Η σημαντική αναζωπύρωση της διασποράς κορωνοϊού στην κοινότητα το τελευταίο διάστημα πρέπει να «φρενάρει» την όποια προγραμματισμένη νέα άρση περιορισμών και να εντείνει την προσοχή των πολιτών στα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης. Αυτό υποστηρίζει ο καθηγητής περιβαλλοντικής μηχανικής του ΑΠΘ Δημοσθένης Σαρηγιάννης.
Αποδίδει την αύξηση αφενός στην πρόσφατη χαλάρωση των περιορισμών (μάσκες σε εξωτερικούς χώρους, χωρητικότητα στα γήπεδα, όρθιοι στην εστίαση) και αφετέρου στη διείσδυση της πιο μεταδοτικής παραλλαγής Όμικρον 2. «Το πακέτο που ανακοινώθηκε, έδωσε την αίσθηση ότι τελειώνουμε και είμαστε χαλαροί. Εκεί επάνω ήρθε η Όμικρον 2 και άρχισε να αναπτύσσεται γρήγορα, γιατί βρήκε τον χώρο να αναπτυχθεί», σημειώνει. Προβλέπει έως και 36.000 κρούσματα στα τέλη Μαρτίου και παράλληλη επιδείνωση των σκληρών δεικτών.
Πώς η ήπια Όμικρον έδωσε περισσότερους θανάτους
Ο κ. Σαρηγιάννης καλεί όσους μιλούν για την ήπια Όμικρον να προσθέσουν τους αριθμούς των καθημερινών απωλειών από τη στιγμή που ξεκίνησε η συγκεκριμένη μετάλλαξη, ώστε να διαπιστώσουν πως είναι πολύ περισσότερες από κάθε άλλου πανδημικού κύματος. Στον αντίλογο πως πολλοί από αυτούς τους θανάτους θα έπρεπε να «χρεωθούν» στη Δέλτα, καθώς η Όμικρον βρήκε τις ΜΕΘ γεμάτες, προτείνει να αρχίσει η καταμέτρηση μετά τις 10 Ιανουαρίου, δηλαδή τρεις εβδομάδες μετά την έλευση της Όμικρον.
Ο ίδιος εξηγεί γιατί η συγκεκριμένη παραλλαγή, που όντως είναι λιγότερο παθογόνος από τη Δέλτα και την Άλφα, έδωσε εκ του αποτελέσματος περισσότερους θανάτους μέσω της ασύγκριτα μεγαλύτερης μεταδοτικότητας.
«Όταν αναφερόμαστε στην τοξικότητα ενός κινδύνου για την υγεία, είτε είναι ένα χημικό είτε εν προκειμένω ένας λοιμογόνος παράγοντας όπως ο SARS-CoV-2, μιλάμε για την τοξικότητα που δίνει ο συγκεκριμένος παράγοντας σε ένα άτομο. Και πράγματι η Όμικρον είναι λιγότερο παθογόνος από τη Δέλτα και την Άλφα κι έχουμε μικρότερη πιθανότητα να αρρωστήσουμε βαριά. Όμως αυτό αφορά το ατομικό επίπεδο, είναι αυτό που στα αγγλικά αποκαλούμε hazard, ο κίνδυνος», εξηγεί, για να προσθέσει: «Αυτό που ενδιαφέρει, είναι η διακινδύνευση. Είναι το γινόμενο ανάμεσα στον κίνδυνο και στην έκθεση, η οποία εδώ ισοδυναμεί με τη διασπορά. Η διασπορά ήταν ασύλληπτα μεγαλύτερη από τις άλλες παραλλαγές. Αν κάνουμε τον πολλαπλασιασμό και εφαρμόσουμε τους συντελεστές για τους θανάτους, το γινόμενο θα βγάλει μια πολύ μεγαλύτερη διακινδύνευση βαριάς νόσησης, όχι πλέον σε ατομικό επίπεδο αλλά σε επίπεδο πληθυσμού».
Αυτό, όπως διευκρινίζει, αλλάζει ως αποτέλεσμα με βάση την ευαλωσιμότητα του υποδοχέα, του πληθυσμού. Αν δεν είχαμε τα εμβόλια, οι καθημερινοί θάνατοι μπορεί να ήταν και 300. Σήμερα, σχεδόν 15 μήνες μετά την έναρξη του εμβολιαστικού προγράμματος, υπάρχουν ακόμη εμβολιαστικά κενά, που καθιστούν ευάλωτο σημαντικό μέρος του πληθυσμού. Πέρα από τους ανεμβολίαστους, όπως λέει, ευάλωτοι είναι και όσοι δεν κάνει την τρίτη δόση. Και δυστυχώς είναι περισσότερο ευάλωτοι στην Όμικρον 2, η οποία έχει την ίδια παθογόνο δράση με την Όμικρον, αλλά είναι και 33% πιο μεταδοτική και παρουσιάζει μεγαλύτερη διαφυγή ανοσίας.
«Η εκτίμηση κινδύνου είναι η δουλειά που κάνουμε κυρίως και χρησιμοποιώ αυτούς τους όρους έτσι ώστε να μη συζητάμε για το ποιος είναι ειδικός και ποιος δεν είναι. Αυτή είναι η ειδικότητα η δικιά μου και αντιδρώ στην προσπάθεια που έχει γίνει να υποβαθμιστεί η επίπτωση της Όμικρον. Είναι λανθασμένη αυτή η οπτική», υπογραμμίζει.
Εως 36.000 κρούσματα, άνοδος και στους σκληρούς δείκτες
Ο κ. Σαρηγιάννης προβλέπει πως αν τα πράγματα εξελιχθούν, χωρίς νέες παρεμβάσεις, μπορεί τα καθημερινά κρούσματα της Όμικρον 2 να προσεγγίσουν πάλι το peak της Όμικρον, φτάνοντας έως και τις 36.000 σε εβδομαδιαίο μέσο όρο ως το τέλος Μαρτίου. Στη συνέχεια, με τη φυσική ανοσία λόγω της μεγάλης διασποράς, θα αρχίσουν και πάλι να υποχωρούν.
Η αναζωπύρωση εκτιμάται πως θα επηρεάσει και τους «σκληρούς» δείκτες, κάτι που θα είναι περισσότερο διακριτό σε δέκα μέρες από σήμερα. «Οι διασωληνωμένοι θα αυξηθούν λελογισμένα, όχι στα όρια του συστήματος, το οποίο έχει σήμερα περισσότερες δυνατότητες να ανταποκριθεί. Οι θάνατοι, στη χείριστη περίπτωση που θα αφήσουμε τα πράγματα να εξελιχθούν από μόνα τους, μπορούν να φτάσουν πάλι τους 100. Πιστεύω πως η πολιτεία θα αντιδράσει και δεν θα το αφήσει να συμβεί», αναφέρει.
Με αυτά τα δεδομένα, προτείνει να μπει «φρένο» στην η περαιτέρω άρση περιορισμών, που έχει προαναγγελθεί. «Σε πολλούς χώρους εστίασης και διασκέδασης έχουν σταματήσει να κάνουν ελέγχους. Κι αυτό γιατί υπάρχει η λογική του ‘έλα μωρέ, αφού τελειώνουμε τώρα’. Όταν αίρεις ένα μέτρο, η άρση τους ενεργοποιεί και μηχανισμούς ψυχολογικούς, που αλλάζουν τη συμπεριφορά», καταλήγει.