Στην τραγική υποστελέχωση του συστήματος υγείας στο σύνολό του οφείλονται τα θλιβερά ρεκόρ που καταγράφει διεθνώς η Ελλάδα σε αριθμό θανάτων από Covid-19, σύμφωνα με τον καθηγητή Παθολογίας στο ΑΠΘ και διευθυντή της Γ' Πανεπιστημιακής Παθολογικής Κλινικής στο νοσοκομείο «Παπαγεωργίου» της Θεσσαλονίκης Βασίλη Κώτση. Η πανδημία βρήκε τα νοσοκομεία ανέτοιμα να ανταποκριθούν σε μια τόσο βαθιά υγειονομική κρίση, καθώς το προσωπικό τους δεν είχε ανανεωθεί επί μια δεκαετία, λόγω της οικονομικής κρίσης που προηγήθηκε. Το ίδιο συνέβη στις ιατρικές σχολές και στις πανεπιστημιακές κλινικές.
Μιλώντας στο iatronet.gr, o κ. Κώτσης αναφέρει χαρακτηριστικά πως ο ίδιος, που εκλέχθηκε λέκτορας του ΑΠΘ το 2005, έφτασε στην ανώτατη βαθμίδα του καθηγητή χωρίς να δει έκτοτε κάποιον νεότερό του να μπαίνει στις πανεπιστημιακές παθολογικές κλινικές.
Παράλληλα, επισημαίνει πως η αφόρητη πίεση που άσκησε η πανδημία οδήγησε σε περαιτέρω «αιμορραγία» προσωπικού και σε πολλές μετακινήσεις και παραιτήσεις γιατρών.
Ο ίδιος συνιστά υπομονή άλλων 15 ημερών για την αποκλιμάκωση της πίεσης στο σύστημα, που συνεχίζει να είναι πολύ έντονη, αλλά είναι επιφυλακτικός στο να προβλέψει το τέλος της πανδημίας.
«Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας»
«Εκτός από το ΕΣΥ, που δεν έχει πάρει ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό επί μια δεκαετία, πρέπει να ακουστεί τι γίνεται και στα pανεπιστήμια», τονίζει, προσπαθώντας να απαντήσει στην ερώτηση για την αιτία των πολλών θανάτων στην Ελλάδα και εξηγεί: «Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Εμείς στο Πανεπιστήμιο έχουμε να πάρουμε γιατρούς από το 2005-2006, όταν μπήκαμε οι τελευταίοι. Φανταστείτε ότι εμείς που μπήκαμε τότε, φτάσαμε να είμαστε πρωτοβάθμιοι καθηγητές και δεν έχουμε πάρει καινούργιους στις παθολογικές κλινικές».
Παράλληλα, το ήδη υποστελεχωμένο σύστημα αποδυναμώθηκε περαιτέρω εν μέσω της πανδημίας, με αποχωρήσεις και παραιτήσεις γιατρών και νοσηλευτών. «Εγώ πέρυσι είχα τέσσερις επικουρικούς γιατρούς. Αυτοί πήραν θέσεις επιμελητών ΕΣΥ σε άλλα, μικρά νοσοκομεία, που προκήρυξαν τις θέσεις, και είμαι μείον τέσσερις γιατρούς. Άρα, ουσιαστικά αντί να βελτιωθεί το σύστημα όσον αφορά τη στελέχωση στα μεγάλα νοσοκομεία μειώθηκε, γιατί φυσικά πολλοί γιατροί θέλουν να πάνε σε μικρότερα. Δεν είναι ίδια η πίεση που δέχεται ένας γιατρός στο μεγάλο νοσοκομείο με αυτή που δέχεται σε ένα μικρότερο».
Για τον ίδιο λόγο, ήταν πολλές και οι παραιτήσεις γιατρών από το ΕΣΥ, μην αντέχοντας την πίεση, σε ένα φαινόμενο που δεν είναι ελληνικό αλλά παγκόσμιο. «Ένας παθολόγος, ο οποίος τελειώνει την ειδικότητα αυτή τη στιγμή σε μένα, προτιμά να ανοίξει ένα ιδιωτικό ιατρείο, να γράφει συνταγές για τον ΕΟΠΠΥ και να παίρνει 2.000 ευρώ. Εδώ στο νοσοκομείο, για να πάρει αυτά τα λεφτά, πρέπει να κάνει 5 με 8 εφημερίες, που σημαίνει χειρότερη ποιότητα ζωής και πολύ δυσκολότερες εργασιακές συνθήκες», είπε για να προσθέσει: «Άρα πρέπει η πολιτεία να δει διάφορα πράγματα. Δεν είναι το σύστημα υγείας μόνο κρεβάτια και αριθμοί, είναι και το ανθρώπινο δυναμικό που το απαρτίζει. Πρέπει να δώσει κίνητρα. Δεν μπορεί να περιμένεις να έχεις γιατρούς στα μικρά νοσοκομεία της επαρχίας, όταν παίρνουν τις χαμηλότερες απολαβές σε όλη την Ευρώπη».
