"Είναι χονδροειδές ψέμα όσα έχουν γραφτεί για «τσιμεντοποίηση» και καταστροφή δάσους 17.630 στρεμμάτων", αναφέρει η Πόρτο Καρράς με αφορμή δημοσιεύματα σε μερίδα του ημερήσιου τύπου.
Αναλυτικά όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση:
Η αλήθεια για το Πόρτο Καρράς
H εταιρεία ΠΟΡΤΟ ΚΑΡΡΑΣ, αποκλειστική ιδιοκτήτρια ολοκλήρου του συγκροτήματος Πόρτο Καρράς στη Χαλκιδική στο οποίο ήδη έχει επενδύσει πολλά εκατομμύρια ευρώ, ζήτησε και έλαβε από την Πολεοδομία Πολυγύρου το έτος 2010 οικοδομική άδεια με αριθμό 199 για την ανέγερση οικίσκων (βίλες) σε κατάλληλα επιλεγμένες θέσεις μέσα σε αυτό. Η ανέγερση των οικίσκων εντάσσεται στο επενδυτικό πρόγραμμα της εταιρείας, εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα της όλης επένδυσης, την απασχόληση και μάλιστα την αύξηση των θέσεων εργασίας, συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη ενώ συγχρόνως σέβεται απόλυτα και προστατεύει το φυσικό περιβάλλον και ειδικότερα τα δασικά τμήματα του συγκροτήματος.
Η Πολεοδομία Πολυγύρου ανακάλεσε το 2013 την άδεια 199/2010 και η επενδύτρια προσέφυγε στο αρμόδιο Συμβούλιο Πολεοδομικών Θεμάτων και Αμφισβητήσεων (ΣΥΠΟΘΑ) το οποίο με απόφασή του της 4.8.2015 ακύρωσε την ανάκληση. Η απόφαση του ΣΥΠΟΘΑ είναι απόλυτα ορθή και σύμφωνη με τους νόμους του Κράτους, την από ετών νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και τα σχετικά έγγραφα των δημοσίων υπηρεσιών τα οποία αναφέρει.
Μοναδικός εχθρός της επένδυσης είναι τα ψέματα, που δυστυχώς φιλοξενούνται σε μερικά δημοσιεύματα:
Είναι χονδροειδές ψέμα όσα έχουν γραφτεί για «τσιμεντοποίηση» και καταστροφή δάσους 17.630 στρεμμάτων. Από τη συνολική έκταση των 17.630 στρεμμάτων περίπου του συγκροτήματος, η αρμόδια δασική αρχή έχει χαρακτηρίσει «δάσος» περίπου τη μισή έκταση και συγκεκριμένα 8.526 στρέμματα. Ο χαρακτηρισμός έγινε ύστερα από αιτήσεις της ίδιας της επενδύτριας. Ορισμένες περιοχές έχουν χαρακτηρισθεί από τη Δασική Υπηρεσία αμετάκλητα ως μη δασικές εκτάσεις. Για μερικές άλλες εκτάσεις η Δασική Υπηρεσία έχει αποφασίσει ότι δεν υπάρχει δικαίωμα χαρακτηρισμού ως δασικού ενδιαφέροντος, ενώ άλλες εκτάσεις, αν είχαν προ 40 ή 50 ετών δασική μορφή, πάντως έχουν απολέσει πριν από το Σύνταγμα του 1975 το δασικό τους χαρακτήρα με νόμιμες διοικητικές πράξεις (διάταγμα του 1968), και έχουν νόμιμα αποδοθεί έκτοτε σε άλλες χρήσεις στο πλαίσιο της επένδυσης που είχε ξεκινήσει ο αρχικός ιδιοκτήτης Ι. Καρράς. Η οικοδομική άδεια 199/2010 αφορά στην ανέγερση κτισμάτων σε εκτάσεις συνολικής επιφάνειας 382 στρεμμάτων, στην οποία περιλαμβάνονται και οι περιβάλλοντες χώροι, δρόμοι πρόσβασης κλπ., που ορίζονται από τα περιγράμματα όλων των εκτάσεων στις οποίες αναφέρεται η άδεια. Καμία δε από τις εκτάσεις αυτές δεν έχει δασική μορφή. Ούτε ένα τετραγωνικό μέτρο κτίσματος δεν προβλέπεται στην άδεια και δεν πρόκειται να κατασκευασθεί σε έκταση που έχει χαρακτηρισθεί δάσος. Ούτε ένα τετραγωνικό μέτρο δάσους δεν πρόκειται να θιγεί και δεν κινδυνεύει από την άδεια και γενικότερα από την επένδυση.
Οι ψευδολογίες που καλλιεργούνται με κάποια δημοσιεύματα σε blogs, εφημερίδες κλπ σε σχέση με την επένδυση φθάνουν στο σημείο να διαστρεβλώνουν τη γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους 164/2003, η οποία εξάλλου ουδέποτε έγινε αποδεκτή από τον Υπουργό. Από μια απλή ανάγνωση του συμπεράσματός της προκύπτει ότι δεν έπαψε και συνεχίζει να ισχύει ο αποχαρακτηρισμός τους από δασικών, των εκτάσεων που έχουν αξιοποιηθεί στο πλαίσιο της επένδυσης. Μιλούν για «παραχώρηση» του ακινήτου του Πόρτο Καρράς από το Δημόσιο στον προηγούμενο ιδιοκτήτη (εταιρεία Ι.Καρρά) και αποκρύπτουν ότι τα ακίνητα, με ενοποίηση των οποίων σχηματίσθηκε το συγκρότημα, αγοράσθηκαν με συνάλλαγμα εξωτερικού. Προσπαθούν να εμφανίσουν ως «χουντική» τη σύμβαση του πρώτου επενδυτή με το Δημόσιο και αποκρύπτουν ότι η σύμβαση αυτή του 1968 επιβεβαιώθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων με επικυρωτικούς νόμους των ετών 1977, 1987 και 1996.
Είναι προφανές ότι η Διοίκηση και ειδικότερα το ΣΥΠΟΘΑ ενήργησε νόμιμα, συμμορφούμενο στο καθήκον απαντήσεως και λήψεως αποφάσεων σε εύλογο χρόνο επί των αιτημάτων των πολιτών και δεν θα ήταν δυνατό και νόμιμο να αναστείλει τη διοικητική δράση του και τις αρμοδιότητές του, λόγω άλλων διαδικασιών (αστικών, ποινικών κλπ) που μπορεί να διαρκέσουν πολύ μεγάλο διάστημα.