Το προσύμφωνο του deal ύψους 5 δισ. δολαρίων που επισημοποίησαν χθες Aegean Airlines και Airbus για την απόκτηση από την ελληνική αεροπορική εταιρεία αρχικά 30 αεροπλάνων (με οψιόν για επιπλέον 12) της οικογένειας A320neo δεν περιείχε μόνο αριθμούς αλλά και ευδιάκριτους συμβολισμούς.
Ο «Φάρος» του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος στο Δέλτα Φαλήρου (όπου έγινε η παρουσίαση της συμφωνίας) δημιουργούσε, αυτομάτως, τη συμβολική σύνδεση με ένα από τα εμβληματικά νέα «τοπόσημα» της πρωτεύουσας, της αναδυόμενης Αθηναϊκής Ριβιέρας και της Ελλάδας.
Στο κατώφλι του 2020, με την Ελλάδα να εξέρχεται από την εποχή των Μνημονίων με πολλαπλά τραύματα -ίσως και μόνιμες βλάβες-, η Aegean τροχοδρομεί ήδη στην άκρη του διαδρόμου, προετοιμάζοντας την επόμενη φάση ανάπτυξής της.
Όταν το 1994 ο όμιλος του επιχειρηματία Θόδωρου Βασιλάκη εξαγόρασε τη μικρή αεροπορική εταιρεία «Αεροπορία Αιγαίου» (Aegean Aviation) από τον ιδρυτή της Ν. Συμιγδαλά, εξασφάλιζε μια «προίκα» με δύο περιουσιακά στοιχεία: το όνομα «Aegean» και την ιστορική άδεια αερομεταφορέα (AOC) με τον αριθμό «1» που είχε εξασφαλίσει από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας, καθώς ήταν η πρώτη ιδιωτική αεροπορική εταιρεία που ιδρύθηκε στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση των αερομεταφορών στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 1982.
Ακόμα και η Aegean Airlines του 1999, ωστόσο, όταν ο Θ. Βασιλάκης την προικοδοτούσε με τα πρώτα ιδιόκτητα αεροπλάνα της Avro RJ 100, 100 θέσεων, φαντάζει Σταχτοπούτα μπροστά στη σημερινή Aegean που συγκαταλέγεται στο Τοπ 100 των ισχυρότερων αεροπορικών εταιρειών του πλανήτη, με στόλο 60 αεροπλάνων, η οποία τη χρονιά που πέρασε, διακίνησε 13,2 εκατ. επιβάτες (μαζί με την OlympicAir), ξεπερνώντας πλέον τα μεγέθη κίνησης της πάλαι ποτέ κραταιάς Ολυμπιακής.
Μια αλματώδης ανάπτυξη, η οποία συνδέεται απολύτως με την Airbus καθώς η απογείωση ξεκίνησε, ουσιαστικά, πριν από 12 χρόνια. Τότε που η διοίκηση της Αegean Αirlines έδινε τα χέρια με την ευρωπαϊκή κατασκευάστρια αεροπλάνων για να αποκτήσει τα πρώτα ιδιόκτητα αεροπλάνα της οικογένειας Α320. Αεροσκάφη στα οποία βασίστηκε η αλματώδης ανάπτυξη του διεθνούς δικτύου μεσαίων αποστάσεων που έχτισε η Aegean, για να σκαρφαλώσει σε υψηλότερες θέσεις της διεθνούς αγοράς. Εκεί όπου πλέον θεωρείται υπολογίσιμος «παίκτης».
Στα λεγόμενα του αντιπροέδρου της Aegean Ευτύχιου Βασιλάκη ανιχνεύει κανείς κάποια απ’ όσα βρέθηκαν στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με την Airbus. Από αυτά προέκυψε πως το βασικό διαπραγματευτικό χαρτί της Aegean δεν ήταν η… φιγούρα της Boeing να καιροφυλακτεί κάπου στο βάθος για να επωφεληθεί. Η Airbus είχε εξαρχής το προβάδισμα στις προτιμήσεις των υπεύθυνων της Aegean και τους λόγους εξήγησε ο αντιπρόεδρός της.
Αν η εταιρεία στρεφόταν στα Boeing, δεν θα ήταν εύκολο να διατηρήσει στον στόλο όσα από τα σημερινά της αεροπλάνα έκρινε σκόπιμο. Θα ήταν σχεδόν απαγορευτικό από άποψη κόστους συντήρησης.
