«Δεν μπορείς από τη μια πλευρά να απαιτείς από την Ευρώπη να δείξει ενότητα όταν πρόκειται για τη χώρα σου, όπως κάνει ο κ. Τσίπρας, και μετά, ως πρώτη επίσημη ενέργεια, να σπας την κοινή ευρωπαϊκή γραμμή. Αυτό κατά την άποψή μου μακροπρόθεσμα δεν θα λειτουργήσει»: αυτά δήλωσε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς, αναφερόμενος στη διαφοροποίηση της κυβέρνησης από την ανακοίνωση της Ε.Ε. για τη Ρωσία.
«Θέλω να το πω ανοιχτά, είδα με φρίκη ότι η Ελλάδα εγκατέλειψε την κοινή θέση της Ε.Ε. για τη Ρωσία. Πραγματικά εξεπλάγην», δήλωσε στο δεύτερο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ZDF και, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το τι θα συμβεί εάν η Ελλάδα μποϊκοτάρει στο Συμβούλιο τις κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, είπε:
«Πιστεύω ότι αυτό δεν γίνεται. Θα πρέπει να μιλήσουμε με τον κ. Τσίπρα και αυτό θα κάνω αύριο και πιστεύω ότι θα το κάνουν και άλλοι τις επόμενες μέρες. Η κυβέρνηση έχει αναλάβει εδώ και δύο μέρες, δεν πιστεύω ότι είναι ακόμη ‘στις ράγες', αλλά ακόμη ψάχνεται. Και αυτός είναι ένας από τους λόγους που ταξιδεύω εκεί. Θέλω να μιλήσω με τον Αλέξη Τσίπρα και για το τι περιμένει εκείνος από την Ε.Ε. Αλλά θα του πω επίσης τι περιμένουμε και εμείς από εκείνον. Και θα του πω αύριο ότι οι μοναχικοί δρόμοι στην εξωτερική πολιτική της Ελλάδας δεν θα είναι αυτό που θα τον βοηθήσει».
Σε ό,τι αφορά τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σημείωσε ότι οι Έλληνες ψηφοφόροι δεν ψήφισαν τον κ. Τσίπρα για να μποϊκοτάρει τις κυρώσεις.
«Αυτό το θέμα δεν έπαιξε κανέναν ρόλο κατά την προεκλογική περίοδο. Οι Έλληνες έχουν εντελώς διαφορετικές έννοιες. Έννοιες για την καθημερινότητά τους, έννοιες για την παιδεία των παιδιών τους, για θέσεις εργασίας για τους νέους - υπάρχουν περιοχές όπου 50% των νέων είναι άνεργοι - , έχουν έννοιες για το εισόδημά τους, για τις συντάξεις τους. Αυτά είναι τα θέματα για τα οποία θα έπρεπε να συζητήσουμε μαζί του», τόνισε και χαρακτήρισε τη συζήτηση για το κούρεμα του χρέους τελείως περιττή και «στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή πολύ πρόωρη».
«Πολύ σημαντικότερο είναι το πώς μπορούμε να βοηθήσουμε την Ελλάδα να αποκτήσει περισσότερη οικονομική ανάπτυξη και για να αποκτήσουν εργασία οι νέοι. Για αυτά θέλω να συζητήσω αύριο μαζί του. Δεν έχω καμία όρεξη να μπω σε ιδεολογική αντιπαράθεση με μια κυβέρνηση που βρίσκεται στην εξουσία μόλις δύο μέρες. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι ρεαλιστικές λύσεις. Αυτό θα του προτείνω», ανέφερε.
Κληθείς να σχολιάσει τον κυβερνητικό συνασπισμό ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, ο κ. Σουλτς δήλωσε: «Πρέπει να πω ότι δεν εξεπλάγην απλώς, αλλά σοκαρίστηκα. Ο συνασπισμός ο οποίος σχηματίζεται στην Αθήνα θα ήταν σαν να συνασπιζόταν στη Γερμανία η Αριστερά (Die Linke) με την Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD).
Δεν πιστεύω ότι αυτό είναι καλό για τη χώρα. Αν κοιτάξω προσεκτικά, πιστεύω ότι ο κοινός παρονομαστής των δύο κομμάτων, τα οποία κανονικά είναι ιδεολογικοί εχθροί, είναι η απόρριψη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Έχω την εντύπωση ότι αυτό θα οδηγήσει μακροπρόθεσμα σίγουρα σε εντάσεις εσωπολιτικά και μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων. Σίγουρα όμως δεν αποτελεί αποκλιμάκωση στις σχέσεις με τους εταίρους και με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς».
Κυβερνητικοί κύκλοι: Χρειάζεται διάλογος
Δεν μπορεί να υπάρξει ομοφωνία χωρίς διάλογο και τη σύμφωνη γνώμη των κρατών-μελών, υπογραμμίζουν κυβερνητικές πηγές, απαντώντας με ιδιαίτερη ενόχληση, στις δηλώσεις του προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς στη γερμανική τηλεόραση σχετικά με τη διαφοροποίηση της Αθήνας στο θέμα της ανακοίνωσης για τη Ρωσία.
Οι ίδιες πηγές σημειώνουν ότι κακώς ο κ. Σουλτς συνδέει το θέμα αυτό με τα οικονομικά ζητήματα και σημειώνουν ότι το θέμα της Ρωσίας είναι ανοιχτό καθώς συνεδριάζουν σήμερα οι υπουργοί Εξωτερικών στις Βρυξέλλες.
Κυβερνητικές πηγές τόνιζαν επίσης, ότι από την πρώτη στιγμή η νέα ελληνική κυβέρνηση προέταξε την αυτονόητη θέση της ότι η Ελλάδα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ισότιμο μέλος και να λαμβάνεται υπόψη η θέση της.
Ως προς την επίσκεψη του κ. Σουλτς και τη συνάντηση με τον πρωθυπουργό σε λίγη ώρα, οι ίδιες πηγές σημείωναν ότι από την πλευρά του κ. Τσίπρα θα τεθούν τα θέματα της αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης, η βιωσιμότητα του χρέους και η ανάγκη προώθησης μιας αμοιβαία επωφελούς πολιτικής για την ανάπτυξη και την απασχόληση.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