«Στην κοινωνία του Gigabit και του Internet of Things χρειαζόμαστε δίκτυα Νέας Γενιάς, υψηλής χωρητικότητας, ταχύτητας και αξιοπιστίας. Γι αυτό επενδύσαμε πάνω από 2 δισ. ευρώ τη περασμένη εξαετία και έχουμε ανακοινώσει ένα μεγάλο επενδυτικό πλάνο ύψους 1,5 δισ. μέχρι το 2020 για οπτικές ίνες και 4G». Αυτό ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο Chief Officer Χρηματοοικονομικών Θεμάτων του Ομίλου ΟΤΕ, κ. Μπάμπης Μαζαράκης, στο πλαίσιο της συμμετοχής του στο πάνελ με θέμα «NGA δίκτυα και υποδομές στην Ελλάδα: Η ψηφιακή αναβάθμιση στην πράξη», στο 9ο Διεθνές Συνέδριο της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ).
Ο Όμιλος ΟΤΕ είναι η εταιρεία των οπτικών ινών στην Ελλάδα. Διέθετε δίκτυα Fiber to the Cabinet ήδη από το 2010. Σήμερα, διαθέτει 34.000 χλμ οπτικών ινών στο δίκτυο κορμού και 6.000 χλμ στο δίκτυο πρόσβασης. Μέχρι το τέλος του 2017, θα έχει περάσει επιπλέον 3.000 χλμ, ενώ στο πλαίσιο του έργου Rural Broadband τοποθετεί συνολικά άλλα 11.000 χλμ οπτικών ινών. «Χρειάστηκαν πάνω από 2 χρόνια για να πάρουμε έγκριση από την ΕΕΤΤ και να διαθέσουμε εμπορικά FTTC, δηλαδή internet με ταχύτητες έως 30 και 50 Mbps. Και μετά χρειάστηκαν άλλα 2-3 χρόνια για να εγκριθεί επί της αρχής το Vectoring, δηλαδή internet με ταχύτητες έως 100 Mbps», σχολίασε σχετικά ο κ. Μαζαράκης, τονίζοντας την ανάγκη για γρήγορα αντανακλαστικά από πλευράς της Πολιτείας. Ωστόσο, χαρακτήρισε τη ρυθμιστική προσέγγιση της ΕΕΤΤ για την υλοποίηση δικτύων νέας γενιάς, μέσα από το πλαίσιο του Vectoring που πρόσφατα αποφασίστηκε, ως «αποτελεσματική, αλλά και ουσιαστική για την αναβάθμιση της χώρας».
Στο πλαίσιο του σχετικού Κανονισμού, η ΕΕΤΤ είχε εγκρίνει την πρόταση του Ομίλου ΟΤΕ για την Α’ φάση του Σχεδίου, που περιλαμβάνει την αναβάθμιση περίπου 11.900 υπαίθριων καμπινών από 168 Αστικά Κέντρα σε αρχιτεκτονική NGA, με χρήση της τεχνολογίας Vectoring και Super-Vectoring. Η κατασκευή τους θα έχει ολοκληρωθεί έως τον Οκτώβριο του 2017.
«Το να πετύχουμε τους στόχους της Ψηφιακής Ατζέντας της ΕΕ για το 2020 είναι μονόδρομος για τη χώρα. Γι αυτό δουλεύουμε!», σημείωσε ο κ. Μαζαράκης. Και συμπλήρωσε: «Είναι σαφές ότι ο Όμιλος ΟΤΕ επενδύει στο μέλλον και είναι διατεθειμένος να συνεχίσει να το κάνει. Όμως αυτές οι επενδύσεις πρέπει να διευκολυνθούν. Χρειαζόμαστε:
• Ρυθμιστικό πλαίσιο που να επιτρέπει και να διευκολύνει την ανάπτυξη των κινητών και σταθερών δικτύων. Ήδη γίνονται βήματα με την νομοθέτηση μέτρων που θα μειώσουν το κόστος ανάπτυξης δικτύων νέας γενιάς, αλλά παραμένει κρίσιμη η απλοποίηση της αδειοδοτικής διαδικασίας.
• Κρατικές ενισχύσεις που θα πρέπει να είναι συμπληρωματικές και όχι ανταγωνιστικές των ιδιωτικών επενδύσεων.
• Ίσους όρους ανταγωνισμού για όλους όσοι δραστηριοποιούνται στην αγορά.
• Επιβράβευση όσων επενδύουν και όχι τιμωρία.
• Κατάργηση της υπερφορολόγησης των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών. Να πω εδώ ότι οι τιμές τα τελευταία χρόνια έχουν μειωθεί δραστικά. Στην κινητή, από το 2010, οι τιμές στη φωνή έχουν μειωθεί κατά 33% και στα δεδομένα κατά 76%. Στην σταθερή, ο ΟΤΕ έχει μειώσει τις τιμές του κατά πάνω από 33% και μέχρι το σημείο που του έχει επιτρέψει η ΕΕΤΤ. Με λίγα λόγια, το ότι ο τελικός καταναλωτής δεν απολαμβάνει πιο φθηνές τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες οφείλεται ξεκάθαρα στην βαριά φορολογία.
• Και το κυριότερο: ο νόμος πρέπει να γίνει αποδεκτός από τις τοπικές κοινωνίες και να εφαρμοστεί τόσο από τις τοπικές αρχές όσο και από τις υπόλοιπες κρατικές υπηρεσίες. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι από την ανάπτυξη δικτύων σε μια περιοχή ωφελούνται, πρώτα απ’ όλα, οι κάτοικοι και οι τοπικές επιχειρήσεις.»
Σε ό,τι αφορά την αύξηση της ζήτησης ευρυζωνικών υπηρεσιών υψηλών ταχυτήτων, ο κ. Μαζαράκης έδωσε έμφαση στην ανάγκη να μπει ψηλά στην ατζέντα της Δημόσιας Διοίκησης το e-governance, ως μέσο για να μεταβεί το κράτος στην νέα ψηφιακή εποχή αλλά και να εκπαιδευτούν οι μεγαλύτερες γενιές στην αναγκαιότητα του internet. Τόνισε επίσης ότι για να βοηθήσει η Πολιτεία τη χρήση, πρέπει να επανεξετάσει την υψηλή φορολογία.