Δικαστικά μπλεξίματα για τον Φραντς Μπεκενμπάουερ, αφού έρευνες των ελβετικών εισαγγελικών αρχών αποκάλυψαν μία συναλλαγή σε τράπεζα του Γιβραλτάρ με αποδέκτη τον άλλοτε αρχηγό της Εθνικής Γερμανίας.
Την εποχή που ο Μπεκενμπάουερ ήταν επικεφαλής της Επιτροπής Διεκδίκησης του Μουντιάλ 2006 της πατρίδας του και μέλος της εκτελεστικής επιτροπής της FIFA από το 2007 μέχρι το 2011.
Μαζί με τους συνεργάτες του στην επιχείρηση του 2006 (οι πρώην πρόεδροι της DFB, Τέο Τσβάντσιγκερ και Βόλφγκανγκ Νίρσμπαχ, ο πρώην γενικός γραμματέας της ομοσπονδίας, Χορστ Σμιτ) τελούν υπό έρευνα σε Γερμανία και Ελβετία, καθώς και από την Επιτροπή Δεοντολογίας της παγκόσμιας ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας, για διαφθορά, κατάχρηση πόρων και ξέπλυμα χρήματος, εξαιτίας πληρωμής ύψους 6.700.000 ευρώ από τη γερμανική ποδοσφαιρική ομοσπονδία (DFB) στον τότε επικεφαλής της Adidas, Λουί Ντρεϊφί, που δεν καταγράφηκε λογιστικά ορθώς από την ομοσπονδία.
Σύμφωνα με εσωτερικά έγγραφα από την DFB, τα χρήματα μεταφέρθηκαν από λογαριασμό του Μπεκενμπάουερ προς λογαριασμό του Κατάρ, ο οποίος ελεγχόταν από τον πρώην επικεφαλής της ποδοσφαιρικής συνομοσπονδίας της Ασίας και αντίπαλο του Ζεπ Μπλάτερ σε προεδρικές εκλογές της FIFA, Μοχάμεντ μπιν Χαμάμ, ο οποίος αποβλήθηκε από τη FIFA εξαιτίας κατάχρησης χρημάτων στο περιθώριο της ανάληψης του Μουντιάλ 2022 από το Κατάρ.
Η εφημερίδα "Bild" αποκάλυψε ότι υπάρχει και μία δεύτερη πληρωμή, αυτήν τη φορά προς τον "Κάιζερ", την οποία ερευνά επισταμένως το Ομοσπονδιακό Εισαγγελικό Γραφείο της χώρας, έχοντας ανοίξει προκαταρκτική έρευνα από τον Σεπτέμβριο.
Το 2005 κι ενώ η ποδοσφαιρική ομοσπονδία της Νότιας Αφρικής αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα, ζήτησε αρωγή από τη FIFA για να τακτοποιήσει τρία τιμολόγια, που αφορούσε τρεις συμβούλους της στην Επιτροπή Διεκδίκησης. Οι τρεις σύμβουλοι ήταν ο Μπεκενμπάουερ και οι δύο μόνιμοι συνεργάτες του, Αντρέας Άμπολντ και Φέντορ Ράντμαν, οι οποίοι αργότερα εργάστηκαν και στην Επιτροπή Διεκδίκησης της Αυστραλίας για το Παγκόσμιο Κύπελλο 2022.
Η FIFA φέρεται να κατέβαλε το ποσό του 1.700.000 ευρώ για την εργασία τους εκ μέρους της Επιτροπής Διεκδίκησης της Νότιας Αφρικής, με τον τότε γενικό γραμματέα της FIFA (από το 2002 μέχρι το 2007), Ουρς Λίνζι, να εγκρίνει την πληρωμή, παρότι οι κανονισμοί απαγορεύουν οποιαδήποτε οικονομική συνδιαλλαγή μεταξύ της FIFA και των επιτροπών διεκδίκησης.
Οι Άμπολντ και Ράντμαν πληρώθηκαν απευθείας στους τραπεζικούς λογαριασμούς τους, ωστόσο τα χρήματα του Μπεκενμπάουερ, ο οποίος κατείχε και θεσμικό ρόλο στη FIFA, κατευθύνθηκαν σε εταιρία με έδρα στο Γιβραλτάρ από τον τότε επικεφαλής οικονομικών της FIFA, Μάρκους Κάτνερ. Ο Κάτνερ απολύθηκε το 2016 από την ομοσπονδία μετά από αποκαλύψεις για τον υπέρογκο μισθό του και τις εμπορικές συμφωνίες του εις βάρος της ομοσπονδίας.
Σε μία διαφορετική αποκάλυψη για την ανάληψη του Μουντιάλ 2010 από τη Νότια Αφρική, στο πλαίσιο ερευνών από τις αρχές των ΗΠΑ, δικαστικά έγγραφα αποκαλύπτουν ότι η Νότια Αφρική πλήρωσε 10.000.000 δολάρια στην CONCACAF, με πιθανό αντάλλαγμα ψήφους κατά τη διαδικασία της ψηφοφορίας για το Παγκόσμιο Κύπελλο.
Σύμφωνα με τις επίσημες εξηγήσεις, τα χρήματα αφορούσαν πρότζεκτ στήριξης της αφρικανικής διασποράς στην Καραϊβική, υπό τον έλεγχο του τότε επικεφαλής της συνομοσπονδίας Βόρειας, Κεντρικής Αμερικής και Καραϊβικής, Τζακ Γουόρνερ, ο οποίος έχει αποπεμφθεί εδώ και χρόνια λόγω διαφθοράς.
Τα χρήματα, μάλιστα, έφτασαν σε τραπεζικούς λογαριασμούς της CONCACAF από την ίδια τη FIFA κατόπιν αιτήματος των Νοτιοαφρικανών, και προήλθαν από το ποσό που θα έδινε η παγκόσμια ομοσπονδία στην Επιτροπή Διοργάνωσης του Μουντιάλ 2010.