Από το 2012 «αραχνιάζει» εθνικό σχέδιο για την ανάπτυξη του ορυκτού πλούτου της χώρας. Παράλληλα, το πρώην ΙΓΜΕ και νυν ΕΑΓΜΕ έχει προχωρήσει σε ερευνητική καταγραφή των μεταλλευμάτων που κρύβει η ελληνική γη, ωστόσο, παρέμεινε ημιτελής η προσπάθεια αυτή, γιατί δεν συνοδεύθηκε ουδέποτε από την εκτίμηση και την υλοποίηση των αναγκαίων επενδύσεων.
Την έλλειψη πολιτικής βούλησης να αξιοποιηθεί ο κλάδος προς όφελος της ελληνικής οικονομίας υπογράμμισε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων Αθανάσιος Κεφάλας, σε γεύμα εργασίας που παρέθεσε την Τρίτη ο ΣΜΕ.
Στην Ελλάδα βρίσκεται η αρχή της αλυσίδας αξίας για την κάλυψη των αναγκών της πράσινης μετάβασης, τόνισε ο ίδιος. Έχει υπολογιστεί ότι θα χρειαστούν για την πράσινη μετάβαση 4-6 φορές περισσότερα μεταλλεύματα και ορυκτά. Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη με αξιόπιστη παραγωγή βωξίτη, διαθέτει κοιτάσματα σιδηρονικελίου για μπαταρίες νικελίου, μέχρι ουράνιο στο Παρανέστι της Δράμας.
«Υπάρχουν περιοχές που διαθέτουν και άλλα μεταλλεύματα, τις οποίες δεν μπορούμε να αξιοποιήσουμε, γιατί δεν θέλουμε σύγκρουση με τις τοπικές κοινωνίες», επισήμανε ο κ. Κεφάλας. «Το πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη χρημάτων αλλά η διαχείρισή τους, πώς θα τα ξοδέψουμε. Η ανάπτυξη του κλάδου πρέπει να ενταχθεί στις στρατηγικές επιλογές του μέλλοντος».
Ο πρόεδρος του ΣΜΕ αναφέρθηκε στα χρονίζοντα ανοικτά ζητήματα που ταλαιπωρούν τον κλάδο. Όπως τόνισε, «με πολλούς τρόπους έχουμε κατά καιρούς επισημάνει στα αρμόδια υπουργεία σημαντικά εμπόδια στην ανάπτυξη του κλάδου και έχουμε εκφράσει δημόσια τον προβληματισμό μας για τη χαμηλή προτεραιότητα στη δρομολόγηση διαδικασιών άρσης τους. Μία σειρά από θέματα καθυστερούν να αντιμετωπιστούν, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ανταγωνιστικών μειονεκτημάτων και αποθάρρυνση για νέες επενδύσεις στον εξορυκτικό κλάδο».
Ενδεικτικά, παρέθεσε:
- Τις καθυστερήσεις, κυρίως, στην περιβαλλοντική αδειοδότηση. Δώδεκα χρόνια μετά τη θέσπισή τους, οι Πιστοποιημένοι Αξιολογητές ακόμα δεν έχουν δραστηριοποιηθεί, ενώ για να εκδοθεί μία άδεια χρειάζεται μίνιμουμ 7 χρόνια.
- Το Ειδικό Χωροταξικό των Ορυκτών Πρώτων Υλών ήδη κλείνει κοντά μία δεκαετία συζητήσεων και μελετών και το πρόβλημα της προστασίας του μέλλοντος των ορυκτών από ανταγωνιστικές χρήσεις οξύνεται.
- Σε αντίθεση με τις πρακτικές και τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εξόρυξη σε περιοχές NATURA, η χώρα μας την έχει εξαιρέσει από τις δύο ζώνες προστασίας και πολλοί μελετητές Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών την εξαιρούν αναιτιολόγητα και από τις υπόλοιπες δύο.
