Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

ΕΤΕ: Διπλή θετική έκπληξη στα μεγέθη 2003

H εγγραφή υπεραξιών από ακίνητα ύψους 437 εκατ. ευρώ, ήλθε να ”στεφανώσει” την αύξηση κατά 69% (στα 360,3 εκατ. ευρώ) που παρουσίασαν τα κέρδη του ομίλου της ΕΤΕ. Μέρισμα στα 0,65 ευρώ, ενω οι υπεραξίες που πέρασαν στα αποθεματικά, δημιουργούν προσδοκίες διανομής δωρεάν μετοχών.

ΕΤΕ:  Διπλή θετική έκπληξη στα μεγέθη 2003
Αύξηση κατά 69% (στα 360,3 εκατ. ευρώ) παρουσίασαν τα καθαρά κέρδη του ομίλου της Εθνικής Τράπεζας, ενω τεράστιου μεγέθους υπεραξίες της τάξεως των 437 εκατ. ευρώ, ενεγράφησαν από τα ακίνητα του ομίλου, η αξία των οποίων προσδιορίστηκε με βάση ”εύλογες τιμές”, όπως προβλέπει η ρύθμιση που ψηφίστηκε στο τέλος Ιανουαρίου από τη Βουλή, ενόψει των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων.

Τα κέρδη προ φόρων και μετά από δικαιώματα μειοψηφίας εμφάνισαν μεταβολή της τάξης του 49% και διαμορφώθηκαν στα 521 εκατ. ευρώ.

Το μέρισμα ανέρχεται στα 0,65 ευρώ.

Τα συνολικά έσοδα του ομίλου σημείωσαν αύξηση 12,2% και ανήλθαν στο 1,847 δισ. ευρώ από 1,646 δισ. ευρώ, στη χρήση του 2002. Αύξηση κατά 3,6% σημείωσαν και τα λειτουργικά έξοδα και διαμορφώθηκαν στο 1,223 δισ. ευρώ, από 1,118 δισ. ευρώ.

Οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις των αναλυτών πρόβλεπαν ότι τα ενοποιημένα καθαρά μετά από φόρους και δικαιώματα μειοψηφίας κέρδη της Εθνικής θα εμφάνιζαν αύξηση κατά 56% και θα διαμορφώνονταν στα 332,28 εκατ. ευρώ.

Οι εκτιμήσεις για τα κέρδη προ φόρων και μετά από δικαιώματα μειοψηφίας του ομίλου της Εθνικής, έκαναν λόγο για αύξηση κατά 43- 45%, έως τα 502- 512 εκατ. ευρώ.

Κατά τη χρήση του 2002, τα ενοποιημένα καθαρά κέρδη του ομίλου της Εθνικής είχαν διαμορφωθεί στα 213,2 εκατ. ευρώ, ενώ τα κέρδη προ φόρων μετά από μειοψηφίες στα 349 εκατ. ευρώ.

Εξαιρετικά σημαντικό είναι και το γεγονός οτι η ΕΤΕ αποτίμησε στη χρήση 2003 τα ακίνητα της σε ”εύλογες τιμές”, δηλαδή σε εμπορικές τιμές, αποκομίζοντας υπεραξίες 437 εκατ. ευρώ, ενόψει της εφαρμογής των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων.

Μέρος της υπεραξίας αυτής, της τάξεως των 54 εκατ. ευρώ, συμψηφίστηκε με υποαξίες του επενδυτικού και του εμπορικού χαρτοφυλακίου, ενω το υπόλοιπο, μεταφέρθηκε σε ειδικό αφορολόγητο αποθεματικό, γεγονός που ενισχύει τα ίδια κεφάλαια της και ταυτόχρονα δημιουργεί προσδοκίες για τη διανομή δωρεάν μετοχών.

