Σειρά σοβαρών αποκαλύψεων και αναπάντητων επιστολών που είχαν κοινοποιηθεί στο Υπουργείο Μεταφορών αποκάλυψε η πρόεδρος της ΡΑΣ Ιωάννα Τσιαπαρίκου, η οποία παραχώρησε συνέντευξη στον τηλεοπτικό σταθμό Kontra σχετικά με το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών.
Η κα Τσιαπαρίκου σημείωσε πως η Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων είχε «χτυπήσει» καμπανάκια κινδύνου για τα ζητήματα ασφάλειας στον ελληνικό σιδηρόδρομο, παρουσιάζοντας και ορισμένα έγγραφα που είχαν αποσταλεί και κοινοποιηθεί στους πολιτικούς προϊστάμενους, όπως αυτό της 13ης Δεκεμβρίου του 2021 με τίτλο «Συστάσεις για τη βελτίωση της ασφάλειας των σιδηροδρόμων» προς ΟΣΕ, ΤΡΑΙΝΟΣΕ, ΣΤΑΣΥ, Γραφείο Υπουργού και Υφυπουργού, Γενικού Γραμματέα Μεταφορών, Γενικού Διευθυντή Μεταφορών του Υπουργείου.
Το τελευταίο έγγραφο, ωστόσο, ήταν μόλις τέσσερις μέρες πριν την τραγωδία, με το οποίο η ΡΑΣ ζητούσε ενημέρωση σχετικά με το προσωπικό του ΟΣΕ και για το αν λήφθηκαν ή πρόκειται να ληφθούν μέτρα για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, καθώς είχαν προηγηθεί εκτροχιασμοί τον Οκτώβριο του 2022 σε Λιανοκλάδι και Τιθορέα. Στο έγγραφο αυτό μάλιστα γινόταν λόγος για «μη ορθή διευθέτηση αλλαγής τροχιάς».
«Είχαμε προειδοποιήσει, όλοι γνώριζαν»
Η πρόεδρος της ΡΑΣ αρχικά απάντησε στην κριτική που έχει δεχτεί σχετικά με την εμπειρία και την επάρκειά της για τη θέση της: «Οι σπουδές μου είναι πραγματικές και δεν αμφισβητούνται από κανέναν. Είμαι οικονομολόγος από το Πανεπιστήμιο Πειραιά, έχω μεταπτυχιακές σπουδές σε ένα από τα ελάχιστα ευρωπαϊκά μεταπτυχιακά διεθνών μεταφορών και είμαι και διδάκτωρ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Πειραιά, με έμφαση στη διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού. Έχω εμπειρία στις μεταφορές, αλλά θα πρέπει να σας πω ότι οι σύγχρονες μέθοδοι μάνατζμεντ επιτάσσουν ένα τεχνοκρατικό προφίλ και ένα οικονομικό background. Το σχέδιο διαχείρισης ασφάλειας μέσω του οποίου παίρνει έγκριση η ασφάλεια στον ΟΣΕ δεν έχει συνταχθεί από κανένα τεχνικό πανεπιστήμιο. Έχει συνταχθεί από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Καταλαβαίνετε ότι είναι απολύτως συμβατό το οικονομικό προφίλ για μία τέτοια θέση».
Εν συνεχεία, σχετικά με το αν είχε ενημερώσει για το μπάχαλο τους πολιτικούς προϊστάμενους: «Η έγκριση ασφάλειας είναι μία σειρά καταγεγραμμένων διαδικασιών με βάση τα υφιστάμενα συστήματα από τον ΟΣΕ, που τις καταρτίζει προκειμένου ο σιδηρόδρομος να δραστηριοποιείται με ασφάλεια. Εμείς δεν θα μπορούσαμε να μη δώσουμε την έγκριση ασφαλείας στον ΟΣΕ, εφόσον όλες αυτές οι διαδικασίες είναι καταγεγραμμένες. Από την ώρα που καταγράφονται, είναι δέσμευση του ΟΣΕ να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα, να ελέγχει τους κινδύνους ασφάλειας και αν συμμορφώνεται πλήρως με τις νομοθετικές διατάξεις. Με αυτόν τον τρόπο δίνουμε την έγκριση ασφάλειας και από εκείνη την ώρα ο ΟΣΕ επωμίζεται την ευθύνη για αυτά που περιγράφονται. Εμείς κάνουμε μετά εποπτείες και τακτικούς ελέγχους βάσει των κινδύνων που εντοπίζονται από την προηγούμενη χρονιά. Οι έλεγχοι αυτοί είναι ποιοτικοί και δειγματοληπτικοί, δεν είναι ποσοτικοί. Στις διαδικασίες αυτές υπάρχουν και δικλίδες ασφαλείας, υπάρχει ανάλυση επικινδυνότητας, ο ίδιος ο ΟΣΕ πρέπει να αναλαμβάνει μέτρα και στο τέλος υπάρχει η ΡΑΣ, που βάσει κινδύνων καταρτίζει ένα ετήσιο πρόγραμμα δειγματοληπτικών ελέγχων, περίπου έναν τον μήνα».
