Σχεδιάζει να ανοίξει 2 με 3 νέα καταστήματα μέχρι το φθινόπωρο και διατηρεί φιλόδοξους στόχους για περαιτέρω επέκταση στην Ελλάδα η Jysk, το δανέζικο σήμα ειδών για τον εξοπλισμό σπιτιού, που μετράει ήδη δίκτυο 54 σημείων σε λιγότερο από 8 χρόνια παρουσίας στην τοπική αγορά ενώ απολαμβάνει διψήφιο ρυθμό ανάπτυξης πωλήσεων το τελευταίο εξάμηνο χωρίς την προσθήκη νέου καταστήματος.
Το επιτελείο της "δανέζικης ΙΚΕΑ", όπως είθισται να αποκαλείται, βλέπει περιθώρια περαιτέρω διείσδυσης και απόσπασης μεριδίου από την πίτα του κλάδου επίπλων και διακόσμησης έχοντας θέσει μεσοπρόθεσμο στόχο να επεκταθεί με άλλα 20 περίπου καταστήματα φτάνοντας τα 70-75.
Βρίσκεται σε συνεχή αναζήτηση εμπορικών ακινήτων με τις κατάλληλες προδιαγραφές, ήτοι χώρων περίπου 1.000 τ.μ. κατά μ.ο. με δυνατότητα αποθήκης και parking, οι οποίοι είναι δυσεύρετοι, ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα Αθήνας και Θεσσαλονίκης όπου θέλει να ενισχύσει την παρουσία της η Jysk. Πάντως σύμφωνα με πληροφορίες βρίσκεται κοντά σε νέες συμφωνίες για το άνοιγμα 2-3 νέων καταστημάτων τα οποία προβλέπεται να ανοίξουν σε Αθήνα και επαρχία κατά το καλοκαίρι.
Η επεκτατική στρατηγική της Jysk συνάδει με την υπέρβαση των στόχων της στην Ελλάδα. Έχει ικανοποιήσει τον πρώτο στόχο για 40 καταστήματα την πρώτη 5ετία και οδεύει ολοταχώς για περαιτέρω επέκταση, κάτι που πριμοδοτούν τα έσοδα και η κερδοφορία της. Είναι ενδεικτικό ότι παρά τις προκλήσεις στο οικονομικό περιβάλλον έκλεισε το τελευταίο οικονομικό έτος Σεπτέμβριος 2021 - Αύγουστος 2022 με νέο ρεκόρ πωλήσεων και κερδοφορίας (με 82,2 εκατ. ευρώ τζίρο αυξημένο κατά 33,6% και 9,1 εκατ. ευρώ EBIT με αύξηση 203%) απασχολώντας πλέον 455 υπαλλήλους.
Στο μέσον περίπου της νέας οικονομικής χρήσης 2022/2023, μπορεί να μην διατηρείται ο ρυθμός ανάπτυξης του 2021/2022 αλλά παραμένει διψήφιος, σύμφωνα με πηγές στην εταιρεία που τονίζουν ότι η ανάπτυξη έχει επιτευχθεί χωρίς να έχει προστεθεί νέο κατάστημα στο δίκτυο και παρά τις επιπτώσεις της κρίσης στο διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών και στα λειτουργικά κόστη της εταιρείας, από τις ανατιμήσεις στην ενέργεια και την αγορά προϊόντων από προμηθευτές σε όλο τον κόσμο, μέχρι τα μεταφορικά κόστη στην Ευρώπη και την τροφοδοσία των καταστημάτων.
Σημειώνεται ότι η επένδυση που είχε γίνει πριν από περίπου 2-3 χρόνια σε εγκαταστάσεις αποθήκης στη Βουλγαρία έχει συνεισφέρει στη μείωση των χρόνων για τις μεταφορές και έχει περιορίσει προβλήματα ελλείψεων συγκριτικά με το προηγούμενο καθεστώς, όπου το κέντρο τροφοδοσίας ήταν στην Πολωνία. Δεν έχει περιορίσει ωστόσο τα κόστη που έχουν να κάνουν με τη διαταραχή στις αγορές και εν τέλει έχουν αποτύπωμα στις τελικές τιμές των προϊόντων. Αυτές οι εξελίξεις σε συνδυασμό και με την έλλειψη κατάλληλων ακινήτων έχουν επιβραδύνει τον τελευταίο χρόνο και τον ρυθμό ανάπτυξης του δικτύου, που αναμένεται να επανέλθει, σύμφωνα με στελέχη της εταιρείας, σε 5-6 νέα σημεία ετησίως το προσεχές διάστημα.
Οι προκλήσεις για τον όμιλο Lars Larsen
Εντωμεταξύ, τα παραπάνω συμβαίνουν σε μια περίοδο που η δανέζικη πολυεθνική του Lars Larsen αντιμετωπίζει προκλήσεις, αν και επιβεβαιώνει το success story της διαθέτοντας συνολικά πάνω από 3.200 καταστήματα σε 48 χώρες, με τζίρο 4,87 δισ. ευρώ και EBIT 612 εκατ. ευρώ πέρυσι. Η μεγαλύτερη πρόκληση δε παραμένει η ομαλή μετάβαση σε ένα brand μετά την συγχώνευση σε μια επιχειρηματική οντότητα της JYSK Nordic, με έδρα τη Δανία, όπου ανήκε και η Ελλάδα και της Dänisches Bettenlager, με έδρα τη Γερμανία, που είχε στον έλεγχό της τις δυτικές χώρες της Ευρώπης.
Από την άλλη μεριά ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία επηρέασε την πολυεθνική αλυσίδα δεδομένου ότι χρειάστηκε να αποσύρει τη δραστηριότητά της από τη Ρωσία λίγο μετά το άνοιγμα των πρώτων καταστημάτων της. Επιπλέον υπέστη επιπτώσεις στην Ουκρανία, μια μεγάλη αγορά για τα σήματά της. Όπως και ελληνικές εταιρείες με παρουσία στην Ουκρανία, χρειάστηκε να διακόψει τη δραστηριότητά της για κάποιους μήνες μεταφέροντας εργαζόμενους με τις οικογένειές τους σε πιο ασφαλείς χώρες που έχει παρουσία. Πλέον έχει αποκατασταθεί μεγάλο μέρος της εκεί δραστηριότητας.