Ήταν το καλοκαίρι του 2019, όταν ο Zoran Bogdanovic, στο πλαίσιο του Capital Markets Day στο Λονδίνο, δήλωνε ότι η προσθήκη μιας μάρκας τόσο ισχυρής όσο η Costa Coffee στο χαρτοφυλάκιο της Coca-Cοla HBC θα επέτρεπε στον όμιλο να καλύψει περισσότερες περιστάσεις κατανάλωσης, να συνεργαστεί ακόμα πιο στενά με τους πελάτες της σε όλα τα κανάλια της αγοράς και να προσφέρει ακόμα περισσότερες επιλογές για τους καταναλωτές κάθε μέρα.
Ωστόσο, πέντε χρόνια μετά -σ.σ. ο καφές Costa Coffee τοποθετήθηκε στην ελληνική αγορά το 2020-, τα στοιχεία της αγοράς δείχνουν ότι ο καφές Costa Coffee δυσκολεύεται να κερδίσει έδαφος στο ράφι. Οι πωλήσεις έχουν υποχωρήσει τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα το μερίδιο αγοράς να έχει περιοριστεί στην υποκατηγορία της κάψουλας στο 3% από 4,3% το 2022 και 10% που ήταν ο προ διετίας στόχος. Η επίδοση αυτή είναι ιδιαίτερα απογοητευτική, δεδομένης της διψήφιας ανάπτυξης, πάνω από 10%, της συγκεκριμένης υποκατηγορίας.
Ως αποτέλεσμα αυτών των χαμηλών επιδόσεων, όπως αναφέρουν στο Euro2day.gr πηγές με γνώση, ο καφές πρόκειται να «κατέβει» από τα ράφια των σούπερ μάρκετ. Ήδη σε αρκετές αλυσίδες σούπερ μάρκετ και σε ηλεκτρονικά καταστήματα, το προϊόν δεν υπάρχει ενώ σε κάποιες άλλες είναι περιορισμένη η διαθεσιμότητά του.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η εταιρεία επικεντρώνει πλέον τις προσπάθειές της στην πώληση των προϊόντων Costa Coffee στο HoReCa, όπως προκύπτει από την επιστολή προς τους συνεργάτες της για την εμπορική πολιτική της φετινής χρονιάς. Εκτός από τον καφέ Costa Coffee, η εταιρεία διαθέτει στην αγορά και την ιταλική μάρκα καφέ Vergnano (σ.σ. ελέγχει το 30% του μετοχικού της κεφαλαίου).
Το Euro2day.gr επικοινώνησε με την εταιρεία, η οποία επιβεβαιώνει τις πληροφορίες. Όπως αναφέρει σε δήλωσή της προς το Euro2day.gr, «αποφασίσαμε στην Ελλάδα να επικεντρωθούμε στην περαιτέρω ενίσχυση της παρουσίας των προϊόντων Costa Coffee στο κανάλι του Horeca, που αποτελεί και βασικό κανάλι ανάπτυξης για την κατηγορία του καφέ για εμάς, τόσο με το Cafe Vergnano όσο και με το Costa Coffee. Στόχος μας είναι να αξιοποιήσουμε τα καινοτόμα εργαλεία και υπηρεσίες που διαθέτουμε, ώστε να μπορούμε να προσφέρουμε προστιθέμενη αξία τόσο στους πελάτες όσο και στους καταναλωτές μας».