Πιο αναλυτικά, στο Δελτίο Τύπου αναφέρεται οτι:

”Στην τρέχουσα χρήση, ενόψει της εφαρμογής των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων πραγματοποιήθηκε με βάση το άρθρο 15 του ν. 3229/2004 αναπροσαρμογή της αξίας ακινήτων της Εθνικής Τράπεζας στην εύλογη αξία τους. Η αποτίμηση διενεργήθηκε από ανεξάρτητο διεθνή οίκο εκτιμητών σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 16. Η υπεραξία που προέκυψε ύψους €437 εκατ. συμψηφίσθηκε εν μέρει με κατ’ είδος διαφορές αποτίμησης του επενδυτικού και του εμπορικού χαρτοφυλακίου ύψους €45 εκατ. και €9 εκατ. αντίστοιχα. Μετά το συμψηφισμό οι υπεραξίες του επενδυτικού και του εμπορικού χαρτοφυλακίου του Ομίλου, συμπεριλαμβανομένων και των θέσεων σε παράγωγα, διαμορφώθηκαν την 31.12.2003 σε €21.0 εκατ. και €20.1 εκατ. αντιστοίχως. Η εναπομένουσα υπεραξία ύψους €383 εκατ. εμφανίζεται σε λογαριασμό ειδικού αφορολόγητου αποθεματικού, ενισχύοντας περαιτέρω τα ίδια κεφάλαια του Ομίλου.

Επίσης, στο πλαίσιο της προσαρμογής στα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, στον Ενοποιημένο Ισολογισμό της 31.12.2003 συμπεριλήφθηκαν με τη μέθοδο της καθαρής θέσης δεκαεννέα θυγατρικές και συνδεδεμένες επιχειρήσεις του μη χρηματοπιστωτικού τομέα. Με αυτόν τον τρόπο ο Όμιλος της ΕΤΕ περιλαμβάνει πλέον όλες τις ενοποιούμενες επιχειρήσεις σύμφωνα με τις διατάξεις των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα 27 και 28). Η διαφορά μεταξύ της αξίας κτήσης και της αναλογίας του Ομίλου στα ίδια κεφάλαια των επιχειρήσεων ύψους €283 εκατ. προσαύξησε τις διαφορές ενοποίησης, μειώνοντας ισόποσα τα ίδια κεφάλαια του Ομίλου.

Ο βασικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας του Ομίλου (Tier I) αυξάνεται περαιτέρω σε 10.3% έναντι 7.4% στο τέλος του 2002, ενώ ο συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (Tier I & II) αναμένεται να προσεγγίσει το 13.1% (2002: 10.4%). Η ενίσχυση αυτή της κεφαλαιακής επάρκειας του Ομίλου διασφαλίζει την απρόσκοπτη περαιτέρω ανάπτυξή του.

Με βάση τα αποτελέσματα της χρήσης η απόδοση των ιδίων κεφαλαίων του Ομίλου της ΕΤΕ μετά από την αφαίρεση των φόρων και των δικαιωμάτων μειοψηφίας ενισχύθηκε από 9.4% το 2002 σε 15.4% το 2003. Αντίστοιχα, αύξηση κατά 50% σημείωσε η απόδοση του ενεργητικού από 0.67% το 2002 σε 1.01% το 2003.

Δεδομένης της βελτίωσης της κερδοφορίας του 2003 αλλά και της ισχυρής κεφαλαιακής βάσης της Τράπεζας και του Ομίλου, η Διοίκηση της ΕΤΕ προτίθεται να προτείνει στην Τακτική Γενική Συνέλευση των Μετόχων τη διανομή μερίσματος €0.65 ανά μετοχή, έναντι μερίσματος (αναπροσαρμοσμένου) €0.41 ανά μετοχή για τη χρήση 2002. Με βάση την τιμή κλεισίματος της 31.12.2003, το προτεινόμενο μέρισμα αντιπροσωπεύει ετησιοποιημένη απόδοση της τάξης του 3.1%”.



ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v