Σοφοκλέους: Σε πολιορκία οι τράπεζες

Mπορεί οι ελληνικές τράπεζες να μην έχουν πρόβλημα ρευστότητας, αντιμετωπίζουν όμως σημαντικά ζητήματα. Οι κινήσεις των τραπεζών. Η πρόκληση της κερδοφορίας. Το στοίχημα των επισφαλειών. Οι τελευταίες εκτιμήσεις.

Σοφοκλέους: Σε πολιορκία οι τράπεζες
* Οι πίνακες που αφορούν στη διάσωση επιλεγμένων χωρών μέσω μικτής βοήθειας και στις τελευταίες εκτιμήσεις για τα κέρδη και τις τιμές-στόχους δημοσιεύονται στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό".

Mπορεί οι ελληνικές τράπεζες να μην έχουν πρόβλημα ρευστότητας, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν αντιμετωπίζουν μια σειρά σημαντικά ζητήματα.

Προβλήματα ικανά από το να περιορίσουν δραματικά τη φετινή τους κερδοφορία έως και να θέσουν εν αμφιβόλω τις μακροπρόθεσμες επενδυτικές προοπτικές τους.

Επί του παρόντος, τα επιτελεία των ελληνικών χρηματοπιστωτικών ομίλων ψαλιδίζουν τα λειτουργικά τους έξοδα, σχεδιάζουν απορροφήσεις θυγατρικών, ανεβάζουν τα επιτόκια χορηγήσεων και είναι πολύ προσεκτικά στο πού χορηγούν τα όποια νέα τους δάνεια.

Παράλληλα, δίνουν τη μεγάλη μάχη για την είσπραξη των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους.

Ωστόσο, μακροπρόθεσμα -με όποιες επιπτώσεις θα έχει αυτό και στο ταμπλό της Σοφοκλέους- το στοίχημα της ανάπτυξης των τραπεζών θα περάσει μέσα από τον βαθμό επιτυχίας των προσπαθειών που γίνονται για τη μακροοικονομική εξισορρόπηση και τη ριζική αναδιάρθρωση ολόκληρης της ελληνικής οικονομίας.

Τη δυσφορία αλλά και τις «σπόντες» πολλών παραγόντων της αγοράς προκάλεσε η πρόσφατη έκθεση της Goldman Sachs για τις ελληνικές τράπεζες, καθώς έγινε λόγος για υπερβολές, για παρανοήσεις αλλά και για σκοπιμότητες.

Παρ’ όλα αυτά, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι οι τράπεζες δεν βρίσκονται σήμερα σε ένα περιβάλλον νέων προκλήσεων, καθώς καλούνται να ανταποκριθούν με επιτυχία σε πολλά και δύσκολα μέτωπα. Συγκεκριμένα, χρειάζεται να αντιμετωπίσουν:

1. Τις επιπτώσεις του μακροοικονομικού προβλήματος, πολλές φορές μάλιστα στηρίζοντας οι ίδιες την αγορά κρατικών τίτλων.

2. Τον κίνδυνο των αυξημένων επισφαλειών, σε ένα περιβάλλον αυξημένου ρίσκου όπου πολλοί πελάτες δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους προς τα πιστωτικά ιδρύματα, πριν καν ξεκινήσουν ουσιαστικά να φαίνονται στην αγορά οι επιπτώσεις από τα νέα σκληρά οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης.

3. Τα έντονα παράπονα των επιχειρήσεων σε ό,τι αφορά τη χορήγηση δανείων.

4. Τα μειωμένα περιθώρια κέρδους, παρά τις επανατιμολογήσεις των δανείων (αύξηση επιτοκίων χορηγήσεων), που προβληματίζουν το επενδυτικό κοινό στο ταμπλό του Χρηματιστηρίου Αθηνών.

--- Το θέμα της ρευστότητας

Την προηγούμενη Παρασκευή, ο ευρωπαίος κεντρικός τραπεζίτης, Ζαν Κλωντ Τρισέ, τόνισε ότι τόσο η ρευστότητα όσο και οι αλλαγές των κανόνων της ΕΚΤ ώστε να γίνονται αποδεκτά τα ελληνικά ομόλογα ως εχέγγυα και το 2011 έχουν απομακρύνει κάποια ρίσκα για τις ελληνικές τράπεζες, σημειώνοντας ωστόσο ότι η κατάσταση σχετικά με τη ρευστότητα των ελληνικών ιδρυμάτων παραμένει δύσκολη και ενδέχεται να επιδεινωθεί.

Ο έλληνας υπουργός Οικονομικών, Γ. Παπακωνσταντίνου, από την πλευρά του, σημείωσε ότι δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος ανησυχίας, όσον αφορά στην οικονομική σταθερότητα, την ρευστότητα και ό,τι άλλο αφορά το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.