Σε ερώτηση γιατί το πόρισμα της ΡΑΣ δεν ήρθε νωρίτερα, απάντησε: «Πάντα όταν είχαμε υπόνοια ότι υπάρχει κάποιος κίνδυνος, ενημερώναμε και το κοινοποιούσαμε και στο υπουργείο. Έχω μαζί μου σειρά εγγράφων στα οποία χτυπάμε τα καμπανάκια για τα οποία κατηγορηθήκαμε ότι ερχόμαστε εκ των υστέρων να τα χτυπήσουμε. Από το 2018, το κάναμε με όλες τις διοικήσεις ΟΣΕ. Λέγαμε ότι το τελευταίο χρονικό διάστημα παρατηρούμε την αύξηση της συχνότητας ατυχημάτων και εφιστούμε την προσοχή σας για την τήρηση των κανόνων και των διαδικασιών. Αυτό το έγγραφο είναι κοινοποιημένο, όχι μόνο στη διοίκηση του ΟΣΕ αλλά και στο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών».
Όσο για τις απαντήσεις που δόθηκαν και το αν υιοθετήθηκαν οι συστάσεις, είπε: «Εκ του αποτελέσματος φαίνεται πως όχι. Ακόμη κι αν δεν είχαμε τα έγγραφα, έχουμε και έκθεση ασφάλειας, την οποία υποχρεούμαστε να κοινοποιούμε κάθε χρόνο στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Σιδηροδρόμων, στο υπουργείο και στους αρμόδιους φορείς, όπου περιγράφεται ότι είμαστε από τις χώρες με τα περισσότερα θανατηφόρα ατυχήματα και συμβάντα στην Ε.Ε. Τον περασμένο Σεπτέμβριο, βγήκε η έκθεση του 2021 και φαίνεται ότι έχουμε πάρα πολύ αυξημένα συμβάντα και ατυχήματα. Είχα συναντηθεί με τον Γενικό Γραμματέα Μεταφορών. Συναντιόμασταν όταν υπήρχε ανάγκη. Τα προβλήματα είναι γνωστά, δεν τα ανακαλύψαμε εμείς. Δεν χρειαζόταν να χτυπήσουμε καμπανάκια, ήταν όλοι γνώστες και της κακής κατάστασης του δικτύου και της δυσκολίας συντήρησης του δικτύου και της έλλειψης προσωπικού και πάντα προσπαθούσαμε πυροσβεστικά να εντοπίζουμε τους κινδύνους και να προειδοποιούμε. Αυτά τα έχουμε πει και δημόσια».
Όσο για το αν είχε συναντηθεί με τον Κώστα Αχ. Καραμανλή, είπε: «Όχι, δεν τον συνάντησα. Όταν ανέλαβε το υπουργείο, είχα ενημερώσει ότι είμαστε στη διάθεσή του. Δεν με κάλεσε ποτέ».
Τέλος, για το αν είχαν καταλάβει στο Υπουργείο το μέγεθος του προβλήματος και ποιοι ευθύνονταν, είπε: «Εγώ δεν ήρθα εδώ να αποδώσω ευθύνες. Υπάρχουν αρχές που θα το κάνουν. Σίγουρα ήταν ανθρώπινο λάθος, σίγουρα αν είχαμε αυτοματοποιημένα συστήματα ίσως να μην είχαμε αυτή την τραγωδία, αλλά όλοι γνώριζαν την κατάσταση στον σιδηρόδρομο. Όλοι τη γνώριζαν. Θεωρώ ότι και ο ίδιος ο διευθύνων του ΟΣΕ είχε μεταφέρει την κατάσταση και έκανε προσπάθειες. Μας είχε μεταφερθεί ότι έχει αλλάξει το προσωπικό και αναζητά χρηματοδότηση και προσωπικό. Σχεδόν κάθε μέρα υπήρχε ένα συμβάν, για το οποίο εμείς πρέπει να στείλουμε μία επιστολή. Συστάσεις για τις διαβάσεις, εκτροχιασμούς, αλλαγές τροχιάς κ.α.».