Χρήσιμα στοιχεία για την αξιολόγηση της φετινής πορείας της ασφαλιστικής αγοράς, αλλά και των εταιρειών του κλάδου προκύπτουν από την Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που δημοσίευσε η Τράπεζα της Ελλάδος.
Ένα πρώτο συμπέρασμα είναι ότι το σύνολο των εταιρειών που εποπτεύεται από την Τράπεζα της Ελλάδος έχει υψηλούς δείκτες φερεγγυότητας, παρά το γεγονός ότι αυτοί έχουν αποκλιμακωθεί ελαφρά κατά τα τελευταία χρόνια. Ειδικότερα, ο δείκτης SCR (ελάχιστα απαιτούμενο το 100%) διαμορφώθηκε κατά μέσο όρο στο πρώτο μισό του 2024 στο 175,9%, έναντι 177,7% πέρυσι και 190,3% το 2021.
Οι ασφαλιστικές εταιρείες αποτελούν τον μεγαλύτερο θεσμικό επενδυτή της χώρας με ενεργητικό ύψους 20,6 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 35% ήταν τοποθετημένο στις 30/6/2024 σε κρατικά ομόλογα, το 14% σε εταιρικά ομόλογα, το 7,3% σε μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων, το 2,4% σε καταθέσεις, το 25% σε τοποθετήσεις που τον κίνδυνο φέρνουν οι πελάτες και το 16,3% σε λοιπές τοποθετήσεις.
Η ασφαλιστική παραγωγή σημείωσε άνοδο κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024, πλην όμως αυτό δεν σημαίνει πως δεν προέκυψε προβληματισμός σε επιμέρους μέτωπα. Για παράδειγμα, στους γενικούς κλάδους παρά το γεγονός ότι η παραγωγή αυξήθηκε κατά 6% (διαμορφώθηκε στο 1,3 δισ. ευρώ), το 52% της παραγωγής κατευθύνθηκε για να καλύψει αποζημιώσεις (loss ratio) και το 49% σε έξοδα διαχείρισης και προμηθειών (δείκτης εξόδων).
Με άλλα λόγια, ο συνολικός δείκτης δαπανών διαμορφώθηκε στο 101% (έναντι 103% πέρυσι) κάτι που σημαίνει ότι κατά μέσο όρο το αποτέλεσμα των εταιρειών από την ασφαλιστική δραστηριότητα ήταν ζημιογόνο. Και αυτό, καθώς φαίνεται πως η αύξηση της συχνότητας των ζημιών και οι πληθωριστικές επιπτώσεις υπερκέρασαν τα οφέλη από την άνοδο των τιμολογίων που έχει λάβει χώρα κατά την τελευταία διετία.
Αντίθετα, φαίνεται (λόγω και της σύνθεσης του χαρτοφυλακίου τους) ότι τα αποτελέσματα των εταιρειών επηρεάστηκαν θετικά από τα επενδυτικά κέρδη και ειδικότερα από τη σημαντική άνοδο που σημείωσαν οι τιμές των ομολόγων στις διεθνείς κεφαλαιαγορές (της ελληνικής, συμπεριλαμβανομένης).
Τέλος, στον κλάδο οχημάτων (αποτελεί περίπου το 30% του συνόλου των γενικών καλύψεων) εντύπωση προκαλεί η συνεχής διεύρυνση των μεριδίων αγοράς που επιτυγχάνουν οι εταιρείες Παροχής Ελεύθερων Υπηρεσιών (ΕΠΥ) οι οποίες μαζί με όσες λειτουργούν ως υποκαταστήματα ελέγχουν το 22% του κλάδο, έναντι 21% το 2023.