Σε «τροχιά» μπαίνει και πάλι η δίκη της Folli Follie μετά την απόφαση της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας να εξαιρεθούν από την αποχή διαρκείας των δικηγόρων, μεταξύ άλλων, οι δίκες οι οποίες βρίσκονται σε διακοπή και έχουν εξεταστεί μάρτυρες.
Η δίκη είχε διακοπεί στις 19 Δεκεμβρίου με την πρόεδρο του δικαστηρίου να εκφράζει δημοσίως την δυσαρέσκειά της για την αδυναμία εκδίκασης της υπόθεσης λόγω της αποχής των δικηγόρων.
Την ίδια ώρα ο πρόεδρος του ΔΣΑ Δημήτρης Βερβεσός και οι δικηγόροι της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η οποία παρίσταται ως πολιτική αγωγή, εξέφραζαν αντικρουόμενες απόψεις για το «τις πταίει». Συγκεκριμένα, ο πρόεδρος του ΔΣΑ υποστήριζε ότι κάνενας από τους δικηγόρους, τόσο της πολιτικής αγωγής όσο και της υπεράσπισης, δεν του ζήτησε άδεια για να παραστεί στη δίκη, καθώς και ότι ουδείς του εξέθεσε ζήτημα παραγραφής, ενώ η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς με ανακοίνωσή της υποστήριξε ότι ο ΔΣΑ έδωσε άδεια αποκλειστικά προκειμένου οι δικηγόροι να υποβάλλουν αίτημα διακοπής της δίκης.
Στην προηγούμενη δικάσιμο, η πρόεδρος του δικαστηρίου είχε ξεκαθαρίσει ότι τα αιτήματα του δικηγορικού κόσμου είναι σεβαστά, ωστόσο θα πρέπει να μπεί ένα όριο. «Θέλουμε να δικάσουμε αλλά δεν μπορούμε», είχε πεί χαρακτηριστικά και ως φαίνεται οι ενστάσεις της εισακούστηκαν καθώς η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων εξαίρεσε από την αποχή δίκες με τα χαρακτηριστικά της δίκης της Folli Follie.
Η υπόθεση της Folli Follie έφτασε για πρώτη φορά στο ακροατήριο, ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, τον Ιανουάριο του 2022. Πραγματοποιήθηκαν λίγες συνεδριάσεις και μετά η δίκη «πάγωσε» λόγω αποχής των δικηγόρων από δίκες που αφορούν το αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης. Το δικαστήριο τελικώς αποφάσισε την αναβολή της δίκης για τον περασμένο Ιούνιο, αποδίδοντας μάλιστα εξ ολοκλήρου στους δικηγόρους την ευθύνη για τη συγκεκριμένη εξέλιξη και κάνοντας λόγο για κίνδυνο παραγραφής κάποιων εκ των αδικημάτων.
Τον Ιούνιο, ωστόσο, η δίκη αναβλήθηκε και πάλι λόγω κωλύματος στο πρόσωπο της εισαγγελέα της έδρας, γεγονός που στηλιτεύθηκε από μερίδα δικηγόρων οι οποίοι υποστήριζαν ότι δεδομένης της σπουδής που υπάρχει για την εκδίκαση της συγκεκριμένης υπόθεσης, η δίκη θα έπρεπε να είχε διεξαχθεί κανονικά με αναπληρωματική εισαγγελέα.