Από μια απλή αναγωγή των στοιχείων που δίνει καθημερινά στη δημοσιότητα ο ΕΟΔΥ προκύπτει πως πάνω από 8 στους 10 ανθρώπους που έχουν χάσει τη ζωή τους από κορωνοϊό στην Ελλάδα δεν έχουν περάσει από τις ΜΕΘ.
Με δεδομένο ότι η Covid-19 λοίμωξη στη βαριά της μορφή προκαλεί σημαντική νόσηση στο ανώτερο αναπνευστικό, που απαιτεί στις περισσότερες περιπτώσεις τη διασωλήνωση του ασθενούς, πολλοί διατυπώνουν την απορία πώς η μεγάλη πλειονότητα των θανάτων συνέβησαν εκτός εντατικής.
Το ζήτημα συζητείται όλο και πιο συχνά στους ιατρικούς κύκλους το τελευταίο διάστημα και προκαλεί προβληματισμό, ενόψει και των εκτιμήσεων ότι η επανέναρξη κάποιων δραστηριοτήτων όπως τα σχολεία και η αγορά θα αυξήσει εκ νέου την πίεση στο σύστημα υγείας. Δεν λείπουν και όσοι εκφράζουν παρασκηνιακά επιφυλάξεις για την εγκυρότητα του κεντρικού αφηγήματος ότι παρά την ασφυκτική πίεση του δεύτερου κύματος της πανδημίας, το σύστημα άντεξε και όσοι χρειάστηκαν μια κλίνη σε ΜΕΘ, την είχαν. Το υπουργείο Υγείας δεν έχει δώσει απαντήσεις μέχρι σήμερα.
Το 82% των θανάτων εκτός ΜΕΘ
Ο ΕΟΔΥ δεν δημοσιοποιεί τον αριθμό των θανάτων στις ΜΕΘ. Ωστόσο, η αναγωγή των στοιχείων που ανακοινώνει -αριθμός νεκρών, διασωληνωμένων και όσων εξήλθαν από τις ΜΕΘ- σε συνάρτηση με το ποσοστό θνησιμότητας των ασθενών με Covid στις ΜΕΘ, που σύμφωνα με τις δηλώσεις αρμόδιων παραγόντων είναι μικρότερο του 50%, οδηγεί σε κάποια λογικά συμπεράσματα.
Με τα τελευταία στοιχεία, της Τετάρτης, 6 Ιανουαρίου, το σύνολο των θανάτων στη χώρα από κορωνοϊό είναι 5.099, οι διασωληνωμένοι 399, ενώ 912 έχουν εξέλθει από τις ΜΕΘ. Με τη συγκεκριμένη αναγωγή και με βάση τη μέση θνησιμότητα στις εντατικές μονάδες, προκύπτει πως οι άνθρωποι που κατέληξαν στις ΜΕΘ είναι περίπου 900, δηλαδή όσοι και αυτοί που εξήλθαν απ' αυτές υγιείς. Ο αριθμός αντιστοιχεί στο 18% των θανάτων, που σημαίνει πως περίπου 82% των θανόντων δεν πέρασαν από ΜΕΘ.
Τα ποσοστά επιβεβαιώνονται και σε πραγματικούς αριθμούς από τα στοιχεία που κατάφερε να συλλέξει η έρευνα του Euro2day.gr σε νοσοκομεία περιοχών της Βόρειας Ελλάδας που βρέθηκαν στο «κόκκινο» το περασμένο δίμηνο. Μάλιστα, εδώ τα ποσοστά απωλειών εκτός ΜΕΘ είναι ακόμα μεγαλύτερα.
Στο νοσοκομείο Σερρών, σύμφωνα με έγκυρες πηγές, σε ένα σύνολο 215 θανάτων από κορωνοϊό, οι 30 καταγράφηκαν στη ΜΕΘ (14%). Στην Κατερίνη, με στοιχεία του τέλους Δεκεμβρίου, από τους 160 καταγεγραμμένους θανάτους ως τότε, οι 18 αφορούσαν την εντατική μονάδα του νοσοκομείου (11,3%). Στη Δράμα, με 140 καταγεγραμμένους θανάτους μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου, σύμφωνα με εκτιμήσεις, ο αριθμός των θανάτων στη ΜΕΘ δεν ξεπερνά τους 20, ενώ στο Κιλκίς, που δεν διαθέτει ΜΕΘ, είχαν καταγραφεί 76 θάνατοι την ίδια περίοδο.
