Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Στο τραπέζι των αποκρατικοποιήσεων και ο ΟΤΕ

Την πιθανότητα πώλησης ποσοστού 10% του μετοχικού κεφαλαίου του ΟΤΕ στην Deutsche Telekom εξετάζει για μία ακόμη φορά το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης.

  • της Μάρως Τσαντήλα
Στο τραπέζι των αποκρατικοποιήσεων και ο ΟΤΕ
Την πιθανότητα πώλησης ποσοστού 10% του μετοχικού κεφαλαίου του ΟΤΕ στην Deutsche Telekom εξετάζει για μία ακόμη φορά το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης.

Η προφανής δυστοκία που εμφανίζει η κυβέρνηση στην προώθηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων που έχει εξαγγείλει έχει ως αποτέλεσμα πηγές του οικονομικού επιτελείου της να επαναφέρουν στο προσκήνιο το ενδεχόμενο μείωσης της κρατικής συμμετοχής στον τηλεπικοινωνιακό οργανισμό.

Εξάλλου, πρόκειται για ένα εγχείρημα που εκ πρώτης όψεως φαντάζει εύκολο. Στην περίπτωση του ΟΤΕ αγοραστής υπάρχει και μάλιστα με δηλωμένη την επιθυμία του να αγοράσει. Επιπλέον, βρίσκεται σε ισχύ ακόμη μία συμφωνία που επιτρέπει στην κυβέρνηση να πωλήσει, με εξασφαλισμένο μάλιστα υπερτίμημα.


Η συμφωνία του 2008

Η Deutsche Telekom εδώ και πολύ καιρό έχει κάνει γνωστή την επιθυμία της να ενεργοποιηθεί η συμφωνία την οποία είχε υπογράψει με την προηγούμενη ελληνική κυβέρνηση το 2008.

Με βάση τη συμφωνία αυτή, η ελληνική πλευρά έχει δυνατότητα να διαθέσει στη γερμανική εταιρία επιπλέον ποσοστό 10% του ΟΤΕ έως το τέλος του χρόνου με υπερτίμημα.

Η συμφωνία προβλέπει ότι ο υπολογισμός της τιμής πώλησης γίνεται με τον σταθμισμένο μέσο όρο των τιμών και των όγκων των τελευταίων 20 συνεδριάσεων πριν από την ανακοίνωση πώλησης, συν 15% υπερτίμημα.

Βέβαια, στην εν λόγω συμφωνία προβλεπόταν ότι, αν αυτή ενεργοποιούνταν έως το τέλος του προηγούμενου Νοεμβρίου, τότε το υπερτίμημα, και πάλι υπολογιζόμενο με τον ίδιο τρόπο, θα ήταν 20%.

Το ερώτημα που ευλόγως τίθεται στην περίπτωση αυτή είναι γιατί η κυβέρνηση δεν προχώρησε στην πώληση του συγκεκριμένου ποσοστού πριν από λίγους μόλις μήνες, εξασφαλίζοντας υψηλότερο υπερτίμημα σε σχέση με αυτό που θα έχει αν προχωρήσει στην ενεργοποίηση της συμφωνίας οποιαδήποτε στιγμή ως το τέλος του έτους.

Η χαμηλή χρηματιστηριακή αξία της μετοχής του ΟΤΕ αποτελεί ίσως μια απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα. Ενδεικτικά, στις 24 Νοεμβρίου, δηλαδή λίγες μόνο μέρες πριν ολοκληρωθεί το διάστημα εντός του οποίου το προσφερόμενο υπερτίμημα ήταν 20%, η τιμή της μετοχής του ΟΤΕ βρισκόταν στα 6,66 ευρώ, ενώ την περασμένη Παρασκευή έκλεισε στα 7,79 ευρώ, έχοντας καταγράψει στο τελευταίο τρίμηνο άνοδο μεγαλύτερη του 21%. Επιπλέον, σε βάθος εξαμήνου η θετική μεταβολή ξεπερνά το 39%.

Πολιτικό το πρόβλημα

Το πρόβλημα που καλείται να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση πριν προχωρήσει στην πώληση του 10% του ΟΤΕ είναι κυρίως πολιτικό. Αν επιλέξει να το κάνει, θα πρέπει να ενεργοποιήσει τη συμφωνία που υπέγραψε η προηγούμενη κυβέρνηση και την οποία τότε, ως αντιπολίτευση, είχε κατακεραυνώσει.

Με ακραία ρητορική κορυφαίων στελεχών της η τότε αξιωματική αντιπολίτευση και νυν κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είχε ταχθεί εναντίον της συμφωνίας, κάνοντας λόγο ακόμη και για επαναγορά του Οργανισμού.

Βέβαια, στην πορεία τα σενάρια αυτά ξεχάστηκαν, ωστόσο γεγονός παραμένει ότι ακόμη και με την προσθήκη του υπερτιμήματος η τιμή που προκύπτει με τα σημερινά χρηματιστηριακά δεδομένα απέχει παρασάγγας από τα 27,5 ευρώ ανά μετοχή όπου είχε πουλήσει η προηγούμενη κυβέρνηση.

Οι Γερμανοί θέλουν να αγοράσουν

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η Deutsche Telekom επιθυμεί να ενισχύσει την παρουσία της στο μετοχικό κεφάλαιο του ΟΤΕ, καθώς αυτός είναι, εκτός των άλλων, και ένας τρόπος για να μειώσει σημαντικά τη μέση τιμή κτήσης των μετοχών, αφού έως σήμερα έχει καταβάλει 3,8 δισ. ευρώ και έχει στην κατοχή της μόνο το 30% της εταιρίας, την ώρα όπου με βάση το κλείσιμο της 18ης Μαρτίου η συνολική κεφαλαιοποίησή της ανερχόταν στα 3,81 δισ. ευρώ.

Η γερμανική εταιρία θεωρεί επίσης ότι με την αύξηση της συμμετοχής στον ΟΤΕ θα φέρει και ένα νέο μοντέλο διοίκησης, περισσότερο αποτελεσματικό σε σχέση με το υφιστάμενο, το οποίο έχει αποδειχτεί δυσκίνητο σε μία περίοδο όπου ο τηλεπικοινωνιακός οργανισμός χρειάζεται δυναμική και ευέλικτη διοίκηση.

Το Δημόσιο, που σήμερα έχει στην κατοχή του το 20% των μετοχών του Οργανισμού, διατηρεί το δικαίωμα να συμμετέχει ισομερώς στο διοικητικό συμβούλιό του, διορίζοντας τον πρόεδρο σε αυτό. Το συγκεκριμένο δικαίωμα το διατηρεί όσο κατέχει ποσοστό τουλάχιστον 15% του μετοχικού κεφαλαίου. Αν η συμμετοχή του μειωθεί κάτω από το 15%, ανατρέπεται ο συσχετισμός δυνάμεων στο Δ.Σ. καθώς η ελληνική πλευρά χάνει μία θέση.

Σε περίπτωση όπου η συμμετοχή του ελληνικού δημοσίου υποχωρήσει κάτω από το 10%, χάνει ορισμένα δικαιώματα άσκησης βέτο (πλην των ζητημάτων εθνικής ασφάλειας).

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v