Στο τέλος του 2022 ή στις αρχές του 2023 αναμένεται να κάνουν την επανεμφάνισή τους στα ψυγεία της Βόρειας Ελλάδας, μετά από απουσία ετών, τα προϊόντα της ΑΓΝΟ, όπως επισημαίνει, μιλώντας στο ΑΠΕ- ΜΠΕ ο Δημήτρης Σαράντης, πρόεδρος του ομίλου «Ελληνικά Γαλακτοκομεία ΑΕ», που απέκτησε πρόσφατα τις εγκαταστάσεις, τον μηχανολογικό εξοπλισμό και το εμπορικό σήμα της ιστορικής γαλακτοβιομηχανίας της Θεσσαλονίκης, στο πλαίσιο δημόσιου πλειοδοτικού διαγωνισμού.
Ο κ. Σαράντης διευκρινίζει πως η πορεία των προϊόντων στην αγορά θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό και τις επόμενες κινήσεις του νέου ιδιοκτήτη ως προς την «αφύπνιση» του εργοστασίου της ΑΓΝΟ στον Λαγκαδά, το οποίο απαιτεί, όπως λέει, επένδυση της τάξης των 50 εκατ. -100 εκατ. ευρώ, για να τεθεί εκ νέου σε λειτουργία, μετά την εγκατάλειψή του επί σειρά ετών (σ.σ. οι μηχανές σίγησαν τον Μάρτιο του 2013 κι έκτοτε δεν έχουν λειτουργήσει).
«Θεωρούμε ότι το σήμα της ΑΓΝΟ έχει θέση στην αγορά. Θα το τεστάρουμε με την τοποθέτηση προϊόντων στην αγορά της Βόρειας Ελλάδας, και θα εναπόκειται στους Βορειοελλαδίτες να επιβεβαιώσουν την προτίμησή τους. Τα προϊόντα θα παράγονται σε πρώτη φάση στα εργοστάσια (του ομίλου) στη Λάρισα ή τα Τρίκαλα ή τη Ροδόπη και από την ανταπόκριση των καταναλωτών θα εξαρτηθούν πάρα πολλά ως προς το εργοστάσιο στον Λαγκαδά.
Πιστεύουμε ότι το σήμα της ΑΓΝΟ, με πολύ καλή υποστήριξη από τον όμιλο, μπορεί να ξαναπάρει μερίδια αγοράς στη Θεσσαλονίκη και γενικά τη Μακεδονία και αν στη συνέχεια έχει ζήτηση και στη Νότια Ελλάδα δεν θα χαλάσουμε το χατήρι κανενός» σημειώνει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ομίλου «Ελληνικά Γαλακτοκομεία ΑΕ», που συγκεντρώνει υπό τη σκέπη του brands, όπως τα ΟΛΥΜΠΟΣ, ΤΥΡΑΣ και ΡΟΔΟΠΗ. Στο ερώτημα δε, για το ποσοστό του γάλακτος από την περιοχή της Μακεδονίας, που θα απορροφάται στην παραγωγή των προϊόντων αυτών, διευκρινίζει ότι, έτσι και αλλιώς, ο όμιλος αντλεί σήμερα το 40% του γάλακτος από την Κεντρική Μακεδονία, ίσο ποσοστό από τη Θεσσαλία και 20% από την περιοχή της Ξάνθης.
Ως προς τα προϊόντα ΑΓΝΟ, που θα βγουν στην αγορά της Βόρειας Ελλάδας το 2022-2023, ο κ. Σαράντης διευκρινίζει ότι η αρχή θα γίνει με κωδικούς κάποιων βασικών προϊόντων (συνολικά οι κωδικοί της ΑΓΝΟ, που περνούν στον όμιλο είναι περίπου 15) και συγκεκριμένα με γάλα, γιαούρτι, τυρί και βούτυρο. Ο όμιλος ενδιαφέρεται και για τα παγωτά (ένα προϊόν στο οποίο δεν έχει σήμερα παρουσία στην ελληνική αγορά), αλλά όπως επισημαίνει ο πρόεδρός του, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η ελληνική αγορά του παγωτού έχει αλλάξει πολύ σε σχέση με τη δεκαετία του '80, όταν η ΑΓΝΟ με τη χαρακτηριστική ερυθρόλευκη ετικέτα της μεσουρανούσε, οπότε η επέκταση σε αυτόν τον τομέα απαιτεί προσεκτικό σχεδιασμό και θα διερευνηθεί σε έτερο χρόνο.