Ημασταν απροετοίμαστοι
Διευθυντής ΜΕΘ σε νοσοκομείο που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της μάχης σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας, σχολίαζε πως τα ποσοστά θανάτων εκτός εντατικής θεραπείας προκαλούν εύλογο προβληματισμό, καθώς είναι κατά πολύ υψηλότερα από τα αντίστοιχα ποσοστά άλλων προηγμένων χωρών. Κατά τον ίδιο, το γεγονός αντικατοπτρίζει την παραδοχή πως το σύστημα υγείας ήταν απροετοίμαστο σε υποδομές και στελεχιακό δυναμικό να αντιμετωπίσει αυτή την πρωτοφανή έξαρση της πανδημίας.
«Ο μέσος όρος διαθέσιμων ΜΕΘ στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι 12 ανά 100.000 κατοίκους, δηλαδή 1.200 σε μια χώρα στο μέγεθος της Ελλάδας, ανεξαρτήτως πανδημίας. Εμείς είχαμε 600, δηλαδή 6 ανά 100.000 κατοίκους και στη διάρκεια της πανδημίας τις αυξήσαμε σε 12. Η Γερμανία έχει 29», είπε χαρακτηριστικά. Ο ίδιος πρόσθεσε, πάντως, πως στο δικό του νοσοκομείο, η όποια επιλογή ασθενών έγινε με βάση καθαρά ιατρικά κριτήρια και όχι ηλικιακά ή άλλα. «Υπάρχουν περιπτώσεις που η διασωλήνωση ενός ασθενούς θα λειτουργήσει επιβαρυντικά αντί να τον βοηθήσει», ανέφερε.
Τα εύλογα ερωτήματα του καθηγητή Τσαουσίδη
Ο Βασίλης Τσαουσίδης (φωτ.), καθηγητής του Τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, και υποψήφιος πρύτανης του ιδρύματος στις προηγούμενες εκλογές, εντόπισε και ανέδειξε το ζήτημα, κάνοντας πρώτος την αναγωγή και δημοσιοποιώντας τους προβληματισμούς του.
«Κάτι δεν πάει καλά;», διερωτήθηκε αρχικά, θέτοντας το ερώτημα με προσεκτικά διατυπωμένο τρόπο. «Εν προκειμένω δεν μπορώ να εκφέρω γνώμη καθώς δεν είμαι ούτε ειδικός ούτε σχετικός. Όμως, διατυπώνω την απορία μου δημόσια και ελπίζω να απαντηθεί, καθώς είχα την εντύπωση ότι τουλάχιστον τα περισσότερα βαριά περιστατικά καταλήγουν σε ΜΕΘ», ανέφερε, προσθέτοντας πως θεωρεί αδιανόητο η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων να κατέληξαν χωρίς πρώτα να νοσήσουν βαριά, ώστε να χρειαστούν νοσηλεία σε ΜΕΘ.
Ο ίδιος επανήλθε με το νέο, πιο έντονα διατυπωμένο ερώτημα «αποτυχία ή εξαπάτηση;», ενώ έδωσε στη δημοσιότητα και ένα διαφωτιστικό διάγραμμα που δημιούργησε ο ίδιος με βάση τα στοιχεία του ΕΟΔΥ. Σε αυτό φαίνεται πως στην έξαρση της πανδημίας, όσο η πίεση στα νοσοκομεία αυξανόταν, ο αριθμός των ασθενών στις ΜΕΘ αδυνατούσε να ακολουθήσει γραμμικά την εξέλιξη του αριθμού των νοσούντων.
«Η αναλογία των ασθενών που νοσηλεύτηκαν σε ΜΕΘ και αυτών που κατέληξαν είναι σχετικά σταθερή και φυσιολογική από την αρχή της πανδημίας. Στην πορεία όμως, όσο η πίεση αυξάνεται, ολοένα και μεγαλύτερο ποσοστό νοσούντων αρχίζει να μένει εκτός ΜΕΘ και τελικά οι νοσούντες εκτός ΜΕΘ και οι θάνατοι αυξάνονται εκθετικά. Το ποσοστό αυτών που καταλήγουν χωρίς να νοσηλευτούν σε ΜΕΘ φαίνεται να ξεπερνάει το 80%», σημείωσε και παρέπεμψε στην πορεία που ακολουθεί η μπλε γραμμή του διαγράμματος (εξερχόμενοι από τις ΜΕΘ), σε σχέση με την πορτοκαλί γραμμή (θάνατοι). Αυτό αρχίζει να διαφαίνεται αρκετά πριν την απόφαση για lockdown, σύμφωνα με τον κ. Τσαουσίδη, ο οποίος ζήτησε από τον ΕΟΔΥ να απαντήσει πόσοι ακριβώς συμπολίτες μας κατέληξαν χωρίς να νοσηλευτούν σε ΜΕΘ και γιατί δεν νοσηλεύτηκαν.
