Αγώνα μακράς διαρκείας έχουν ξεκινήσει οι ασφαλιστικές εταιρείες, με στόχο να καταφέρουν να πολλαπλασιάσουν σε βάθος χρόνου τις εργασίες τους στους γενικούς κλάδους, χρησιμοποιώντας μάλιστα ως επιχείρημα και τα αυξημένα φαινόμενα φυσικών καταστροφών των τελευταίων ετών.
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, η σημαντική αύξηση της ασφαλιστικής παραγωγής του 2021 προήλθε κυρίως από τα επενδυτικά προϊόντα του κλάδου ζωής, αλλά και από την ανοδική πορεία των συμβολαίων υγείας. Κάπως έτσι μάλιστα, προβλέπεται να εξελιχθούν τα πράγματα και φέτος.
Από την άλλη πλευρά ωστόσο, όπως τονίζουν οι ίδιοι κύκλοι, η ανάπτυξη αυτή στηρίζεται σε… πήλινα πόδια, καθώς δεν παρατηρείται σαφής βελτίωση στο κομμάτι της ασφαλιστικής συνείδησης του Έλληνα πολίτη.
«Καλοδεχούμενη η αύξηση στα επενδυτικά προϊόντα, αλλά η τάση αυτή έχει ημερομηνία λήξεως, καθώς τα επιτόκια δεν θα μείνουν σε μηδενικά επίπεδα για πάντα. Έτσι, η μεγάλη νίκη για τον κλάδο θα προέλθει μόνο όταν αναβαθμιστεί η ασφαλιστική συνείδηση των Ελλήνων πολιτών σε ό,τι αφορά την κάλυψη όχι μόνο της υγείας τους αλλά και των περιουσιακών τους στοιχείων και πρώτα απ’ όλα των κατοικιών τους», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες κάθε φορά που συμβαίνει ένα φαινόμενο φυσικής καταστροφής σπεύδουν άμεσα να αποζημιώσουν τους πελάτες τους, να προχωρήσουν σε χορηγίες κοινωνικής στήριξης και να τονίσουν την ενεργή παρουσία τους. Το έπραξαν στην πυρκαγιά στο Μάτι το 2018 και στη συνέχεια σε περιπτώσεις πλημμυρών, σεισμών, έντονων χιονοπτώσεων, στις φωτιές του προηγούμενου καλοκαιριού, αλλά και στην πρόσφατη κακοκαιρία «Ελπίδα».
Ειδικότερα, στην περίπτωση της «Ελπίδας», ήταν αρκετοί οι κάτοικοι της Αττικής που διαπίστωσαν ότι π.χ. θα μπορούσαν να είχαν αποφύγει μεγάλες ζημίες, αν είχαν ασφαλίσει τα αυτοκίνητά τους έναντι φυσικών καταστροφών, καταβάλλοντας ένα μικρό ετήσιο υπερτίμημα.
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, τα ελληνικά νοικοκυριά έχουν αρχίσει πλέον να κατανοούν ότι τα φαινόμενα των φυσικών καταστροφών δεν θα είναι πλέον σπάνια και πως θα συμβαίνουν αρκετά συχνά στο μέλλον. Έχουν αντιληφθεί πλέον το θέμα και ολοένα και περισσότεροι έχουν σταματήσει να πιστεύουν ότι «αυτά θα συμβαίνουν μόνο στους άλλους, αλλά όχι σε μένα».
Από την άλλη πλευρά ωστόσο, αυτή η αλλαγή αντίληψης δεν έχει μεταφραστεί ακόμη σε αξιοσημείωτη αύξηση της ζήτησης ασφαλιστικών συμβολαίων. Για να γίνει κάτι τέτοιο, απαιτείται είτε πολύς χρόνος (με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για τον κίνδυνο που διατρέχουν τα νοικοκυριά, ή για τα ποσά που κάθε φορά θα υποχρεώνεται να καλύπτει ο κρατικός προϋπολογισμός), είτε θεσμική παρέμβαση της Πολιτείας.
Σε ό,τι αφορά το τελευταίο, υπάρχουν δύο αναγνώσεις από τους παράγοντες της ασφαλιστικής αγοράς:
- Η πρώτη μιλά για απογοήτευση από το περιεχόμενο του νομοσχεδίου για την κλιματική αλλαγή, σύμφωνα με το οποίο προβλέπεται η υποχρεωτική ασφάλιση έναντι φυσικών καταστροφών μόνο των νεόδμητων κατοικιών σε περιοχές υψηλής τρωτότητας, χωρίς κανένα κίνητρο από το κράτος. «Αν η υποχρεωτική ασφάλιση είχε γενικευμένο χαρακτήρα και συνοδευόταν και από κάποια κρατική στήριξη ή έστω φορολογική απαλλαγή, τότε θα πλήρωναν μεν περισσότεροι κάτοχοι ακινήτων, αλλά πολύ μικρότερα ποσά. Και επίσης, οι ιδιοκτήτες τους θα ήταν επαρκώς καλυμμένοι, χωρίς κάθε φορά να κρέμονται στα όποια… υπόλοιπα του κρατικού προϋπολογισμού. Οι αποζημιώσεις θα πληρώνονταν από τους αντασφαλιστές του εξωτερικού», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
- Η δεύτερη ανάγνωση είναι ότι παρά το πολύ φτωχό περιεχόμενο του υπό ψήφιση νόμου, είναι η πρώτη φορά που θεσπίζεται υποχρεωτική ασφάλιση κατοικιών και η πρώτη ουσιαστικά φορά που η ιδιωτική ασφάλιση «μπαίνει στην εξίσωση», αφήνοντας έτσι περιθώρια για μεγαλύτερη συνεργασία μεταξύ Πολιτείας και κλάδου στο μέλλον.
Σε κάθε περίπτωση, η τρέχουσα ασφαλιστική κάλυψη κατοικιών περιορίζεται μόλις γύρω στο 15% και επικεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό σε σπίτια που έχουν αποκτηθεί μέσω τραπεζικού δανεισμού.