Ταυτόχρονα, η οικογένεια A320neo της Airbus διαθέτει και τη μεγαλύτερη εκδοχή του Α321. Ένα αεροπλάνο που το μίσθωσε και το έκανε… test drive η Aegean, έμαθε να το δουλεύει και τώρα το θέλει διακαώς. Γιατί; Υπολογίστε: το Α320neo διαθέτει 165 θέσεις ενώ το Α321neo 206. To A320 μπορεί να πραγματοποιεί πτήσεις σε προορισμούς που απέχουν έως 6.500 χιλ. ενώ το Α321neo μπορεί να φθάσει σε αεροδρόμια που απέχουν 7.400 χλμ.
Όπως εξήγησε ο δ/νων σύμβουλος της Aegean Δ. Γερογιάννης, τα νέα αεροπλάνα θα μπορούν να φθάσουν 600-1.500 χλμ. πιο μακριά από τα αντίστοιχα που διαθέτει σήμερα η εταιρεία. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η εταιρεία μπορεί να σχεδιάσει δρομολόγια που διαρκούν 1-2 ώρες περισσότερο από αυτά που πραγματοποιεί σήμερα.
Αν δεν ήταν ο «μπαμπούλας» της Boeing, τότε ποιο ήταν το διαπραγματευτικό απόθεμα της Aegean; Μα η ίδια η εταιρεία, όπως είπε ο Ε. Βασιλάκης. Εξηγώντας πως η Aegean απέδειξε με την πορεία της τη δυναμική της, ενώ επέδειξε αντοχή ακόμα και στη δύσκολη συγκυρία των capital controls, όταν ήταν υποχρεωμένη να παραλαμβάνει αεροπλάνα που είχε παραγγείλει ένα χρόνο πριν, υπό ασφυκτική πίεση κεφαλαίων.
Εμμέσως πλην σαφώς, το παραδέχθηκε και ο εμπορικός δ/ντής της Airbus C. Schultz, αναφέροντας πως η Aegean που «ανδρώθηκε» με αεροπλάνα Airbus είναι σήμερα τριπλάσια σε μέγεθος από εκείνη που παραλάμβανε τα πρώτα Airbus πριν από δώδεκα χρόνια.
Αυτό που έγινε επίσης αντιληπτό είναι πως μέσω της διαπραγμάτευσης, η Aegean κατάφερε να εξασφαλίσει αρκετά καλύτερη τιμή από τα 5 δισ. δολάρια που κοστίζουν τα 30+12 αεροπλάνα, βάσει του επίσημου τιμοκαταλόγου της Airbus.
Η χρηματοδότηση και τα ντιλ του καλοκαιριού
Σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση της επένδυσης, ο Ε. Βασιλάκης έσπευσε να ξεκαθαρίσει πως δεν θα προέλθει από ελληνικές τράπεζες, ούτε από τους μετόχους της Aegean. Οπότε έκλεισε το παράθυρο μιας ενδεχόμενης αύξησης μετοχικού κεφαλαίου (ΑΜΚ) για τη χρηματοδότηση του deal. Μια ΑΜΚ η οποία, εφόσον ενεργοποιούνταν, θα πυροδοτούσε εκ νέου σενάρια για είσοδο στρατηγικού επενδυτή στην εταιρεία και ενίσχυση της μετοχικής της βάσης.
Όπως εξήγησε ο Ε. Βασιλάκης, η εταιρεία έχει πρόσβαση σε πολλές πηγές χρηματοδότησης της παραγγελίας. Ανέφερε, μάλιστα, ως παραδείγματα χρηματοδοτικών σχημάτων τη μορφή του sale & lease back και της χρηματοδότησης μέσω εξασφαλίσεων επί των αεροπλάνων που θα αποκτήσει η εταιρεία.
Σημείωσε, μάλιστα, πως σε δύσκολους καιρούς, η εταιρεία έχει κατακτήσει τη δυνατότητα να αναλαμβάνει δεσμεύσεις 15ετίας αφού θα πληρώνει για τα νέα αεροπλάνα την περίοδο 2020-2035.
