Συνέχεια στις επενδυτικές τοποθετήσεις του στον όμιλο ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ και στις συναφείς δραστηριότητές του έδωσε το family office της οικογένειας της Μαριάννας Λάτση (Latsco), το οποίο ανακοίνωσε χθες την πρόθεση απόκτησης συμμετοχής ύψους 10% στο νέο asset του ομίλου, την Αττική Οδό.
H συμμετοχή αφορά στο μετοχικό κεφάλαιο της Παραχωρησιούχου, και το family office δεν αναλαμβάνει μέρος στον δανεισμό που απαιτήθηκε για την αποπληρωμή του τιμήματος 3,27 δισ. ευρώ προς το ΤΑΙΠΕΔ και το ελληνικό δημόσιο.
Υπενθυμίζεται ότι η επενδυτική δραστηριότητα του επενδυτικού βραχίονα της κας Λάτση προς τη ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ είχε κατ’ αρχάς εκδηλωθεί τον Μάρτιο του 2021, όταν απέκτησε ποσοστό 7,5% του μετοχικού κεφαλαίου της εισηγμένης εταιρείας (7.858.571 μετοχές έναντι 11,2 ευρώ ανά μετοχή).
Σε ό,τι αφορά το asset της Αττικής Οδού, η διοίκηση της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ από τη στιγμή που ανακηρύχθηκε προσωρινός ανάδοχος δεν αρνήθηκε το ενδεχόμενο πώλησης ποσοστού της νέας Παραχωρησιούχου σε τρίτους και δεν αρνήθηκε πως υπάρχει ενδιαφέρον. Εξάλλου, με βάση την κυρωμένη πλέον σύμβαση, η εταιρεία Νέα Αττικής Οδός Παραχώρηση δύναται να μεταβιβάσει εντός των πρώτων 5 ετών της διάρκειας της Παραχώρησης, ποσοστό έως 49% σε τρίτους, χωρίς ωστόσο να απολέσει την πλειοψηφία του 51%.
Πηγές του Παραχωρησιούχου έχουν εξάλλου αναφέρει πως εφόσον εκδηλωθεί σοβαρό επενδυτικό ενδιαφέρον αλλά και συμφέρουσα πρόταση (σ.σ. όπως φανερώνει η συμφωνία με Latsco), η εταιρεία είναι ανοιχτή για επιπλέον διάθεση ποσοστού.
Σημειώνεται πως το SPV της Αττικής Οδού έχει επίσης (εκ της σύμβασης) τη δυνατότητα ανεξάρτητης εισόδου στο ΧΑ. Παρ' όλα αυτά υπενθυμίζεται πως η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ επεξεργάζεται εναλλακτικά σχέδια αξιοποίησης συνολικά του τομέα Παραχωρήσεων, χωρίς προς στιγμή να έχει λάβει τελικές αποφάσεις, όπως έχει δημοσίως αναφέρει ο μεγαλομέτοχος του ομίλου Γιώργος Περιστέρης.
Σε κάθε περίπτωση και ειδικά για τον υφιστάμενο αυτοκινητόδρομο της Αττικής Οδού, εκτιμάται ότι το IRR ανέρχεται σε διψήφιο ποσοστό, ενώ η ίδια η διοίκηση του ομίλου έχει εκτιμήσει ότι μπορεί να αποδώσει κέρδη EBITDA της τάξης των 300 εκατ. ευρώ σε ετησιοποιημένη βάση, μεσοσταθμικά καθ' όλη τη διάρκεια της 25ετούς Παραχώρησης.