία των τιμών στο Χ.Α., είναι οι τιμές τόσο των κρατικών, όσο και των εταιρικών ομολόγων, τα οποία στη διάρκεια του 2016 είδαν σημαντική άνοδο στις τιμές τους.
Το τέλος στην αδράνεια που επικράτησε στο πρώτο εξάμηνο του 2016 είναι αποδεικτικό στοιχείο της πιο πρόθυμης στάσης των επενδυτών να αναλάβουν περισσότερο ρίσκο, ειδικά σε μια χρονική περίοδο που η αναζήτηση απόδοσης στους ομολογιακούς τίτλους χτυπάει κόκκινο.
Το γεγονός ότι οι επενδυτές που δραστηριοποιούνται με τις αγορές των εταιρικών ομολόγων είθισται να έχουν μεγαλύτερο επενδυτικό ορίζοντα από ό,τι τα επιθετικά hedge funds που καθορίζουν την εγχώρια αγορά μετοχών, το σήμα της ανόδου στις τιμές των ομολόγων μπορεί να θεωρηθεί πιο «καθαρό».
Τα κρατικά ομόλογα
Τα «bid» υπέρ του θετικού σεναρίου αποτυπώνονται στις τιμές των κρατικών ομολόγων, που επίσης προσπαθούν να προσεγγίσουν κρίσιμα επίπεδα. Η άνοδος των τιμών τους, σε μέσα επίπεδα το 25% το 2016, με το διετές να σημειώνει τη μικρότερη θετική μεταβολή και οι πιο μακρινές λήξεις τις υψηλότερες, δείχνοντας ότι το βραχυπρόθεσμο ρίσκο είναι μεγαλύτερο.
Συγκρίνοντας τις τιμές και τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων το πρώτο εξάμηνο του 2016 σε σχέση με το τέλος του έτους, τα κέρδη για τους επενδυτές είναι αξιόλογα. Στην περίοδο του πρώτου εξαμήνου, η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου κατά μέσο όρο διαμορφώθηκε στο 10,5% και η τιμή στις 57-59 μονάδες βάσης, ενώ ολοκλήρωσε τη χρονιά στις 75,8 μονάδες βάσης και απόδοση στο 7,4%. Η αποκλιμάκωση για το ομόλογο λήξεως του 2019 είναι λίγο μεγαλύτερη, αφού η απόδοσή του από το 14,5% έχει μειωθεί στο 8,2%. Η τιμή του strip, ωστόσο, από τις 51-55 μονάδες βάσης κατά μέσο όρο στο πρώτο εξάμηνο διαμορφώθηκε στις 67,5 μ.β. στο τέλος του 2016, αυξημένη κατά 25% περίπου.
Την ίδια στιγμή, πάντως, οι αποδόσεις για τις πιο μακρινές λήξεις για τα 20 έτη έως και τα 30 έτη, διαμορφώθηκαν σε παραπλήσια ή και χαμηλότερα επίπεδα από την αντίστοιχη του δεκαετούς ομολόγου, αποκαλύπτοντας ότι οι επενδυτές δεν ποντάρουν στην άμεση συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στο QE σχετικά σύντομα.
Όπως αποτυπώνεται και στις δύο αγορές ομολόγων, εταιρικών και κρατικών, οι προσδοκίες για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και οι αλλαγές που θα προκαλέσει στις αποφάσεις της ΕΚΤ είναι αναμφισβήτητα η μεγαλύτερη κινητήρια δύναμη στη μείωση των αποδόσεων.
Την τελευταία φορά που η καμπύλη των ομολόγων είχε πάρει σταθερά φυσιολογική κλίση ήταν το 2014, όταν η ελληνική οικονομία μπόρεσε να επιστρέψει στις αγορές κεφαλαίου μετά από τετραετή απουσία, με την έκδοση του πενταετούς ομολόγου τον Απρίλιο του 2014, συνολικού ποσού 3 δισ. ευρώ. Η καμπύλη των αποδόσεων για τα επιτόκια θεωρείται κανονική, όταν οι επενδυτές είναι διατεθειμένοι να πληρωθούν μικρότερες αποδόσεις για τις κοντινότερες λήξεις και υψηλότερες αποδόσεις για τις πιο μακρινές.
