Δύο κρίσιμες εκκρεμότητες έχει μπροστά της η Εθνική Τράπεζα, η έκβαση των οποίων θα αποβεί καθοριστική για το εύρος της τιτλοποίησης μη εξυπηρετούμενων και ρυθμισμένων δανείων στην οποία προτίθεται να προχωρήσει, κάνοντας χρήση του προγράμματος κρατικής εγγυοδοσίας Ηρακλής.
Παρ' ότι επισήμως η διοίκηση της τράπεζας αναφέρει ότι η περίμετρος της σχεδιαζόμενης τιτλοποίησης δεν έχει οριστικοποιηθεί, κύκλοι του ομίλου σημειώνουν ότι θα περιλαμβάνει μη εξυπηρετούμενα δάνεια και ανοίγματα, ονομαστικής αξίας άνω των 6 δισ. ευρώ, επιβεβαιώνοντας τις σχετικές πληροφορίες του Euro2day.gr.
Ο διαγωνισμός θα ξεκινήσει κατά τη διάρκεια του β’ τριμήνου της φετινής χρονιάς με στόχο να ολοκληρωθεί πριν το τέλος του έτους. Η διοίκηση της τράπεζας επιδιώκει, μάλιστα, η συναλλαγή να ολοκληρωθεί πριν το project Galaxy της Alpha, καθώς δεν περιλαμβάνει ανάθεση διαχείρισης, μεταφορά προσωπικού και εταιρικό μετασχηματισμό.
Η περίμετρος της τιτλοποίησης, η ονομαστική αξία, δηλαδή, των δανείων, τα οποία θα συμπεριληφθούν στο χαρτοφυλάκιο θα οριστικοποιηθεί, αφού πρώτα η Εθνική γνωρίζει αν θα χρειασθεί να πάρει εφάπαξ κόστος 200 εκατ. ευρώ για τον ΛΕΠΕΤΕ και που περίπου θα κινηθεί η ζημιά από την πώληση του 80% της Εθνικής Ασφαλιστικής.
Η διοίκηση της Εθνικής αισιοδοξεί ότι η κυβέρνηση θα καταθέσει σύντομα τροπολογία της διάταξης Πετρόπουλου για τη μετάβαση των ασφαλισμένων και συνταξιούχων του ΛΕΠΕΤΕ στο ΕΤΕΑΕΠ. Όπως έγραψε η στήλη Χαμαιλέων η Εθνική επιδιώκει να τροποποιηθεί η διάταξη για καταβολή ετησίως 40 εκατ. ευρώ, ως συμπληρωματική ασφαλιστική εισφορά, χωρίς να μειωθεί απαραίτητα το ύψος της επιβάρυνσής της.
Στόχος είναι να αναδιατυπωθεί, ώστε η τράπεζα να μην υποχρεωθεί, λόγω IFRS, να εγγράψει εφάπαξ το σύνολο της επίπτωσης ( 200 εκατ. ευρώ). Για να αποφευχθεί το παραπάνω ενδεχόμενο η τροπολογία πρέπει να κατατεθεί, πριν τη δημοσίευση οικονομικών καταστάσεων χρήσης 2019.
Η πώληση του 80% της Εθνικής Ασφαλιστικής, με ανεκτή ζημιά, αποτελεί το δεύτερο κρίσιμο μέτωπο. Στην Αιόλου αισιοδοξούν ότι θα λάβουν προσφορά άνω των 600 εκατ. ευρώ για το 80%, οπότε η ζημιά θα περιορισθεί στα προϋπολογισθέντα επίπεδα (σ.σ. ως 250 εκατ. ευρώ). Σημειώνεται ότι η Εθνική αποτίμησε στις 30/9 στα βιβλία της το 100% της Εθνικής Ασφαλιστικής σε 1,06 δισ. ευρώ.
Αν αποφευχθεί η εγγραφή εφάπαξ ζημιάς από τον ΛΕΠΕΤΕ και η ζημιά της ασφαλιστικής περιορισθεί σε επίπεδα χαμηλότερα των 250 εκατ. ευρώ, η περίμετρος της τιτλοποίησης θα κινηθεί μεταξύ 6,5 με 7 δισ. ευρώ. Σημειώνεται ότι η Εθνική θα σχηματίσει στο δ' τρίμηνο της χρήσης 2019 είτε πρόσθετες προβλέψεις για τα προς τιτλοποίηση δάνεια, είτε πρόβλεψη απομείωσης για την Εθνική Ασφαλιστική, ώστε να μοιράσει τη ζημιά σε δύο χρήσεις.
Με αυτόν τον τρόπο εκτιμάται ότι η φετινή προ προβλέψεων κερδοφορία της τράπεζας, η οποία αναμένεται να ξεπεράσει το 1,1 δισ. ευρώ, μετά τα έκτακτα κέρδη 500 εκατ. ευρώ από την νέα ανταλλαγή κρατικών ομολόγων, θα υπερκαλύψει τη ζημιά από την τιτλοποίηση.
«Κόκκινα» στεγαστικά 5,5 δισ. στην τιτλοποίηση
Παρ' ότι οι οριστικές αποφάσεις για το εύρος και την περίμετρο της τιτλοποίησης, καθώς και τη σύνθεση των δανείων θα ληφθούν τον Μάρτιο, πηγές του ομίλου αναφέρουν ότι τουλάχιστον 5,5 δισ. ευρώ από τα προς τιτλοποίηση δάνεια θα είναι μη εξυπηρετούμενα στεγαστικά από το απόθεμα των περίπου 7 δισ. ευρώ, που διαθέτει η τράπεζα. Σύμβουλοι της τιτλοποίησης είναι η Morgan Stanley και η Oliver Wyman.
Πρόκειται για αλλαγή σχεδιασμού, καθώς μόλις τον περασμένο Μάιο, το πλάνο προέβλεπε την τιτλοποίηση «κόκκινων» στεγαστικών 3,3 δισ. ευρώ και τη διευθέτηση, μέσω οργανικών δράσεων, δανείων 3,7 δισ. ευρώ.
Η αλλαγή στοχεύει στην επιτάχυνση του βηματισμού για τη μείωση των εν Ελλάδι NPEs, τα οποία προβλέπεται να υποχωρήσουν στο τέλος της φετινής χρονιάς στα 5 δισ. ευρώ, έναντι 8,7 δισ. ευρώ που προέβλεπε η «ατζέντα 2022», ενώ το 2021 θα υποχωρήσουν στο 1,7 δισ. ευρώ. Με αυτόν τον τρόπο η Εθνική εναρμονίζεται πλήρως με την άτυπη καθοδήγηση του επόπτη για μείωση του NPE ratio σε επίπεδα χαμηλότερα του 5% ως το τέλος του 2022.
Ο δείκτης κάλυψης των μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών δανείων της Εθνικής κινείται στο 42% και θα αυξηθεί έτι περαιτέρω, εφόσον η τράπεζα προχωρήσει στο σχηματισμό πρόσθετων προβλέψεων στο τελευταίο τρίμηνο της χρήσης 2019.