Στις σκληρές επιθέσεις που, όπως είπε, δέχθηκε, όταν χειρίστηκε τις έρευνες στην υπόθεση της Novartis για τα πολιτικά πρόσωπα, αναφέρθηκε στην απολογία της ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου η Ελένη Τουλουπάκη.
Η εισαγγελέας έκανε λόγο για ανελέητο πόλεμο που δέχθηκε από πολιτικά πρόσωπα, ΜΜΕ αλλά και πειθαρχικές διώξεις για τους χειρισμούς της στην υπόθεση της Novartis, υποστηρίζοντας την νομιμότητα των ενεργειών της και τονίζοντας ότι έστειλε τη σχετική δικογραφία με τους δέκα πολιτικούς με βάση τον νόμο περί ευθύνης υπουργών.
Παράλληλα τόνισε ότι επί των ημερών της αρχειοθετήθηκε η υπόθεση για τους επτά από τους δέκα πολιτικούς, ενώ για τους άλλους τις δικογραφίες χειρίστηκε ο σημερινός οικονομικός εισαγγελέας Χρήστο Μπαρδάκη.
Η κατηγορούμενη επισήμανε ότι δεν είχε σχέση με πολιτικά πρόσωπα και με το κ. Παπαγγελόπουλο είχε τυπικές υπηρεσιακές σχέσεις και εάν είχε ιδιαίτερες σχέσεις δεν θα του μίλαγε ακόμη στον πληθυντικό. Επίσης, ανέφερε ότι με τον κ. Παπαγγελόπουλο είχε συναντηθεί εθιμοτυπικά μόνο δύο φορές και σε δύο γεύματα που είχαν γίνει.
Ως προς των πρώην υπουργό Υγείας Παναγιώτη Κουρουμπλή, η κυρία Τουλουπάκη επισήμανε ότι «δεν υπήρξε συγκεκριμένη ευθύνη σε βάρος» το επίμαχο διάστημα και έτσι, παρέμεινε εκτός των δέκα πολιτικών προσώπων που παραπέμφθηκαν στην Βουλή.
«Ας μου επιτραπεί, τόνισε, παρατηρώντας τα όσα έχουν συμβεί, ότι πρόκειται για την πιο συντονισμένη προσπάθεια εξόντωσης δικαστικών λειτουργών στην μεταπολιτευτική ιστορία του τόπου μας. Έκτοτε ξεκίνησε, ένας ανελέητος πόλεμος από τα ερευνώμενα πολιτικά πρόσωπα, με την σθεναρή συμπαράσταση των κομμάτων τους και την ενεργή υποστήριξη των ΜΜΕ”.
Και πρόσθεσε αναφερόμενη σε επιθέσεις και σε παρασκηνιακές κινήσεις που στόχευαν, όπως είπε, στο να της αφαιρεθεί η δικογραφία.
“Ενώ συνεχίζαμε την έρευνα μας κατά της Novartis και των πολιτικών προσώπων, μετατραπήκαμε ταυτόχρονα ερευνώμενοι και ελεγχόμενοι για την εισαγγελική μας έρευνα, από τα ποινικώς ερευνώμενα πολιτικά πρόσωπα. Δεν υπήρξε μέρα που να μην δίνουμε εξηγήσεις είτε στον Άρειο Πάγο είτε στη Βουλή.
Ταυτόχρονα, γίνονταν συστηματικές προσπάθειες να αφαιρεθεί η υπόθεση από την Εισαγγελία Διαφθοράς, το φυσικό της δικαστή και να περάσει σε άλλα χέρια.
Μετά την αποτυχία του εγχειρήματος αυτού, ήταν μονόδρομος για την αφαίρεση της δικογραφίας η κατάργηση της Εισαγγελίας Διαφθοράς και η ίδρυση μιας νέας υπηρεσίας, στην οποία περιήλθε η δικογραφία της Novartis «εν μια νυκτί».
Στη συνέχεια η Ελένη Τουλουπάκη αναφέρθηκε στην αρχειοθέτηση της υπόθεσης για τα επτά από τους δέκα εμπλεκόμενα –τότε πολιτικά πρόσωπα. «Όσο λοιπόν είχαμε την δικογραφία και παρά τις καθημερινές απειλές και πιέσεις που δεχόμασταν, ολοκληρώσαμε την έρευνα για 7 από τα 10 πολιτικά πρόσωπα κρίνοντας ότι έπρεπε να τεθούν στο Αρχείο. Για δυο από τα υπολειπόμενα πρόσωπα δεν ολοκληρώθηκε η ερευνά μας και συνεχίστηκε από τον κ. Μπαρδάκη, ενώ για τον τρίτο κρίναμε ότι υπήρχαν επαρκείς ενδείξεις για την άσκηση της ποινικής δίωξης.
Η αμεροληψία μας και η απουσία οιασδήποτε παρέμβασης στο έργο μας, επιβεβαιώνεται από το γεγονός, ότι αφενός οι 7 αρχειοθετήσεις έλαβαν χώρα προ των εκλογών του 2019 και αφετέρου η ποινική δίωξη σε βάρος του ενός πολιτικού προσώπου ασκήθηκε σε χρόνο μεταγενέστερο των εκλογών, κατόπιν αδείας της νέας Βουλής – νέας Κυβέρνησης.
Δηλαδή από το χειρισμό μας αποδεικνύεται, ότι δεν αφήσαμε κανένα περιθώριο πολιτικής εκμετάλλευσης των ενεργειών μας”.
Σε ό,τι αφορά την κατηγορία που αντιμετωπίζει, ότι δηλαδή δεν έστειλε στη Βουλή με βάση τον νόμο περί ευθύνης υπουργών καταγγελίας του ΚΙΝΑΛ για τον τότε υπουργό Υγείας Παναγιώτη Κουρουμπλή, η εισαγγελέας , την αρνήθηκε λέγοντας πως τα έστειλε, όταν έλαβε γνώση χωρίς να καθυστερήσει.