Πότε και πώς θα γίνει η επένδυση στο εργοστάσιο και πόσο θα στοιχίσει
Η είσοδος του ομίλου στην ΑΓΝΟ έγινε πρόσφατα, «κλείνοντας» τον κύκλο άγονων πλειστηριασμών για την ιστορική γαλακτοβιομηχανία, για την οποία, σημειωτέον, είχε εκφράσει ενδιαφέρον η ΤΥΡΑΣ ήδη από το «μακρινό» 2003. Εκτός από τα εμπορικά σήματα, στον όμιλο περιέρχεται το μεγάλο οικόπεδο, εμβαδού άνω των 130 στρεμμάτων, όπου βρίσκεται το εργοστάσιο της ΑΓΝΟ στον Λαγκαδά Θεσσαλονίκης, αλλά και ο μηχανολογικός εξοπλισμός. «Βέβαια, η εγκατάσταση είναι απαξιωμένη, επειδή είναι χρόνια κλειστή.
Οτιδήποτε βρίσκεται εκεί, πρακτικά δεν δουλεύει. Παλαιότερα υπολογίσαμε ότι η υπολειπόμενη αξία του μηχανολογικού εξοπλισμού δεν ξεπερνά τα 2 εκατ. ευρώ. Ο φέρων οργανισμός του εργοστασίου πολύ πιθανόν θα παραμείνει, ενώ μπορούν να αξιοποιηθούν και τα σιλό γάλακτος, τα οποία υπάρχει επίσης η δυνατότητα να μετακινηθούν οπουδήποτε ο όμιλος τα έχει ανάγκη. Πρέπει όμως να φύγει το scrap και να αποκατασταθούν οι φθορές.
Νομίζω πως η επένδυση (που απαιτείται στο εργοστάσιο στον Λαγκαδά) δεν μπορεί να γίνει με τίποτα λιγότερο από 50 εκατ. ευρώ, αν και είναι πιθανό να φτάσει και στα 100 εκατ. Από τη στιγμή που θα έχουμε τα δεδομένα για το ποια είναι η αποδοχή των προϊόντων στην αγορά, θα χρειαστούμε περίπου τρία χρόνια για να αποκαταστήσουμε το εργοστάσιο, το οποίο θα πρέπει να γίνει υπεραυτόματο και να πληροί όλες τις αναγκαίες προδιαγραφές, για αυτό και απαιτεί υψηλή επένδυση» εξηγεί ο κ. Σαράντης, ενώ στο ερώτημα αν εκτιμά πως θα συνεχιστεί η κινητικότητα που παρατηρείται εσχάτως στην ελληνική αγορά τροφίμων, ως προς τις εξαγορές, απαντά πως μάλλον ναι, και θα αφορά κυρίως μεσαίες και μεγάλες μονάδες. Προσθέτει δε, ότι αυτή η κινητικότητα δεν είναι κακή, αφού τονώνεται ο ανταγωνισμός και ανανεώνονται οι ιδέες.
Αναμνήσεις Θεσσαλονικέων από την ΑΓΝΟ
Για τον επιχειρηματία Νίκο Πέντζο, πρόεδρο του Συνδέσμου Βιομηχανιών (τότε Βορείου Ελλάδος) ώς το 2013, έτος κατά το οποίο μπήκε το λουκέτο στην ΑΓΝΟ, οι τίτλοι τέλους για την ιστορική βιομηχανία ήταν πολύ αρνητική εξέλιξη, συναισθηματική φορτισμένη. «Η δική μας παρέμβαση (ως ΣΒΕ και τότε ΣΒΒΕ) διαχρονικά είναι να προσπαθούμε, στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, να μην κλείσει καμία βιομηχανία, ιδίως ιστορική όπως η ΑΓΝΟ. Το να κλείνει μια τέτοια βιομηχανία είναι πάντα μια στενάχωρη κατάσταση, που πέραν όλων των άλλων έχει σημαντική κοινωνική επίπτωση, αφού πολλοί άνθρωποι χάνουν τη δουλειά τους. Δεδομένου πως και η δική μας εταιρεία, η ΖΑΝΑΕ, θα συμπληρώσει σύντομα έναν αιώνα ζωής (σ.σ. ιδρύθηκε το 1930), το να βλέπουμε να κλείνει μια ιστορική βιομηχανία έχει επιπλέον και μια συναισθηματική φόρτιση προσωπική, καθώς είμαστε και εμείς μια εταιρεία ιστορική.
