Είναι κληρονομικός ο εθισμός στον τζόγο;

Μια ευρείας έκτασης μελέτη που διεξήχθη ταυτόχρονα από επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Μισούρι και του Ινστιτούτου Ιατρικής Έρευνας του Κουίνσλαντ της Αυστραλίας δίνει απαντήσεις. Παρουσίαση.

Είναι κληρονομικός ο εθισμός στον τζόγο;

Σύμφωνα με επίσημες επιστημονικές έρευνες, άνθρωποι που μεγαλώνουν σε περιβάλλον καπνιστών έχουν περίπου τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να ακολουθήσουν και οι ίδιοι τη βλαβερή αυτή συνήθεια. Σίγουρα πρόκειται για κάτι λογικό, με δεδομένο πως η νικοτίνη αποτελεί μια ιδιαίτερα εθιστική ουσία.

Υπάρχει όμως κάτι που να δικαιολογεί την πεποίθηση πως ανάλογη κληρονομικότητα καταγράφεται και στους συγγενείς των τζογαδόρων; Είναι δηλαδή πιθανό τα παιδιά και τα μικρότερα αδέρφια όσων εμπλέκονται με τον τζόγο και το στοίχημα να αναπτύξουν αντίστοιχη εξάρτηση; Το σίγουρο είναι πως κάτι τέτοιο συμβαίνει γύρω μας καθώς ο τζόγος συνδέεται με ένα συγκεκριμένο γονίδιο, το οποίο μπορεί να μεταδοθεί από γενιά σε γενιά.

Πιο συγκεκριμένα, τα γονίδια ευθύνονται για το 50% της τάσης που αναπτύσσει ένα άτομο βάσει της οποίας εμπλέκεται συστηματικά με τα τυχερά παιχνίδια. Παλιότερα ωστόσο, πιστευόταν γενικά πως η επιθυμία για οποιαδήποτε μορφή τζόγου κληρονομούνταν κυρίως από το ανδρικό φύλο. Νέες πιο πρόσφατες έρευνες αποδεικνύουν πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει, με τους επιστήμονες που συμμετείχαν στη μελέτη να παραδέχονται ωστόσο πως χρειάζεται περισσότερη ανάλυση προκειμένου να εξεταστούν παράλληλα οι κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιρροές.

Τι γνωρίζουμε μέχρι σήμερα

Μια ευρείας έκτασης μελέτη που διεξήχθη ταυτόχρονα από επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Μισούρι και του Ινστιτούτου Ιατρικής Έρευνας του Κουίνσλαντ της Αυστραλίας, εξέτασε τις συνήθειες 2.700 γυναικών και 2.000 ανδρών από το μητρώο διδύμων της Αυστραλίας. Ανάμεσα στα «ζευγάρια» των διδύμων που συμμετείχαν στο πείραμα, υπήρχαν τόσο πανομοιότυπα δίδυμα όσο και μη. Κάτι που σημαίνει πως κάποια από αυτά μοιράζονταν την ίδια γενετική σύνθεση, ενώ κάποια άλλα μοιράζονταν τα γονίδιά τους, όπως συμβαίνει και με τις πιο συνηθισμένες περιπτώσεις ανάμεσα σε αδέρφια.

Η έρευνα αποκάλυψε ότι εάν ένα από τα δίδυμα είχε πρόβλημα με τον τζόγο, τότε ένα πανομοιότυπο δίδυμο ήταν πιο πιθανό να αναπτύξει με τη σειρά του το ίδιο πρόβλημα. Κάτι που δεν ισχύει για την περίπτωση των απλών διδύμων χωρίς πανομοιότυπα χαρακτηριστικά.

Η συγκεκριμένη μελέτη έδειξε επίσης ότι οι γυναίκες είχαν ίδιες πιθανότητες με τους άντρες να αναπτύξουν πρόβλημα εθισμού στο τζόγο, κάτι που συμβαίνει λόγων των γονιδίων. Προκύπτει λοιπόν πως οποιοσδήποτε άνθρωπος, ανεξαρτήτως φύλου, είναι πολύ πιθανό να αναπτύξει εθισμό εάν μεγαλώνει εντός ενός προβληματικού λόγω τζόγου περιβάλλοντος.

Οκτώ φορές πιο πιθανό

Περαιτέρω έρευνα σχετικά με το ζήτημα της κληρονομικότητας του τζόγου πραγματοποιήθηκε από το Πανεπιστήμιο της Αϊόβα. Η μελέτη αυτή κατέληξε στο συμπέρασμα πως όσοι επηρεάζονται από τον «παθολογικό» τζόγο έχουν έως και οκτώ φορές περισσότερες πιθανότητες να κληρονομήσουν προβλήματα από τα μέλη της οικογένειας που εμπλέκονται με οποιαδήποτε μορφή τζόγου. Τα αποτελέσματα της μελέτης της Αϊόβα έδειξαν επίσης μια σύνδεση μεταξύ προβλημάτων τζόγου και άλλων διαταραχών όπως αυτή του μετατραυματικού στρες. Η κατάθλιψη και το άγχος αποτελούν δύο ακόμη σοβαρά ζητήματα που πολύ συχνά πηγάζουν από τα προβλήματα που επιφέρει ο τζόγος και τα οποία κάνουν ακόμα πιο έντονη τη σοβαρότητα του ζητήματος.