Δεν βλέπουμε ακόμη αποκλιμάκωση
Η κατάσταση στο νοσοκομείο «Παπαγεωργίου» παραμένει πιεστική, με 55-60 εισαγωγές σε κάθε εφημερία, με γεμάτες τις κλινικές Covid-19 και τις ΜΕΘ, και με επιπλέον 8 ως 10 ασθενείς διασωληνωμένους σε Μονάδες Αυξημένης Φροντίδας.
«Δεν φαίνεται αποκλιμάκωση, παρά μόνο μια σταθεροποίηση, εκεί που ήμασταν και πριν από 15 ημέρες. Ευτυχώς δεν πάμε χειρότερα. Φαίνεται πως η νοσηρότητα είναι αρκετά μικρότερη με την Όμικρον, για να είμαστε στα ίδια. Αν όλα αυτά τα κρούσματα ήταν Δέλτα, θα είχαμε πολύ μεγαλύτερη πίεση», παρατηρεί ο κ. Κώτσης.
Ο ίδιος διευκρινίζει πως δεν έχει γνώση για το ποσοστό των ασθενών του που νοσηλεύονται με τη Δέλτα ή με την Όμικρον παραλλαγή. Δύσκολα μπορεί να καταλάβει κανείς και από την κλινική εικόνα, καθώς για να φτάσει κάποιος να κάνει εισαγωγή, ανεξαρτήτως στελέχους, πρέπει να έχει υποξυγοναιμία και εικόνα πνευμονίας. «Ίσως υπάρχει μια μικρή διαφορά στον αριθμό των ανθρώπων που διασωληνώναμε πριν ένα μήνα σε σχέση με αυτόν που διασωληνώνουμε τώρα. Φαίνεται να υπάρχει μια μικρή ύφεση προς αυτή τη μεριά, αλλά είμαι 100% σίγουρος ότι θα συνεχίσουμε να πιεζόμαστε τις επόμενες 15 μέρες. Θα έχουμε άλλες 15 μέρες δύσκολες. Μετά προβλέπω ότι θα έχουμε αποκλιμάκωση σε ό,τι αφορά το τρέχον πανδημικό κύμα», ανέφερε.
Δεν ξέρει κανείς για το τέλος της πανδημίας
Αναφορικά με τις εκτιμήσεις για το αν η παραλλαγή Όμικρον θα είναι το «όχημα» που θα οδηγήσει στο τέλος της πανδημίας, ο καθηγητής είναι επιφυλακτικός. «Όλα είναι σχετικά. Το ίδιο λέγαμε και πέρυσι, το ίδιο λέγαμε και πρόπερσι. Όλα εξαρτώνται από την ύπαρξη νέων μεταλλάξεων ή όχι», τονίζει και συμπληρώνει: «Όταν έχεις ένα μεγάλο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού ανεμβολίαστο, όταν έχεις διάφορες χώρες της Αφρικής με ανεμβολίαστο το 90% ή 95% του πληθυσμού, κάποια στιγμή μπορεί να προκύψει ένα νέο στέλεχος, το οποίο να μας έρθει και να μας κάνει πάλι πρόβλημα. Και το στέλεχος αυτό δεν θα είναι απαραίτητα λιγότερο λοιμογόνο. Μπορεί να είναι και χειρότερο. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει».
«Βόμβα» οι 300.000 ανεμβολίαστοι 60+
Ο Β. Κώτσης δεν κρύβει την ανησυχία του για το γεγονός ότι 300.000 άνθρωποι με ηλικία άνω των 60 ετών παραμένουν ανεμβολίαστοι, παρά τη χρηματική ποινή που θα αρχίσει να τους επιβάλλεται για αυτή την επιλογή τους.
«Αυτοί είναι οι άνθρωποι οι οποίοι κυρίως νοσούν βαριά και νοσηλεύονται κατά 95%», επισημαίνει και μιλά για την ιδιαιτερότητα της Ελλάδας: «Κάποιοι εμπλέκουν πνευματικούς, επιδεικνύουν τυφλή εμπιστοσύνη σε ανθρώπους που δεν έχουν την επιστημονική γνώση. Είναι μια κατάσταση η οποία δείχνει γενικότερα την παιδεία του λαού μας, κι αυτό δεν μας τιμά. Πιστεύουμε πράγματα χωρίς να μπορούμε να τα στηρίξουμε επιστημονικά».
Ο καθηγητής θεωρεί πως δεν έχει επικοινωνηθεί επαρκώς το ότι οι άνθρωποι πεθαίνουν κυρίως από τις επιπλοκές της Covid και όχι των εμβολίων: «Πεθαίνουν είτε από θρομβώσεις, είτε από πνευμονική εμβολή, είτε από παρενέργειες που έχουν σχέση με το καρδιαγγειακό τους σύστημα και κάνουν ανακοπή. Αυτά τα πράγματα πρέπει να τα ξέρει ο κόσμος», υπογραμμίζει.
Τέλος, χαρακτηρίζει ως σωστή την απόφαση για παράταση των μέτρων και ζήτησε υπομονή 15 ημερών για περισσότερη ελευθερία. «Δεν μπορώ να σκεφτώ ότι αυτή τη στιγμή με 20.000 κρούσματα και 100 νεκρούς τη μέρα, θα αφήναμε όλες τις δραστηριότητες ελεύθερες. Θα πηγαίναμε πίσω», είπε χαρακτηριστικά.