Άλλωστε, στη Βόρεια Ελλάδα, η ΑΓΝΟ ήταν συνυφασμένη με την καθημερινή ζωή. Σήμερα είμαι 51 ετών και ακόμα θυμάμαι το πλαστικό μπουκαλάκι με το κόκκινο αλουμινένιο καπάκι, που είχε το γάλα κακάο που έπινα ως παιδί. Η ΑΓΝΟ ήταν για πολλούς ανθρώπους κάτι σαν μια "γειτονιά" της καθημερινότητας. Δεν γνωρίζω τι ακριβώς συνέβη και έκλεισε η ΑΓΝΟ, γιατί ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις τι συμβαίνει μέσα σε μια επιχείρηση, αλλά σίγουρα όταν έκλεισε ένιωσα ότι δεν μπορώ να επισκεφτώ πια ένα μέρος που πήγαινα συχνά» λέει χαρακτηριστικά στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ.Πέντζος.
Κατά τον Γιώργο Κουγιούνη, πρώην εργαζόμενο στην ΑΓΝΟ (από το 1989) και μέλος του διοικητικού συμβουλίου του τελευταίου εργατικού σωματείου της γαλακτοβιομηχανίας, η εταιρεία έχει περάσει από πολλά κύματα. «Το 2013 (σ.σ. όταν σταμάτησε η παραγωγική δραστηριότητα) το κλίμα ήταν πολύ βαρύ, αλλά βαρύ κλίμα είχαμε βιώσει και το 2003, πριν ο κ. Κολλιός πάρει την ΑΓΝΟ από την ΑΤΕ. Μάλιστα, η εταιρεία είχε ανακτήσει τότε αρκετά καλό μερίδιο στην αγορά, τόσο στο γάλα, όσο και στα τυροκομικά, αλλά δυστυχώς το όνειρο δεν κράτησε πολύ. Όταν έκλεισε, οι εργαζόμενοι ήμασταν περίπου 300-350 πανελλαδικά, συμπεριλαμβανομένων των διανομέων και των εργαζομένων στα υποκαταστήματα σε Αθήνα και Χαλκιδική.
Είχαμε παλαιότερα φτάσει μέχρι και στους 800 περίπου, όταν η εταιρεία μεσουρανούσε. Κατά τη γνώμη μου, τέτοιο μπραντ δεν έχει ξαναϋπάρξει. Δεν θα ξεχάσω το τυρί "Βικτώρια", το διάσημο βούτυρο αγελάδος ΑΓΝΟ, το παγωτό, το κακάο, τις διαφημίσεις με τον Γκάλη, στο Παλέ ντε Σπορ κτλ. Λένε πως οι καταναλωτές είχαν ερωτική σχέση με την ΑΓΝΟ, αλλά νομίζω πως αυτό ίσχυε και για τους εργαζόμενους, που είχαν βάλει πλάτη για την εταιρεία και στη συνέλευση των πιστωτών» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Κουγιούνης και προσθέτει πως, στον αρχικό πλειστηριασμό για την ΑΓΝΟ, το τίμημα ξεπέρασε τα 18 εκατ. ευρώ, και στον τελευταίο, που τελικά τελεσφόρησε, έπεσε στα 7,7 εκατ.