Στο ίδιο μήκος κύματος και ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας κ. Απόστολος Ταμβακάκης αλλά και οι άλλοι τραπεζίτες, οι οποίοι θεωρούν υπερβολές τα περί εκροής καταθέσεων και πιθανού κινδύνου ρευστότητας των τραπεζών.

«Off the record», μάλιστα, οι τραπεζίτες υποστηρίζουν ότι μπορεί μεν να παρατηρείται κάποια μείωση στις εγχώριες καταθέσεις, αλλά αυτή κατευθύνεται κυρίως στις θυγατρικές των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων στο εξωτερικό, άρα παραμένουν εντός των ομίλων. Οι αισιόδοξοι, επιπλέον, υποστηρίζουν ότι, μόλις η κατάσταση στην αγορά των κρατικών ομολόγων αρχίσει να σταθεροποιείται, πολλά από αυτά τα κεφάλαια θα ξεκινήσουν σταδιακά να επιστρέφουν στη χώρα.

Ακόμη όμως και οι πιο αιχμηρές εκθέσεις δεν προβλέπουν πρόβλημα χρηματοδότησης των χρηματοπιστωτικών μας ομίλων και αυτό γιατί οι ελληνικές τράπεζες διαθέτουν στο οπλοστάσιό τους -εκτός των άλλων- δύο ισχυρά όπλα: πρώτον, τη δυνατότητα να αντλούν κεφάλαια από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μέσα από την εγγύηση κρατικών ομολόγων και, δεύτερον, τη χρήση του μέρους από το περυσινό πακέτο στήριξης που προέβλεπε την έκδοση ομολογιών με κρατική εγγύηση.

Πέραν αυτού, όμως, υπάρχει και το «πακέτο στήριξης» της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την Ελλάδα (το περίφημο «περίστροφο»), το οποίο και αυτό με τη σειρά του λειτουργεί υπέρ της ρευστότητας των τραπεζών: σε περίπτωση που τελικά η χώρα μας κάνει χρήση του πακέτου, ή εναλλακτικά εάν δεν κάνει χρήση αλλά υποχωρήσουν σημαντικά τα spreads, τότε τα πιστωτικά ιδρύματα θα μπορούν να ρευστοποιήσουν ελληνικά κρατικά ομόλογα και μάλιστα σε ανώτερες αποτιμήσεις από τις τρέχουσες, ή ακόμη θα έχουν και τη δυνατότητα για πιο φθηνή χρηματοδότηση από άλλες μορφές άντλησης κεφαλαίων.

Ωστόσο, αυτό που επισημαίνουν οι αναλυτές είναι ότι, αν συνεχιστεί η τάση να αντικαθίστανται οι χαμένες καταθέσεις (μέρος των οποίων ενδεχομένως να κατευθυνθεί και προς τους κρατικούς τίτλους, όσο αυτοί θα προσφέρουν υψηλά επιτόκια) από κεφάλαια της EKT ή από άλλα κεφάλαια υψηλού κόστους, τόσο χειρότερα θα είναι τα πράγματα ως προς τη δυνατότητα δανεισμού της πραγματικής οικονομίας και τη μακροχρόνια κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών.

--- To «στοίχημα» των επισφαλειών

Όσοι προέβλεπαν πέρυσι (και ήταν σχεδόν όλοι οι επενδυτικοί οίκοι αλλά και οι περισσότεροι τραπεζίτες) ότι το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα άρχιζε να αποκλιμακώνεται μετά το πρώτο εξάμηνο του 2010, τώρα μάλλον έχουν αλλάξει γνώμη, καθώς πολλοί φοβούνται πως η ποιότητα των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών υποβαθμίζεται.

Για παράδειγμα, η Goldman Sachs στην τελευταία της έκθεση αναφέρεται σε όσα επισημαίνει το τελευταίο Ευρωβαρόμετρο για την Ελλάδα, δηλαδή ότι το 57% των ερωτηθέντων Ελλήνων είτε αγωνίζεται διαρκώς είτε καθυστερεί να πληρώσει τους λογαριασμούς του, ενώ μόλις το 20% ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του χωρίς δυσκολία. «Οι Έλληνες πολίτες βρίσκονταν σε δύσκολη οικονομική κατάσταση ακόμη και πριν ανακοινωθούν τα πρόσφατα μέτρα λιτότητας από την κυβέρνηση», καταλήγει ο ξένος οίκος...

Τραπεζικοί κύκλοι, βέβαια, αναγνωρίζουν τα προβλήματα που θα προέλθουν από την ύφεση της ελληνικής οικονομίας στην εξυπηρέτηση των δανείων, ωστόσο επισημαίνουν ότι γίνεται αρκετή δουλειά στο μέτωπο της είσπραξης πολλών καθυστερούμενων απαιτήσεων. Μάλιστα, οι καταθέσεις και οι εισπράξεις των οφειλόμενων δανείων αποτελούν πλέον τους δύο βασικότερους στόχους σε επίπεδο καταστημάτων, σε αντίθεση με το (προ της κρίσης) παρελθόν όπου το κύριο μέλημα ήταν η χορήγηση νέων δανείων.