- Χάνεται σταδιακά έμπειρο προσωπικό και κυρίως υπάρχει έλλειψη σε μεσαία στελέχη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η διόγκωση της έλλειψης χειριστών, των οποίων οι άδειες στηρίζονται ακόμα κυρίως στην εμπειρία και όχι στην εκπαίδευση και πιστοποίηση των ικανοτήτων και δεξιοτήτων τους. Η απουσία σχολών εργοδηγών αλλά και η ανωτατοποίηση των ΤΕΙ δημιούργησε σοβαρό κενό. Το πρόβλημα με την έλλειψη στελεχών εντοπίζεται κυρίως στην περιφέρεια, όπου δραστηριοποιούνται οι εταιρείες του κλάδου. Εκτιμάται, μάλιστα, ότι σε δέκα χρόνια θα γιγαντωθεί, χωρίς ορατό διέξοδο.
Παρ' όλα αυτά, οι εταιρείες του κλάδου θα συνεχίσουν να επενδύουν στην Ελλάδα. Όπως ανέφερε ο κ. Κεφάλας, για το 2023 εκτιμάται ότι θα πραγματοποιηθούν επενδύσεις ύψους 300-400 εκατ. ευρώ, με συντηρητικές εκτιμήσεις, δίνοντας έμφαση στην ψηφιοποίηση, τη νέα γενιά μηχανολογικού εξοπλισμού και τα μέτρα ασφαλείας.
Το ενεργειακό κόστος
Το υψηλό ενεργειακό κόστος έχει επηρεάσει και τις εταιρείες του κλάδου της εξορυκτικής βιομηχανίας, με δυσμενείς συνέπειες στην ανταγωνιστικότητά τους και τη μείωση των εξαγωγών. Το 2022 το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε κατά 160% και μετά τις επιδοτήσεις, ενώ το κόστος των υγρών καυσίμων κατά περίπου 40%. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί το κόστος παραγωγής κατά 25-50%. Η οικονομική επιβάρυνση για την εξόρυξη και καθετοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών αποτιμάται σε αρκετές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ.
Ο πρόεδρος του ΣΜΕ ζήτησε για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών να αρθούν τα ρυθμιστικά και τεχνικά εμπόδια για τoν ενεργειακό συμψηφισμό του ηλεκτρικού ρεύματος, να υπάρχει πολιτική σταθερής τιμής ρεύματος για την εξόρυξη και τη βιομηχανία, με κάλυψη των διακυμάνσεων από την πολιτεία, να θεσπιστεί η επιστροφή κατά 50% του Ειδικού Φόρου Καυσίμων και να επανεξεταστούν αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Η σύγχρονη, υπεύθυνη και βιώσιμη εξόρυξη είναι ο οδηγός των μελών μας», υπογράμμισε ο κ. Κεφάλας. «Οι επιδόσεις μας στο τρίγωνο της βιώσιμης ανάπτυξης είναι σημαντικές και πρωτοπορούμε με σύγχρονο Κώδικα Αρχών Βιώσιμης Ανάπτυξης και σχεδόν 20 χρόνια συστηματικού δημόσιου απολογισμού. Αυτό μας καθιστά επιλέξιμη δραστηριότητα για την απόκτηση και διατήρηση της κοινωνικής άδειας λειτουργίας, απαιτείται, όμως, ακόμα μεγαλύτερη υποστήριξη από τη Δημόσια Διοίκηση για να εμπεδωθεί η αντίληψη αυτή στις τοπικές κοινωνίες».
Σε ό,τι αφορά το 2023, ο πρόεδρος του ΣΜΕ ανέφερε ότι δεν μπορούν να γίνουν ασφαλείς προβλέψεις, λόγω του ρευστού επιχειρηματικού και γεωπολιτικού περιβάλλοντος. «Ξεκίνησε όμως καλά και παραμένουμε αισιόδοξοι ότι τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα του κλάδου, η αποδεδειγμένη ανθεκτικότητα των μελών μας και η σύντομη άρση των εμποδίων στην ανάπτυξή μας θα φέρουν καρπούς, προς όφελος όλων των μελών μας», κατέληξε.