Άρρηκτα συνδεδεμένη με τον δήμο Λαγκαδά υπήρξε η γαλακτοβιομηχανία ΑΓΝΟ, όπως επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο δήμαρχος, Ιωάννης Ταχματζίδης. «Οι γαλακτοπαραγωγοί μας για ένα διάστημα έδιναν σχεδόν όλοι το γάλα τους στην ΑΓΝΟ, δημότες μας δούλευαν στο εργοστάσιο... Είχε συνδεθεί το όνομα ΑΓΝΟ με τον Λαγκαδά και το γεγονός ότι μια ιστορική βιομηχανία ξανανοίγει στην περιοχή μας, είναι πολύ θετικό» τονίζει. Πηγές από νομικούς κύκλους εξηγούν επίσης στο ΑΠΕ-ΜΠΕ πως η θετική έκβαση του πλειστηριασμού ανοίγει τον δρόμο και για να λάβουν οι πρώην εργαζόμενοι στην εταιρεία μέρος των δεδουλευμένων και των αποζημιώσεών τους.
Η ιστορία της ΑΓΝΟ
Η ΑΓΝΟ ιδρύθηκε το 1950 ως συνεταιριστική βιομηχανία γάλακτος (της Ένωσης Αγελαδοτροφικών Συνεταιρισμών Θεσσαλονίκης) και μόλις λίγα χρόνια αργότερα, το 1955, εξελίχθηκε στην πρώτη βιομηχανία παστερίωσης και εμφιάλωσης γάλακτος στη Βόρεια Ελλάδα, με τις μηχανές να δουλεύουν στο «φουλ» στο εργοστάσιό της στη Σταυρούπολη.
Μάλιστα, το 1987, έτος κατά το οποίο η εθνική ομάδα καλαθοσφαίρισης θριάμβευσε στο Ευρωμπάσκετ, η φήμη της γαλακτοβιομηχανίας διέσχισε τα βορειοελλαδικά σύνορα και επεκτάθηκε σε όλη την Ελλάδα, όταν ο Νίκος Γκάλης διαφήμισε το γάλα της. Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 αρχίζει η κατασκευή του εργοστασίου στον Λαγκαδά, που τότε ήταν τελευταίας τεχνολογίας και απαίτησε μια εξαιρετικά υψηλή επένδυση, κάτι που -σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες- δημιούργησε ισχυρές οικονομικές πιέσεις στην εταιρεία.
Το αποτέλεσμα; Η Αγροτική Τράπεζα έθεσε την ΑΓΝΟ σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης εν λειτουργία το 1999.
Το 2003 η εταιρεία ιδιωτικοποιήθηκε, περνώντας στα «χέρια» του πλειοδότη στον διαγωνισμό της ΑΤΕ, ήτοι της βιομηχανίας «Κολιός», με έδρα το Κιλκίς. Τελικά όμως, η συνεργασία δεν τελεσφόρησε: σε ανακοίνωσή του το 2014 το Εργατοϋπαλληλικό Κέντρο Θεσσαλονίκης υποστήριζε: «Τον Ιούνιο του 2003 η ΚΟΛΙΟΣ εξαγόρασε την ΑΓΝΟ Α.Ε. απαλλαγμένη χρεών.
Η οικονομική της κατάσταση ήταν καλή (απουσία χρεών, αναγνωρισιμότητα του σήματος και υποστήριξη εκ μέρους του καταναλωτικού κοινού). Στην πορεία των ετών υπό τη διοίκηση της ΚΟΛΙΟΣ Α.Ε. η οικονομική της κατάσταση χειροτέρευσε. Από τον Αύγουστο του 2012 η ΑΓΝΟ άρχισε να μην ανταποκρίνεται στις οικονομικές της υποχρεώσεις έναντι των πιστωτών της (...) Κάποιος πήρε αυτή τη γαλακτοβιομηχανία ελεύθερη χρεών και σε λιγότερο από δέκα χρόνια την οδήγησε στην καταστροφή».
Η ΑΓΝΟ οδηγήθηκε στην πτώχευση και τελικά στο λουκέτο. Πραγματοποιήθηκαν δύο πλειστηριασμοί για το εργοστάσιο, τον μηχανολογικό εξοπλισμό και τα σήματα, το 2015 και το 2019, οι οποίοι κηρύχθηκαν άγονοι, πριν ο τρίτος αποδειχτεί ο «τυχερός», δημιουργώντας προοπτική για αναγέννηση της ιστορικής γαλακτοβιομηχανίας.