Σε πάγωμα των συναλλαγών στην αγορά κατοικιών έχει οδηγήσει η κυβερνητική εξαγγελία για τριετή αναστολή του ΦΠΑ (24%) στα νεόδμητα ακίνητα, που είναι άγνωστο από πότε και πώς θα εφαρμοστεί, υποστηρίζουν οι παράγοντες της οικοδομής.
Οι ίδιοι εκτιμούν πως το μέτρο θα αρχίσει να εφαρμόζεται από τις αρχές του 2020, γιατί στο προσχέδιο του προϋπολογισμού υπάρχει κονδύλι 26 εκατ. στις «αναπτυξιακές και κοινωνικές παρεμβάσεις» από «αναστολή του ΦΠΑ στις νέες οικοδομές για 3 έτη». Όλα δείχνουν πως το μέτρο θα ενταχθεί στο φορολογικό νομοσχέδιο που αναμένεται να κατατεθεί τις επόμενες εβδομάδες.
Όμως έχει αναπτυχθεί ολόκληρη φιλολογία για το πώς θα εφαρμοστεί. Στην αγορά υποστηρίζουν πως το μέτρο πρέπει να αφορά κάθε πράξη (αγοραπωλησία) που θα γίνει από 1/1/2020 έως 1/1/2023 για όλες τις οικοδομές που έχουν χτιστεί από το 2006 και μετά, δηλαδή από τότε που εφαρμόστηκε ο υψηλός συντελεστής ΦΠΑ (23% που έγινε 24%). Όπως έχουν ήδη ενημερώσει το υπουργείο Οικονομικών, στην περίπτωση που η αναστολή ΦΠΑ εφαρμοστεί μόνο για τις οικοδομικές άδειες που θα εκδοθούν από 1/1/2020 και μετά, τότε θα οδηγηθούμε στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που επιδιώκει η κυβέρνηση.
Όπως λένε, «όχι μόνο δεν θα αναθερμανθεί η οικοδομική δραστηριότητα αλλά θα επιβραδυνθεί επειδή οι αγορές διαμερισμάτων θα ανακοπούν άμεσα, αφού οι αγοραστές είναι φυσικό να αναμείνουν για μια διετία ή τριετία την κατασκευή των νέων οικοδομών που θα ανεγερθούν με οικοδομικές άδειες του 2020, για να προβούν σε αγορά διαμερίσματος, διότι η αποπεράτωση των οικοδομών αυτών χρειάζεται την πάροδο τουλάχιστον μιας διετίας ή τριετίας. Αυτό θα έχει ως συνέπεια τη νέα βύθιση της οικοδομικής δραστηριότητας, αφού οι περισσότεροι κατασκευαστές περιμένουν να χρηματοδοτήσουν την ανέγερση νέων οικοδομών από τα έσοδα της πώλησης αδιάθετων λόγω της οικονομικής κρίσης οικοδομών».
Οι ιδιοκτήτες τεχνικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην κατασκευή κατοικιών με τους οποίους μίλησε το Euro2day.gr θεωρούν επίσης πως δεν υπάρχει ζήτημα με αναδρομική επιστροφή ΦΠΑ, στην περίπτωση που το μέτρο εφαρμοστεί για όλες τις οικοδομές που κατασκευάστηκαν μετά το 2006. Όπως εξηγούν, «ο ΦΠΑ κατά την πώληση των ιδιοκτησιών με απαλλαγή (πρώτη κατοικία) και κατά το ποσοστό (χιλιοστά) που αναλογεί στην πωληθείσα ιδιοκτησία, μεταφέρεται στο κόστος κατασκευής της οικοδομής και μειώνει το πιστωτικό υπόλοιπο του ΦΠΑ. Συνεπώς δεν δημιουργείται καμία υποχρέωση στο Δημόσιο να επιστρέψει ΦΠΑ». Στην περίπτωση που η πώληση είναι χωρίς απαλλαγή, «ο κατασκευαστής απέδιδε τον ΦΠΑ που εισέπραττε από την πώληση αφού εξέπιπτε τον ΦΠΑ που αναλογούσε στο κόστος της πωληθείσας ιδιοκτησίας. Αρα και πάλι δεν δημιουργείται καμία υποχρέωση στο Δημόσιο να επιστρέψει ΦΠΑ».
Αν το μέτρο εφαρμοστεί μόνο για τις νέες άδειες οικοδομής, τότε θα δημιουργηθεί μια αγορά τριών ταχυτήτων, υποστηρίζουν οι κατασκευαστές. Στην πρώτη ταχύτητα, θα είναι τα διαμερίσματα που θα κατασκευαστούν με τις νέες άδειες (με μηδενικό ΦΠΑ), στη δεύτερη, θα βρίσκονται τα διαμερίσματα που έχουν κατασκευαστεί μετά το 2006 (με ΦΠΑ 24%) και στην τρίτη, τα παλαιότερα διαμερίσματα τα οποία δεν επιβαρύνονται με ΦΠΑ αλλά μόνο με ΦΜΑ (αν δεν είναι για πρώτη κατοικία).
Στην οικοδομή επισημαίνουν πως ούτως ή άλλως το μέτρο έχει περισσότερο ψυχολογική αξία αφού τα έσοδα του δημοσίου από τον ΦΠΑ στα νεόδμητα ακίνητα ήταν «ψίχουλα» την τελευταία δεκαετία, λόγω της κρίσης, και οι αγοραστές πρώτης κατοικίας δεν επιβαρύνονταν με τον ΦΠΑ. Εκτιμάται πως θα προσεγγίσει τα 25 εκατ. ευρώ το 2019, ενώ το 2018 ήταν 13 εκατ. και το 2017, 14 εκατ. ευρώ. Για λόγους σύγκρισης, τα έσοδα του δημοσίου από τον Φόρο Μεταβίβασης (ΦΜΑ) εκτιμώνται στα 245 εκατ. ευρώ το 2019, ενώ το 2018 ήταν 149 εκατ. και το 2017 έφτασαν τα 127 εκατ. ευρώ.
Οσο για τις τιμές, οι οποίες ανεβαίνουν (σε παλαιότερες και νεόδμητες κατοικίες), οι κατασκευαστές υποστηρίζουν πως έχουν ήδη «τσιμπήσει» οι τιμές των οικοπέδων, ειδικά στην Αττική, που η ελεύθερη γη είναι ελάχιστη, ενώ σημαντική είναι και η αύξηση στα ημερομίσθια. Οι ίδιοι περιμένουν ακόμα μεγαλύτερες αυξήσεις στην περίπτωση που η οικοδομή αρχίσει να κινείται με κανονικούς ρυθμούς καθώς σήμερα καταγράφεται κινητικότητα μόνο σε συγκεκριμένες περιοχές που συνδέονται με τη «Χρυσή Βίζα», όπως τα νότια προάστια της Αθήνας.