--- Οι μακροπρόθεσμες προοπτικές

Πέρα όμως από τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στις ελληνικές τράπεζες, στο τραπέζι των συζητήσεων των αναλυτών μπαίνει σταδιακά και το θέμα των μακροπρόθεσμων προοπτικών που διαθέτουν οι εγχώριοι χρηματοπιστωτικοί όμιλοι.

Όταν ξεκίνησε η κρίση στην πραγματική ελληνική οικονομία το φθινόπωρο του 2008, οι περισσότεροι προέβλεπαν ένα «διάλειμμα» 12 - 18 μηνών στην αναπτυξιακή τροχιά των τραπεζών και μετά μιλούσαν για ομίλους που θα αναπτύσσονταν βέβαια με χαμηλότερους ρυθμούς (το +20% - 25% στις χορηγήσεις ετησίως θα έπρεπε να ξεχαστεί), οι οποίοι όμως θα διατηρούνταν σε ικανοποιητικά επίπεδα.

Σήμερα, οι προσδοκίες των αναλυτών είναι περισσότερο «γκρίζες». Ας θυμηθούμε τι έλεγαν αυτοί πριν από τη διεθνή κρίση: Τα δάνεια στην Ελλάδα αποτελούν πολύ μικρότερο ποσοστό του ΑΕΠ σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης, άρα για μια σειρά ετών οι ελληνικές τράπεζες θα μπορούσαν να αυξάνουν με πολύ υψηλούς ρυθμούς τις χορηγήσεις τους.

Τι λένε σήμερα; Η Goldman Sachs, για παράδειγμα, αναφέρει ότι το συνολικό χρέος των ιδιωτών και της κυβέρνησης αντιστοιχεί στο 194% του ΑΕΠ, όταν ο μέσος όρος στην ευρωζώνη βρίσκεται στο 186%, γεγονός που σημαίνει ότι υπάρχει περιορισμένη δυναμική για αύξηση του όγκου των δανείων στο μέλλον!

Ανεξάρτητα όμως από το πόσο σωστή είναι η άποψη του αμερικανικού οίκου, αναμφισβήτητο είναι ότι το 2010 θα είναι η δεύτερη συνεχόμενη χρονιά πολύ χαμηλής πιστωτικής επέκτασης στην ελληνική οικονομία. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, από τον Οκτώβριο του 2008 έως και σήμερα η ετήσια πιστωτική επέκταση είναι σαφώς χαμηλότερη του 5%. Οι εκτιμήσεις μάλιστα αναφέρουν ότι δεν αναμένεται κάποια ουσιαστική βελτίωση, τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2010, ενώ έντονη επιφυλακτικότητα επικρατεί και για την πορεία του 2011.

Όλα λοιπόν δείχνουν ότι οι τράπεζες στο τέλος του 2011 θα βρεθούν έχοντας διάγει τρία χρόνια στα οποία θα έχουν χορηγήσει πολύ λίγα νέα δάνεια. Με δεδομένο ότι τα έσοδα ενός πιστωτικού ιδρύματος προέρχονται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις κινήσεις τις οποίες έκανε σε προηγούμενα έτη (μακροπρόθεσμα δάνεια κ.λπ.), αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες θα βρεθούν χωρίς τα απαραίτητα «καύσιμα» προκειμένου να συνεχίσουν μια ισχυρή ανάπτυξη ακόμη και όταν -θεωρητικά τουλάχιστον- η κρίση θα έχει ξεπεραστεί!

Οι διοικήσεις τους φαίνεται ήδη πως προβληματίζονται με το συγκεκριμένο θέμα και γενικότερα θεωρούν απαραίτητη προϋπόθεση για τη δική τους μακροπρόθεσμη άνοδο το να διαμορφωθεί ένα νέο μοντέλο στην ελληνική οικονομία, το οποίο δεν θα βασίζεται στην ιδιωτική κατανάλωση και στην αγορά κατοικίας, αλλά στις υποδομές, στις εξαγωγές, στον τουρισμό και γενικότερα στις δραστηριότητες όπου η χώρα θα μπορούσε να διαθέτει συγκριτικό πλεονέκτημα.

Φαίνεται δηλαδή να βαδίζουμε σε εποχές όπου η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη του τραπεζικού συστήματος θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την επιτυχία των μεταρρυθμίσεων που θα επιχειρηθούν σε κυβερνητικό επίπεδο για την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών, την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, τη μείωση της γραφειοκρατίας κ.λπ. 