Το προσύμφωνο του mega deal με την Airbus, όμως, έφερε στο προσκήνιο ένα «μπουκέτο» από άλλα μικρότερα, τα οποία θα οριστικοποιηθούν τους επόμενους 3-5 μήνες. Το ένα από αυτά αφορά στην απόφαση για τους κινητήρες που θα «φοράνε» τα νέα αεροπλάνα της Aegean. Θέμα το οποίο συνδέεται άμεσα με το κόστος συντήρησης του στόλου, άρα και τα συνολικά λειτουργικά κόστη της εταιρείας.
Το δεύτερο αφορά τα αεροπλάνα που θα προμηθευτεί από εταιρείες που τα προαγοράζουν και στη συνέχεια τα εκμισθώνουν στις αεροπορικές εταιρείες. Πρόκειται για τους λεγόμενους lessors ή το αεροπορικό αντίστοιχο του «μαντρά» για τα αυτοκίνητα.
Όπως εξήγησε ο Ε. Βασιλάκης, η νέα φάση ανάπτυξης της Aegean αφορά, ταυτόχρονα, την ανανέωση του υπάρχοντος στόλου αλλά και την παραγγελία νέων αεροσκαφών.
Τα 30+12 νέα αεροπλάνα Α320neo και A321neo προγραμματίζεται να παραδοθούν την περίοδο 2022-2025. Το 2020 και 2021, ωστόσο, η Aegean πρόκειται να αντικαταστήσει υπάρχοντα αεροπλάνα, μισθώνοντάς τα από lessors. Όπως ανέφερε ο αντιπρόεδρος της Aegean, την περίοδο 2020-2025 η εταιρεία εκτιμά πως θα παραλαμβάνει 10-12 αεροπλάνα τον χρόνο.
Οι επιχειρηματικές συμμαχίες και το στοίχημα
Η επιλογή της Αegean Αirlines να συνδέσει με την ευρωπαϊκή Airbus τη νέα φάση ανάπτυξής της αποτυπώνει, σύμφωνα με παράγοντες της ελληνικής αγοράς, και τις στρατηγικές επιλογές των βασικών τους μετόχων.
Το ντιλ με την Airbus, όπως υποστηρίζουν, υποδηλώνει τους στενούς και ολοένα δευρυνόμενους επιχειρηματικούς δεσμούς των ομίλων Βασιλάκη και Λασκαρίδη με τις ευρωπαϊκές αγορές. Σημειώνουν, μεταξύ άλλων, τους δεσμούς του ομίλου Βασιλάκη με ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες. Υπογραμμίζουν, παράλληλα, το γεγονός πως ο Π. Λασκαρίδης έχει αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο μεταξύ των Ευρωπαίων εφοπλιστών καθώς είναι πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Εφοπλιστικών Ενώσεων (ECSA), με σχεδόν απεριόριστη πρόσβαση σε πηγές χρηματοδότησης.
Η νέα παραγγελία στην Airbus, ταυτόχρονα, μεταθέτει κατά περίπου μία δεκαετία τις όποιες σκέψεις για επέκταση της Aegean σε δρομολόγια μακρινών προορισμών και την απόκτηση ακόμα μεγαλύτερων αεροσκαφών, μεγάλων αποστάσεων.
Σύμφωνα με παράγοντες της εγχώριας αγοράς αερομεταφορών, η νέα παραγγελία της Aegean υποδηλώνει πως στρατηγική επιλογή των βασικών μετόχων της είναι να διασφαλίσει τα κεκτημένα στην αγορά δρομολογίων μεσαίων αποστάσεων, ενισχύοντας περαιτέρω το δίκτυό της στην Ευρώπη (ιδιαίτερα την ανατολική), τη Ρωσία, να επεκταθεί στην ευρύτερη περιοχή του Κόλπου και να είναι σε θέση να εκμεταλλευτεί τις αναδυόμενες αγορές σε περίμετρο έως 7.600 χλμ. από την Αθήνα.
«Μόνο όταν αισθανθεί ότι πατά πολύ γερά στα πόδια της η Aegean θα αποφασίσει το… υπερατλαντικό ταξίδι» έλεγε χαρακτηριστικά κορυφαίος παράγοντας του χώρου, αποδίδοντάς το στην ιδιοσυγκρασία των βασικών της μετόχων.
Η επόμενη παραγγελία θα δείξει αν το εφαλτήριο θεωρείται επαρκές.