Πιο μεσοπρόθεσμα, επίσης, είναι εξαιρετικά πιθανό μια ομαλότερη καμπύλη των ελληνικών επιτοκίων να ανοίξει εκ νέου και τον δρόμο για την επιστροφή της χώρας στις αγορές των ομολόγων, κάτι που μπορεί να είναι αναγκαίο τα επόμενα τρία έτη.
Η εικόνα στις εταιρείες
Για την ίδια περίοδο, παρότι οι συνολικές αξίες που είναι διαπραγματεύσιμες καθημερινά είναι σχετικά μικρές, οι τιμές των ομολογιακών εκδόσεων των εισηγμένων εταιρειών έχουν παρόμοια εικόνα από τα κρατικά ομόλογα και διαμορφώνονται σε αρκετά υψηλότερα επίπεδα. Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι αρκετές εταιρείες στη διάρκεια του 2016 μπόρεσαν να «ρολάρουν» ομολογιακές εκδόσεις πληρώνοντας ελαφρώς χαμηλότερα επιτόκια στους επενδυτές.
Οι εγχώριες ομολογιακές εκδόσεις έχουν κατά μέσο όρο ανέλθει 10% σε όρους τιμής και η απόδοσή τους (yield) έχει μειωθεί κατά 2,35%, ποσοστά μεταβολής που για τις ομολογιακές αγορές είναι σημαντικά.
- Τη μεγαλύτερη αύξηση σε όρους τιμής σημειώνουν οι εκδόσεις της ΔΕΗ με λήξη το 2017 και 2019 με κουπόνια 4,75% και 5,5%%, αντίστοιχα. Η απόδοση στη λήξη (yield to maturity – YTM) της έκδοσης είναι 7,9% και στο 13,2%.
- Για τα Ελληνικά Πετρέλαια, το ρολάρισμα του ομολογιακού που πέτυχε το 2016 έδωσε λαβή για σημαντική ανάκαμψη στις τιμές των άλλων λήξεων ομολόγων, με τη μείωση των αποδόσεων στο 5% για το 2019 και το 2021.
- Οι ομολογιακές εκδόσεις της Τιτάν λήξης 2019 και 2017 με κουπόνια 8,75% και 4,25% αντίστοιχα ενισχύθηκαν αφού η πορεία των οικονομικών αποτελεσμάτων και οι προοπτικές στην αγορά των ΗΠΑ και της Αιγύπτου ενδυναμώνουν τις προοπτικές της εταιρείας.
- Σημαντική πτώση τις αποδόσεις στη λήξη εμφανίζουν οι εκδόσεις του ΟΤΕ με λήξεις το 2018, 2019 και το 2020 με κουπόνια 7,875%, 4,375% και 3,5% αντίστοιχα, με την άνοδο των τιμών τους να προσεγγίζει το 8%.
- Για τη Yioula, η εξάλειψη του country risk αποτυπώθηκε σχεδόν αυτόματα στις αποδόσεις στη λήξη, οι οποίες από το 12% διαμορφώθηκαν στο 4,3%. Η λήξη του ομολόγου του 2019 με κουπόνι στο 8% σημείωσε άνοδο 13%.
- Στον αντίποδα, τη χειρότερη πορεία εξακολουθεί να σημειώνει το ομόλογο της Frigoglass με λήξη το 2018 και κουπόνι 8,25%. Η μετοχή στο διάστημα αυτό έχει σημειώσει νέα ιστορικά χαμηλά, χάνει 95% στο τελευταίο δωδεκάμηνο, με την κεφαλαιοποίηση να μην ξεπερνά τα 5 εκατ. ευρώ. H ομολογία σημειώνει απόδοση στη λήξη 50%, επίπεδα distress επί της ουσίας.