Η ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΤΗΣ ΚΕΡΔΟΦΟΡΙΑΣ

Εντονες επιφυλάξεις για τον κλάδο και τα μεγέθη των ελληνικών τραπεζών εκφράζουν οι αναλυτές, με αποκορύφωμα την τελευταία έκθεση-«κόλαφο» του αμερικανικού επενδυτικού οίκου Goldman Sachs.

Για το 2010 οι εκτιμήσεις όσον αφορά στα κέρδη ανά μετοχή έχουν «ψαλιδιστεί» σημαντικά, ενώ σε όλα τα πιστωτικά ιδρύματα, με εξαίρεση ίσως την Εθνική Τράπεζα και δευτερευόντως την Τράπεζα Κύπρου, η πτώση των κερδών προβλέπεται πολύ ισχυρή. Μάλιστα, αν συνεκτιμηθεί το γεγονός ότι η σύγκριση γίνεται με το 2009, όπου υπήρξε η έκτακτη φορολόγηση, ουσιαστικά η εικόνα που δημιουργείται είναι αποκαρδιωτική.

Οι μετοχές των Εθνικής, EFG Eurobank, Alpha Bank, Πειραιώς, Marfin P.B., Κύπρου, Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και ΑΤΕbank έχουν σημειώσει σημαντική πτώση πάνω από 20% στο ταμπλό από την αρχή του έτους, ενώ ενδεικτικό της κακής ψυχολογίας είναι το γεγονός ότι μεταξύ των παραπάνω τις υψηλότερες απώλειες σημειώνει ο τίτλος της Εθνικής Τράπεζας με -26,8%, ενώ μόνο η Τραπεζα Κυπρου με απώλειες 3,65% φαίνεται να... κρατάει δυνάμεις.

Η μέση μεταβολή των κερδών ανά μετοχή για το 2010 δεν είναι ενδεικτική της πραγματικής εικόνας, αφού η θετική εκτιμώμενη μεταβολή της Εθνικής Τράπεζας και το μεγάλο ειδικό βάρος της στη στάθμιση οδηγούν τον μέσο όρο στο -5% σε σχέση με πέρυσι.

* Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της FactSet, για την Εθνική η μέση εκτίμηση όσον αφορά στα κέρδη ανά μετοχή του 2010 έχει διαμορφωθεί στο 1,71 ευρώ έναντι 1,62 ευρώ για το 2009, δηλαδή αύξηση της τάξεως του 5%, ενώ για το 2011 η μέση εκτίμηση διαμορφώνεται σε 2,19 ευρώ ανά μετοχή, ήτοι 28% υψηλότερα σε σχέση με φέτος.

* Για την EFG Eurobank, η μέση εκτίμηση των κερδών για το 2010 έχει διαμορφωθεί σε 0,42 ευρώ ανά μετοχή έναντι 0,51 ευρώ για το 2009, άρα μείωση 17%, όμως για το 2011 είναι +95%. Επιπρόσθετα, για την Alpha Bank η μέση εκτίμηση όσον αφορά στα κέρδη ανά μετοχή ανέρχεται σε 0,49 ευρώ το 2010 έναντι 0,70 ευρώ το 2009, δηλαδή αρνητική μεταβολή 31%.

* Παράλληλα, τόσο για τη MPB όσο και για την Τράπεζα Κύπρου, οι μεταβολές είναι αρκετά διαφορετικές από ό,τι στις ελληνικές τράπεζες, αφού για την πρώτη η μείωση είναι 5% και για τη δεύτερη δεν υπάρχει καμία μεταβολή. Για την Τράπεζα Πειραιώς, αντίθετα, το 2010 προβλέπεται δύσκολο, με υποχώρηση 33% για τα κέρδη ανά μετοχή στο 0,41 ευρώ έναντι 0,62 ευρώ το 2009.

Ειδική μνεία χρειάζεται η ανάλυση της Goldman Sachs σχετικά με τις ελληνικές τράπεζες, όχι μόνο για τις τιμές-στόχους τις οποίες θέτει αλλά και για τις εκτιμήσεις που υπολογίζει όσον αφορά στα κέρδη ανά μετοχή. Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα κινείται κατά μέσο όρο 21% χαμηλότερα από το consensus και ειδικά για την Πειραιώς εκτιμά κέρδη ανά μετοχή 0,23 ευρώ το 2010 έναντι του 0,41 ευρώ που είναι ο μέσος όρος. 

* Οι πίνακες που αφορούν στη διάσωση επιλεγμένων χωρών μέσω μικτής βοήθειας και στις τελευταίες εκτιμήσεις για τα κέρδη και τις τιμές-στόχους δημοσιεύονται στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό".

** Επικαιροποιημένη αναδημοσίευση από το 630ό φύλλο της εβδομαδιαίας εφημερίδας "ΜΕΤΟΧΟΣ & ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ", 16 - 20 Απριλίου 2010.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v