Τη δύσκολη εξίσωση της αναγκαίας αύξησης των τιμολογίων ηλεκτρικού ρεύματος της ΔΕΗ, προκειμένου η εταιρία να αρχίσει μετά από πολλά χρόνια να αντλεί έσοδα, καθώς και της μη υπέρμετρης επιβάρυνσης των νοικοκυριών κι επιχειρήσεων προσπαθεί να λύσει το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Σύμφωνα με πληροφορίες του Euro2day.gr, οι πιέσεις της διοίκησης της εταιρίας για αναπροσαρμογές των τιμολογίων εντείνονται προς τον υπουργό Γιώργο Σταθάκη, ο οποίος καλείται, κι εν μέσω εκλογικής χρονιάς, να λάβει αποφάσεις που θα σταθμίζουν, αφενός, την ανάγκη βελτίωσης των οικονομικών αποτελεσμάτων της εταιρίας και αφετέρου, την όσο το δυνατόν μικρότερη επίπτωση στις οικογένειες και τις επιχειρήσεις.
Έτσι, πηγές θέλουν το υπουργείο να εξετάζει τις προτάσεις της ΔΕH για μείωση του ποσοστού έκπτωσης συνέπειας 15% που χορηγείται στους πελάτες που πληρώνουν εντός προθεσμίας τους λογαριασμούς, αλλά και για την υιοθέτηση της ρήτρας δικαιωμάτων εκπομπών CO2. Η τελευταία, μέσα από ειδικό μαθηματικό τύπο, θα ενεργοποιείται όταν οι χρηματιστηριακές τιμές ρύπων ανεβαίνουν από κάποιο όριο και πάνω και η επιπλέον διαφορά θα μετακυλίεται στα τιμολόγια των πελατών της.
Από την άλλη μεριά, η ηγεσία του ΥΠΕΝ έχει δώσει εντολές στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας προκειμένου να εξετάσει τις δυνατότητες μείωσης των χρεώσεων Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) και του ΕΤΜΕΑΡ ώστε οι επιπτώσεις από ενδεχόμενη έγκριση της εφαρμογής της ρήτρας CO2 και της μείωσης της έκπτωσης του 15% να μετριαστούν. Σημειώνεται δε, ότι στο ενδεχόμενο μείωσης των ΥΚΩ και του ΕΤΜΕΑΡ τότε ευνοημένοι θα βρεθούν και οι πελάτες των ιδιωτικών εταιριών προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας. Οι συγκεκριμένες χρεώσεις ανήκουν στην κατηγορία των «ρυθμιζόμενων».
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι προβλέψεις για το ΕΤΜΕΑΡ δείχνουν πλεόνασμα άνω των 105 εκατ. ευρώ στον σχετικό λογαριασμό, γεγονός που επιτρέπει τις μειώσεις στις σχετικές χρεώσεις.
Πάντως, τονίζεται πως και στο στρατηγικό κι επιχειρησιακό σχέδιο της δημόσιας επιχείρησης που εκπόνησε η McKinsey προβλέπεται η μείωση της έκπτωσης, η εφαρμογή της ρήτρας CO2 ενώ ακόμη περιγράφεται και η ανάγκη της συγχώνευσης των κλιμακίων κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας.
Αυξήσεις για έξοδο στις αγορές
Η διοίκηση της ΔΕH θέλει να προχωρήσει σε αυτές τις αναπροσαρμογές της τιμολογιακής πολιτικής με δεδομένη την αδήριτη ανάγκη της ενίσχυσης των εσόδων της, ώστε να ξεφύγει από την «κόκκινη» ζώνη, αλλά κυρίως προκειμένου να επιδιώξει με αξιώσεις την έξοδό της στις αγορές. Πηγές θέλουν να διεκδικεί δανεισμό της τάξης των 400 με 500 εκατ. ευρώ, με επιτόκιο λίγο κάτω από το 5%.
Η πρόσφατη αναβάθμιση της πιστοληπτικής της ικανότητας από την S&P δεν αρκεί για να πετύχει ευνοϊκούς όρους χρηματοδότησης. Η S&P στη σχετική έκθεσή της εκφράζει, παρά την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας (από CCC σε CCC+), τις επιφυλάξεις της ως προς τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της δημόσιας εταιρίας.
Ο ίδιος ο χρηματοοικονομικός οίκος εκτιμά ότι το προσαρμοσμένο EBITDA της ΔΕH θα μειωθεί σε περίπου 370 εκατ. με 390 εκατ. ευρώ το 2018 σε σύγκριση με 634 εκατ. ευρώ το 2017. Η πτώση αποδίδεται κατά κύριο λόγο στην πώληση του ΑΔΜΗΕ το 2017, στο υψηλότερο κόστος των βασικών εμπορευμάτων για παραγωγή (αέριο, πετρέλαιο και δικαιώματα διοξειδίου του άνθρακα) και στην ειδική εισφορά για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΕΛΑΠΕ).
Επιπλέον η S&P βλέπει χαμηλές ταμειακές ροές για τα επόμενα δύο με τρία χρόνια και εκτιμά πως αυτές θα πρέπει να καλυφθούν με πρόσθετο χρέος, δηλαδή δανεισμό.