Η μελέτη περιλάμβανε τη συμμετοχή 95 παθολογικών τζογαδόρων και 91 ατόμων που δεν είχαν καμία εμπλοκή με το τζόγο. Τα άτομα αυτά ταξινομήθηκαν με βάση την ηλικία, το φύλο και το μορφωτικό τους επίπεδο. Παράλληλα, συμμετείχαν περισσότεροι από 1.000 ενήλικοι συγγενείς πρώτου βαθμού και από τις δύο ομάδες.

Χρησιμοποιώντας εκτεταμένη έρευνα και συνεντεύξεις, το πείραμα οδήγησε σε διάγνωση τζόγου για όλους όσους συμμετείχαν στη μελέτη. Διαπιστώθηκε όμως πως το 11% των συγγενών των τζογαδόρων είχε αναπτύξει παρόμοια συμπεριφορά, ενώ μόλις το 1% των συγγενών της δεύτερης ομάδας παρουσίασε τέτοιες ενδείξεις.

Ο επικεφαλής της έρευνας Donald W. Black (καθηγητής ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Αϊόβα) δήλωσε πως ακούμε καθημερινά για το εν λόγω φαινόμενο, αλλά είναι πολύ εντυπωσιακό όταν μετά από ενδελεχή έρευνα βλέπεις τα στοιχεία αυτά να εκφράζονται με αριθμούς.

Ασυμφωνία μεταξύ των ερευνών

Στην πραγματικότητα όμως, δεν συμφωνούν μεταξύ τους όλες οι μελέτες σχετικά με τους γενετικούς δεσμούς και τα τυχερά παιχνίδια. Πράγματι, τα αποτελέσματα διαφόρων ερευνών παρουσιάζουν αποκλίσεις που αγγίζουν ακόμη και το 70%. Αυτό φανερώνει κυρίως πως πρόκειται για ένα εξαιρετικά περίπλοκο ζήτημα. Μπορούμε ωστόσο να συνοψίσουμε πως οι γενετικοί παράγοντες αποτελούν έναν από τους λόγους για τους οποίους κάποιοι άνθρωποι αναπτύσσουν προβλήματα εθισμού στο τζόγο.

Αντιστοίχως, οι περιβαλλοντικοί παράγοντες παίζουν με τη σειρά τους σημαντικό ρόλο στο εάν κάποιος είναι περισσότερο ή λιγότερο πιθανό να αναπτύξει μια σειρά συνηθειών τζόγου.

Με πιο απλά λόγια, κάποιος που μεγαλώνει παρακολουθώντας τα μέλη της οικογένειας του να ασχολούνται συστηματικά με τα τυχερά παιχνίδια, θεωρεί πως η συγκεκριμένη δραστηριότητα εντάσσεται στα όρια της κανονικότητας.

Αυτό θα αυξήσει τις πιθανότητες να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο όταν ενηλικιωθεί, ενώ αξίζει να σημειωθεί πως υπάρχουν και γονείς που επιτρέπουν στα παιδιά τους να δοκιμάζουν την τύχη τους στα πιο απλά παιχνίδια (τύπου Σκρατς) από μικρή ηλικία.

Οι τζογαδόροι μοιράζονται τα ίδια χαρακτηριστικά

Μια ακόμη ομάδα επιστημόνων από το Πανεπιστήμιο του Καναδά προσπάθησε να επιλύσει το «chicken or egg mystery», μια θεωρία που σχετίζεται με το αν ο εθισμός στο τζόγο είναι έμφυτος ή αποτελεί απλά μεταγενέστερο στάδιο της ενασχόλησης. Η ομάδα αυτή εντόπισε ότι υπάρχουν αρκετοί σύνδεσμοι που πρέπει να παρατηρηθούν σε άτομα με εθισμό στον τζόγο, συμπεριλαμβανομένης της παρορμητικότητας, της αλλοιωμένης επεξεργασίας πληροφορίων του εγκεφάλου και της λήψης επικίνδυνων αποφάσεων.

Το ερώτημα είναι αν αυτά τα χαρακτηριστικά αντιπροσωπεύουν ήδη υπάρχοντα τρωτά σημεία ή αποτελούν συνέπεια του τρόπου με τον οποίο ο τζόγος επηρεάζει τον εγκέφαλο.

Στη μελέτη συμμετείχαν είκοσι ενήλικες από την Εθνική Κλινική Προβλημάτων Τυχερών Παιχνιδιών του Λονδίνου μαζί με τα αδέρφια τους που κλήθηκαν να ολοκληρώσουν μια σειρά από τεστ που μετρούσαν το χρόνο απόκρισης τους στη λήψη αποφάσεων, την παρορμητικότητα και την ανάληψη κινδύνων.

Η μελέτη αποκάλυψε πως τόσο οι προβληματικοί παίκτες όσο και τα αδέρφια τους έδειχναν περισσότερη παρορμητικότητα και αναλάμβαναν μεγαλύτερα ρίσκα εν συγκρίσει με μια δεύτερη ομάδα ατόμων που δεν είχε την παραμικρή σχέση με το εγχείρημα του τζόγου. Το τελικό πόρισμα ήταν πως το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσαν οι συμμετέχοντες της πρώτης ομάδας και οι συγγενείς τους ήταν ο βασικός λόγος για τα συγκεκριμένα αποτελέσματα.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v