Την εισφορά ακινήτων και μετρητών της Quest Holdings και της θυγατρικής της Unisystems σε νεοσύστατη εταιρεία ΑΕΕΑΠ που θα ονομαστεί BRIQ Properties (πρόσφατα έλαβε έγκριση από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς) αποφάσισε μεταξύ άλλων η χθεσινή τακτική γενική συνέλευση των μετόχων της εισηγμένης εταιρείας.
Μέσω αυτής της κίνησης δρομολογείται ουσιαστικά η δωρεάν διανομή στους μετόχους της Quest Holdings ίσου αριθμού τίτλων της BRIQ ΑΕΕΑΠ, που θα εισαχθεί αυτόνομα στο Χρηματιστήριο της Αθήνας (δεν θα απαιτηθεί δημόσια εγγραφή) και ως περιουσιακά στοιχεία θα έχει ακίνητα του Ομίλου που αποτιμήθηκαν στα 24,8 εκατ. ευρώ και διαθέσιμα κοντά στα 3 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Quest Holdings κ. Θεόδωρο Φέσσα, τέτοιες επενδύσεις αποκτούν νόημα μόνο όταν μεγαλώσουν πολύ σε σχέση με την αρχική περιουσία της BRIQ ΑΕΕΑΠ και πως τα τρέχοντα yields (αποδόσεις) της τάξεως του 7%-9% δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητα στην τρέχουσα εποχή των πολύ χαμηλών επιτοκίων, παρά την πρόσφατη αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης που επιβλήθηκε στον κλάδο.
Από την πλευρά της, η κα Άννα Αποστολίδου που θα διευθύνει την BRIQ αναφέρει ότι «η τρέχουσα χρονική συγκυρία είναι ευνοϊκή για την ίδρυση μιας ΑΕΕΑΠ, καθώς βγαίνουν προς πώληση πολλά ακίνητα είτε από ιδιώτες, είτε από το δημόσιο, είτε από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών. Θα εστιάσουμε στα εμπορικά ακίνητα και οι εναλλακτικοί τρόποι που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για την αύξηση του χαρτοφυλακίου της εταιρείας είναι ο δανεισμός, η επανεπένδυση κερδών, η αύξηση κεφαλαίου με μετρητά, ή ακόμη και η αύξηση κεφαλαίου με εισφορά ακινήτων από τρίτους».
Κατά τα άλλα, απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις των μετόχων, ο κ. Θεόδωρος Φέσσας σημείωσε:
• Παρά τη δύσκολη συγκυρία που χαρακτηρίζει την αγορά, επικρατεί σχετική ικανοποίηση για την πορεία των θυγατρικών της Quest Holdings και κατά το δίμηνο Απριλίου-Μαΐου που ακολούθησε την ανοδική πορεία του πρώτου φετινού τριμήνου (βλέπε δημοσιευθείσες λογιστικές καταστάσεις).
• Η εταιρεία ταχυμεταφορών ACS πηγαίνει καλύτερα από πέρυσι, ενώ ακόμη μεγαλύτερη βελτίωση καταγράφει η Unisystems. Υπάρχει μονοψήφια πτώση της ζήτησης στη λιανική αγορά, όπου η υποχώρηση των εσόδων οφείλεται και στο γεγονός της επιλεκτικής πιστωτικής πολιτικής που ακολουθεί ο Όμιλος προκειμένου να αποφύγει πιθανές επισφάλειες.
• Η ανοδική πορεία της Unisystems σε μια δύσκολη αγορά οφείλεται στην αυξημένη ζήτηση υπηρεσιών από τις τράπεζες, αλλά και από την ολοένα και μεγαλύτερη παρουσία στο εξωτερικό, που πλέον αντιστοιχεί γύρω στο 25% του συνολικού κύκλου εργασιών. Αντίθετα, το μερίδιο των δημοσίων έργων (που έχει υποχωρήσει φέτος λόγω της αναμονής του νέου ΕΣΠΑ) υπολείπεται του 15% του συνολικού τζίρου.
• Παρατηρείται μια ταχύτατη ανάπτυξη των εργασιών της θυγατρικής Card Link καθώς από τις 130.000 περίπου υπάρχοντα σημεία πώλησης, οι 70.000 δημιουργήθηκαν μόλις κατά το τελευταίο επτάμηνο. Η ανάπτυξη όμως των εργασιών αυτών συνοδεύεται από υψηλά αρχικά έξοδα στην αρχή, με αποτέλεσμα σε πρώτη φάση η αύξηση των εργασιών να συνοδεύεται και από άνοδο ζημιών (η κατάσταση αυτή αναστρέφεται σταδιακά με την πάροδο του χρόνου).
• Στον τομέα της ενέργειας δεν δρομολογείται αυτή την περίοδο κάποια νέα επένδυση (υπάρχουν μονάδες συνολικής ισχύος 18,2 MW). Ο Όμιλος τηρεί στάση αναμονής περιμένοντας να ξεκαθαρίσει η γενικότερη κατάσταση της χώρας (το δημόσιο αποτελεί τον μόνο πελάτη) και δευτερευόντως να αυξηθεί η δυνατότητα χρηματοδότησης από το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας.
• Ο Όμιλος Quest χρησιμοποιώντας διαθέσιμά του συμμετείχε στις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου όλων των συστημικών τραπεζών. Σήμερα εξακολουθεί να κατέχει πακέτο μετοχών της Τράπεζας Πειραιώς (οι άλλες τοποθετήσεις έχουν ήδη ρευστοποιηθεί με κέρδος), που θα πουληθούν και αυτές σε κάποια μελλοντική στιγμή. «Η εταιρεία δεν έχει κανέναν λόγο να βιάζεται» σημειώθηκε χαρακτηριστικά.
Τέλος, η χθεσινή γενική συνέλευση ακύρωσε το μεγαλύτερο τμήμα των ιδίων μετοχών που κατείχε (το μέσο κόστος κτήσης τους είναι χαμηλότερο από την τρέχουσα τιμή του τίτλου στο ταμπλό του ΧΑ) και ψήφισε τη δυνατότητα αγοράς νέων ιδίων μετοχών σε εύρος τιμής από 0,1 έως και 10 ευρώ ανά τίτλο.