«Εν κατακλείδι, τόνισε, όταν εγώ λαμβάνω για πρώτη φορά γνώση των αναφορών αυτών αμελλητί τα στέλνω στη Βουλή. Εγώ έλαβα γνώση τέλος Ιανουαρίου του 2018 και 5-2-2018, τα στέλνω αμελλητί στη Βουλή».
«Σε κάθε δε περίπτωση, υπογράμμισε, τα έγγραφα αυτά ήδη από τους προκατατόχους μου δεν είχαν καν εκληφθεί ως μηνυτήριες αναφορές».
Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις της με τον δικαζόμενο υπουργό Δημήτρη Παπαγγελόπουλο που αντιμετωπίζει κατηγορία ηθικής αυτουργίας στο αδίκημά της (κατάχρηση εξουσίας) η κυρία Τουλουπάκη, αρνήθηκε ότι είχε άλλες σχέσεις, πέραν της καθαρά υπηρεσιακής. Ειδικότερα, αναφερόμενη στο ότι δεν δέχθηκε από κανένα υποδείξεις η προτροπές για τον χειρισμό υποθέσεων και από τον κ. Παπαγγελόπουλο, τόνισε: «Ο κ. Παπαγγελόπουλος παρουσιάζεται ως ηθικός αυτουργός των πράξεων μου. Θέλω να σας δηλώσω ότι δεν είχα κανένα διάλογο με κανένα πολιτικό. Ήμουν όμως σε ένα διαρκή εσωτερικό διάλογο με την συνείδηση μου και με τον Θεό».
Η κυρία Τουλουπάκη κλείνοντας την απολογία της υποστήριξε: «Σήμερα είναι η κορύφωση μιας ανηφορικής πορείας. Ενός προσωπικού Γολγοθά που ξεκίνησε 4 χρόνια πριν. Μια περίοδος κατά την οποία αποκαλούσαν εμένα και τους συνεργάτες μου «εγκληματική συμμορία», «παραδικαστικό κύκλωμα», ενώ δεχόμουν καθημερινά απειλές του τύπου ότι θα «μπω φυλακή» και ότι θα με «γδάρουν».
Ξυπνήσαμε κάποια μέρα για να μάθουμε ότι όλοι στην εισαγγελία είχαμε παρατσούκλια κυρά Φρόσω, γόβας, νεκροθάφτης, ταξιδιάρα, Ρασπούτιν κ.λπ., που δεν είχαμε ακούσει ποτέ γιατί δεν είχαν ειπωθεί ποτέ παρουσιάζοντας μία παρακμιακή εικόνα του δικαστικού σώματος, η οποία όπως αποδείχθηκε υφίστατο μόνο στην αντίληψη εκείνων που τα επινόησαν…
Χαρακτηριστικό της προσωπικής μου στοχοποίησης καθ' όλο αυτό το διάστημα είναι ότι άγνωστοι διέρρηξαν δύο φορές την κατοικία μου, αφαιρώντας μόνο αρχεία και σημειώσεις από το γραφείο μου, στέλνοντας μου σαφές μήνυμα του κινδύνου που διατρέχω για τις έρευνές μου, ως Εισαγγελέα Διαφθοράς.
Εγώ πρωτίστως και οι συνεργάτες μου δευτερευόντως δεχτήκαμε την μεγαλύτερη δυνατή διαπόμπευση. Διερωτώμαι αν υπάρχουν πιο απαξιωτικές κατηγορίες από αυτές που μου αποδόθηκαν. Εμφανιστήκαμε να εκβιάζουμε μάρτυρες, να υποβάλουμε σε αυτούς το περιεχόμενο των καταθέσεων τους , να κατασκευάζουμε αποδείξεις και να εκθέτουμε σε δίωξη 10 πολιτικά πρόσωπά.
Και κατέληξε:
«Ας μου επιτραπεί να πω, παρατηρώντας τα όσα έχουν συμβεί, ότι πρόκειται για την πιο συντονισμένη προσπάθεια εξόντωσης δικαστικών λειτουργών στην μεταπολιτευτική ιστορία του τόπου μας. Επίσης η πορεία αυτής της υπόθεσης αποδεικνύει και κάτι άλλο εξίσου σημαντικό. Ότι δικαστές δεν υπάρχουν μόνο στο Βερολίνο, αλλά και εις τας Αθήνας.
Είναι οι δικαστές του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, που παρά τα τύμπανα της συκοφαντίας και της διαστρέβλωσης της αλήθειας αποφάσισαν, περνώντας σε σας την τελική σκυτάλη για την οριστική κάθαρση αυτής της τραγωδίας, όχι μόνο για μένα και τους συναδέλφους μου που κατηγορηθήκαμε αδίκως αλλά και για την ελληνική δικαιοσύνη στο σύνολο της, που τραυματίστηκε βαρύτατα από την αληθινή σκευωρία».
Η κυρία Τουλουπάκη αναφέρθηκε επίσης εκτενώς στη δικαστική διαδρομή και τα πόστα που κατά καιρούς υπηρέτησε, όπως επίσης, πως επιλέχθηκε ως επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς.
Πριν την απολογία της εκ των συνηγόρων της Γιάννης Μαντζουράνης κατήγγειλε ότι σήμερα κατά την ημέρα της απολογίας της, κοινοποιήθηκε πειθαρχική αγωγή, τονίζοντας πως «κάποιοι δεν σέβονται ούτε την απολογία της, την κυνηγούν ακόμα» συμπληρώνοντας ότι «αυτά πλήττουν το κύρος της Δικαιοσύνης».