Μπορεί η Motor Oil να πετυχαίνει απανωτά ρεκόρ παραγωγής και πωλήσεων πετρελαιοειδών προϊόντων, ωστόσο η προσοχή της διοίκησης παραμένει στραμμένη στην περαιτέρω μείωση του δανεισμού της.
Αυτό προκύπτει από την παρουσίαση των οικονομικών αποτελεσμάτων του εξαμήνου που έκανε στους αναλυτές ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος και γενικός διευθυντής οικονομικών του ομίλου Πέτρος Τζαννετάκης. Η συγκρατημένη διαχείριση των εσόδων και κερδών είναι άλλωστε το κύριο χαρακτηριστικό του διυλιστηρίου της Κορίνθου και όπως τόνισε κι ο ίδιος, η αύξηση της παραγωγής και των πωλήσεων φέρνουν ενισχυμένες χρηματοροές, τις οποίες και θα ξεκινήσουμε να διαθέτουμε για αποπληρωμή μέρους του δανεισμού.
Η διοίκηση του ομίλου κρίνει ότι οι συνθήκες της αγοράς είναι καλύτερες αυτή την περίοδο για την προαναφερόμενη κίνηση. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Μotor Οil, μετά και την αναχρηματοδότηση που πέτυχε με το τελευταίο ομολογιακό, για φέτος δεν έχει καμία υποχρέωση. Το 2018 λήγουν δάνεια 83 εκατ. ευρώ, το 2019 34 εκατ., το 2020 38 εκατ. και το 2021 11 εκατ. ευρώ.
Από την τηλεδιάσκεψη του κ. Τζαννετάκη με τους αναλυτές προέκυψε επίσης ότι είναι πολύ νωρίς για την εταιρία να γνωστοποιήσει τις προθέσεις της για το ύψος του μερίσματος προς τους μετόχους
Πάντως οι εκτιμήσεις θέλουν η χρονιά να κλείνει με υψηλότερα αποτελέσματα. Μάλιστα για το δεύτερο εξάμηνο, τα λειτουργικά αποτελέσματα της εταιρίας αναμένονται ικανοποιητικά, λαμβάνοντας υπόψη, τη δυνατότητα του διυλιστηρίου να πραγματοποιεί περιθώρια στο ανώτερο εύρος του κλάδου, σε συνδυασμό με το υψηλό επίπεδο εργασιών, τη μείωση των χρεωστικών τόκων, λόγω αποκλιμάκωσης του τραπεζικού δανεισμού και του μειωμένου επιτοκίου του νέου ομολογιακού δανείου λήξης 2022.
Η Μotor Οil επίσης συνεχίζει στην εμπορία να επεκτείνεται στα ιδιόκτητα πρατήρια Shell και Avin, με τον αριθμό τους να έχει φτάσει στα 292.
Από την ανάλυση των στοιχείων όγκου των ενοποιημένων πωλήσεων προκύπτει επίσης κι ο έντονα εξαγωγικός χαρακτήρας του ομίλου, δεδομένου ότι οι πωλήσεις εξωτερικού και ναυτιλίας ανήλθαν το πρώτο εξάμηνο σε 79,78% επί του συνολικού όγκου των πωλήσεων, έναντι 73,49% την αντίστοιχη περίοδο του 2016, καθώς και η σημαντική συμμετοχή της βιομηχανικής δραστηριότητας (διαμορφώθηκε σε 87,92% το πρώτο εξάμηνο έναντι 83,04% στο αντίστοιχο περσινό).