Στην ανάκαμψη της εγχώριας αγοράς αλλά και στην περαιτέρω αύξηση των εξαγωγών βασίζεται για το 2023 η εταιρεία φυσικών καλλυντικών Apivita, η οποία ήδη από το 2022 ελέγχεται πλήρως από τον ισπανικό όμιλο πολυτελών ειδών Puig.
Η εταιρεία με ισχυρό brand name στην εγχώρια αγορά έκλεισε τη χρήση του 2022 με οριακή αύξηση πωλήσεων, η διοίκηση της οποίας απέδωσε το γεγονός στη συγκυρία πληθωρισμού, ενεργειακής κρίσης και αβεβαιότητας λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, που επηρέασαν τη δραστηριότητά της κατά το α’ εξάμηνο της περασμένης χρονιάς. Έτσι ο κύκλος εργασιών της διαμορφώθηκε στα 50,844 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 2% σε σχέση με το 2021.
Αντιστοίχως τα καθαρά προ φόρων κέρδη της μειώθηκαν στο 1,9 εκατ. ευρώ έναντι κερδών ύψους 6,345 εκατ. ευρώ το 2021. Όπως σημειώνει η διοίκηση της εταιρείας στην έκθεση διαχείρισης, τα κέρδη του 2021 περιελάμβαναν έκτακτο κέρδος ύψους 912.265 ευρώ από την πώληση της 100% της θυγατρικής Apivita Spain SAU σε άλλη εταιρεία του ομίλου PUIG, που ολοκληρώθηκε εντός της χρήσης 2021.
Πέρα από το έκτακτο κέρδος η εταιρεία το 2022 εμφάνισε σημαντική αύξηση εξόδων (+14%) και λειτουργίας (+12%) που επηρέασαν με τη σειρά τους την κερδοφορία. Ένα μεγάλο μέρος αυτής της αύξησης οφείλεται στη στρατηγική απόφαση της εταιρείας να αλλάξει τον τρόπο διανομής των προϊόντων της στις βασικότερες ευρωπαϊκές χώρες, στοχεύοντας σε μακροπρόθεσμα μελλοντικά οφέλη από την αποτελεσματικότερη διαχείριση των αποθεμάτων και τη δημιουργία οικονομιών κλίμακας. Η αλλαγή αυτή οδήγησε προσωρινά σε αυξημένα έξοδα αποθήκευσης και διανομής για τη χρήση αυτή. Επιπλέον, μέρος της αύξησης των εξόδων οφείλεται στις αυξήσεις που επέφερε η ενεργειακή κρίση.
Επίσης, η εταιρεία στην προσπάθειά της για ανάπτυξη στο εξωτερικό αύξησε τα έξοδα προβολής και διαφήμισης από 3.260.425 ευρώ σε 4.109.891 ευρώ. Σημειώνεται ότι η εταιρεία επιχείρησε την είσοδο και περαιτέρω διείσδυση σε νέες διεθνείς αγορές όπως Τσεχία, Σερβία, Ηνωμένο Βασίλειο, Κίνα, Ουγγαρία, Γαλλία, Χιλή.
Κατά την εκτίμηση δε της διοίκησης της εταιρείας, στη φετινή χρήση του 2023 δύναται να παρουσιάσει αύξηση πωλήσεων κατά 13,5%, υπολογίζοντας πως αυτή θα προέλθει κατά 8% από την εγχώρια αγορά και κατά 25% από την ενίσχυση των εξαγωγών.