Καλύτερο δεύτερο εξάμηνο σε σχέση με το πρώτο μισό της περυσινής χρονιάς αναμένεται να εμφανίσει η Μύλοι Λούλη στις λογιστικές καταστάσεις του 2018.
Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2018 ο εισηγμένος όμιλος είχε μεν σημειώσει αύξηση κύκλου εργασιών από τα 45,1 στα 46,8 εκατ. ευρώ, πλην όμως η καθαρή του κερδοφορία υποχώρησε από το 1,08 εκατ. στις 562 χιλ. ευρώ, λόγω τους αυξημένου κόστους των πρώτων υλών και της καθυστέρησης της εισηγμένης (και άλλων εταιρειών του κλάδου) να μετακυλίσει τη συγκεκριμένη επιβάρυνση στους πελάτες της. Ωστόσο, η μετακύλιση πραγματοποιήθηκε στο δεύτερο μισό του 2018, με άμεσο θετικό επηρεασμό του τελικού αποτελέσματος.
Παράλληλα, υπήρξαν ακόμη δύο σημαντικές εξελίξεις για την εταιρεία μέσα στο 2018.
Η πρώτη αφορά την απόκτηση του 70% της εταιρείας πρώτων υλών ζαχαροπλαστικής-αρτοποιίας Kenfood, διευρύνοντας έτσι την προσφερόμενη γκάμα του ομίλου και δημιουργώντας συνέργειες με την υπάρχουσα δραστηριότητα.
Η δεύτερη σημαντική εξέλιξη ήταν η δρομολογούμενη λειτουργία νέας -μικρής σε μέγεθος- παραγωγικής μονάδας αλεύρων στη Βουλγαρία, η οποία θα μπορεί να εξυπηρετεί και τη ρουμανική αγορά (οι απευθείας εξαγωγές στον κλάδο δεν μπορούν να είναι μεγάλες, λόγω του υψηλού μεταφορικού κόστους, παρά το γεγονός ότι η εισηγμένη διαθέτει ιδιότητα λιμάνια). Η πορεία της επένδυσης θα αξιολογηθεί και αν κριθεί σκόπιμο, θα υπάρξει επιπρόσθετη επένδυση στο μέλλον.
Στην εγχώρια αγορά (η Μύλοι Λούλη κατέχει την πρώτη θέση με μερίδιο γύρω στο 25%, έχοντας αυξήσει τον όγκο της παραγωγής της κατά 42% από το 2010 έως σήμερα, όταν ο δεύτερος «παίκτης» βρίσκεται λίγο πάνω από το 10%) συνεχίζεται ο οξύς ανταγωνισμός, ο οποίος έχει ως αποτέλεσμα την οικονομική στενότητα αρκετών εταιρειών του κλάδου. Για παράδειγμα, η Μύλοι Χατζηκρανιώτη διέκοψε πέρυσι την παραγωγική της δραστηριότητα, ενώ και άλλες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν ζητήματα υψηλού δανεισμού.
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, αναμένεται οι ισχυρές δυνάμεις του κλάδου να κερδίσουν μελλοντικά μερίδια και η αγορά να συγκεντρωθεί σταδιακά σε λιγότερα «χέρια».
Μια άλλη εισηγμένη εταιρεία του κλάδου, η Μύλοι Κεπενού, είδε και αυτή -για τους προαναφερόμενους λόγους- το ύψος των καθαρών κερδών της να μειώνεται κατά το πρώτο μισό του 2018 (από τις 385 στις 210 χιλ. ευρώ) ενώ η διοίκησή της είχε προβλέψει για την περυσινή χρονιά κύκλο εργασιών αντίστοιχο περίπου με εκείνον του 2017.
Τόσο η Μύλοι Λούλοι όσο και η Μύλοι Κεπενού τελούν υπό διαπραγμάτευση στο ταμπλό του ΧΑ σε επίπεδα σαφώς χαμηλότερα των ιδίων κεφαλαίων τους, ενώ παράλληλα προχωρούν και σε χρηματικές διανομές (μερίσματα-επιστροφές κεφαλαίου) προς τους μετόχους τους.
Ειδικότερα, η πρώτη έχει τρέχουσα χρηματιστηριακή αξία 41,1 εκατ. ευρώ, όταν στις 30/6/2018 τα ίδια κεφάλαιά της ανέρχονταν σε 89,8 εκατ. ευρώ. Πέρυσι, η εισηγμένη είχε προχωρήσει σε επιστροφή κεφαλαίου ύψους 0,06 ευρώ προς τους μετόχους της (απόδοση 2,5% με βάση την τρέχουσα τιμή των 2,40 ευρώ).
Από την πλευρά της, η Μύλοι Κεπενού τελεί υπό διαπραγμάτευση στο ΧΑ με τρέχουσα χρηματιστηριακή αξία 9,9 εκατ. ευρώ, όταν στις 30/6/2018 τα ίδια κεφάλαιά της είχαν διαμορφωθεί στα 18,71 εκατ. ευρώ. Πέρυσι, είχε διανείμει μέρισμα ύψους 0,028 ευρώ (απόδοση 1,9% με βάση την τρέχουσα τιμή του 1,48 ευρώ).