Στην τρίτη παρέμβασή του, με τίτλο «Αριθμοί και προκαταλήψεις», ο καθηγητής δημοσιοποίησε ένα γράφημα, που σύμφωνα με τον ίδιο απαντά με απλό τρόπο στο ερώτημα: «Τι σημαίνει, ανάλογα με την πίεση που δέχεται το σύστημα, το να νοσήσει κανείς σοβαρά στη χώρα μας».
Με αφετηρία την περίοδο μετά το πρώτο lockdown, το γράφημα αναπαριστά σε κύκλους-«πίτες» τα ποσοστά όσων εξήλθαν από τις ΜΕΘ σε σχέση με όσους έφυγαν από τη ζωή. Ολόκληρος ο κύκλος αντιστοιχεί στο σύνολο όσων νόσησαν σοβαρά. Κατά τη θεώρηση του καθηγητή, όσο αυξάνεται η πίεση στο σύστημα (πράσινη γραμμή στο γράφημα), τόσο ανατρέπεται η αναλογία αυτών που εξέρχονται (μπλε χρώμα) προς αυτούς που καταλήγουν (κόκκινο χρώμα).
«Οι αριθμοί, εν προκειμένω, μας βοηθούν -όσο μπορούν- να ξεπεράσουμε τις προκαταλήψεις μας. Κατ' επέκταση, το γράφημα επιτρέπει στον καθένα μας να απαντήσει με δίκαιο -κατά την κρίση του- τρόπο στο ερώτημα αν η πολιτεία ανταποκρίθηκε στις υποχρεώσεις της και σε τι βαθμό ετοιμότητας βρισκόμαστε σήμερα», σχολίασε, για να προσθέσει: « Όμως, είναι τόσο αμείλικτοι οι αριθμοί, που μάλλον αποτελούν έναν τρόπο για να ελέγξει κανείς κατά πόσο κυριαρχείται ο ίδιος από τις προκαταλήψεις του».
Πρόεδρος ΠΟΕΔΗΝ: «Επιβεβαιωνόμαστε»
«Τα στοιχεία για το ποσοστό θανάτων εκτός ΜΕΘ επιβεβαιώνουν όσα λέγαμε εδώ και καιρό: Ότι οι γιατροί των νοσοκομείων ήταν αναγκασμένοι εκ των πραγμάτων να κάνουν επιλογή, με ηλικιακά και άλλα κριτήρια», λέει στο Euro2day.gr o πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ Μιχάλης Γιαννάκος και προσθέτει: «Κάτω από την πρωτοφανή πίεση που δημιούργησε η πανδημία, επέλεγαν να διασωληνώσουν κάποιον νεότερο χωρίς υποκείμενα νοσήματα, αντί για τον υπερήλικα με καρκίνο. Εκείνον, ακόμη κι αν επέλεγες να τον διασωληνώσεις, έπρεπε να τον μεταφέρεις π.χ. από την Καρδίτσα στην Κόρινθο, όπου υπήρχε κενή κλίνη ΜΕΘ. Δεν μπορούσες, γιατί θα πέθαινε στον δρόμο».
Σύμφωνα με τον ίδιο, υπήρχαν δύο λίστες αναμονής: Η μία από την κλινική Covid για τις ΜΕΘ και η δεύτερη από τις αυτοσχέδιες ΜΕΘ που στήθηκαν σε χειρουργεία και θαλάμους προς τις κανονικές ΜΕΘ. «Η διαχείριση των περιστατικών υπό αυτές τις συνθήκες ήταν προβληματική. Σε πολλές περιπτώσεις έβαζαν ύποπτα και θετικά κρούσματα μαζί. Έκαναν rapid test που δεν είναι αξιόπιστο, επειδή δεν είχαν μοριακούς αναλυτές και αν έβγαινε θετικό, το έβαζαν στις κλινικές Covid. Κάποιοι απ' αυτούς μπορεί να μην ήταν άρρωστοι και να κόλλησαν εκεί», κατέληξε ο κ. Γιαννάκος.