Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

ΤτΕ: Τροποποιήσεις αποφάσεων για τράπεζες

Τη θέσπιση πλαφόν ως προς το ποσό των δανείων που θα χορηγείται ανά οικογένεια για την αγορά σπιτιού ή την κάλυψη άλλων αναγκών αποφάσισε η ΤτΕ, ενώ με άλλη απόφασή της προβλέπεται αύξηση των προβλέψεων για τα στεγαστικά δάνεια που καταστρατηγούν το όριο της χρηματοδότησης κατά 75% επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.

ΤτΕ: Τροποποιήσεις αποφάσεων για τράπεζες
του Γιώργου Μαντέλα

Η Τράπεζα της Ελλάδας πραγματοποίησε την ”απειλή” της και με απόφαση του διοικητή της θεσπίστηκε πλαφόν ως προς το ποσό των δανείων που θα χορηγείται ανά οικογένεια για την αγορά σπιτιού ή για την κάλυψη άλλων αναγκών.

Σύμφωνα με το περιεχόμενο της, το ποσό αυτό δεν θα πρέπει να ξεπερνά, ως μηνιαία δόση, το 30% με 40% του εισοδήματος κάθε νοικοκυριού, γεγονός το οποίο έχει ως αποτέλεσμα, αυτομάτως, να τίθεται όριο στις χορηγήσεις.

Παράλληλα, με άλλη απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδας προβλέπεται αύξηση των προβλέψεων για τα στεγαστικά δάνεια τα οποία καταστρατηγούν το όριο της χρηματοδότησης κατά 75% επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.

Στο εξής, οι προβλέψεις θα γίνονται στη βάση της αγοραίας αξίας αντί της αντικειμενικής, προκειμένου η εγγύηση του δανείου να εξασφαλίζεται όσο το δυνατόν περισσότερο.

Επίσης, με τις ίδιες οδηγίες θεσμοθετούνται τα επιτόκια ”δύο ταχυτήτων”, αφού προβλέπεται ότι για τα ποσά τα οποία υπερβαίνουν στη χρηματοδότηση το 75% της αξίας του ακινήτου, το επιτόκιο θα είναι υψηλότερο, σε σχέση με το υπόλοιπο ποσό.

Κι όλες οι παραπάνω αλλαγές γίνονται με την επισήμανση ότι δεν αποκλείεται άνοδος των επιτοκίων στη στεγαστική πίστη κατά το προσεχές διάστημα.

Όπως προκύπτει από όλα τα παραπάνω, το άγχος και η αγωνία της κεντρικής τράπεζας για το μέλλον της στεγαστικής πίστης και της αγοράς ακινήτων, είναι κάτι παραπάνω από εμφανή.

Αναλυτικότερα, η Τράπεζα της Ελλάδος ανακοίνωσε την τροποποίηση της ΠΔ/ΤΕ 2524/23.7.2003, που αφορά το συντελεστή φερεγγυότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν την έδρα τους στην Ελλάδα, καθώς και την τροποποίηση της ΠΔ/ΤΕ 2442/29.1.1999, όπως ισχύει, σχετικά με την επάρκεια των προβλέψεων των πιστωτικών ιδρυμάτων έναντι απαιτήσεών τους από πιστοδοτήσεις.

Μμε τις ΠΔ/ΤΕ 2564/11.10.2005 και 2565/11.10.2005 η Τράπεζα της Ελλάδος προχώρησε σε ρυθμίσεις που αφορούν τις παραμέτρους που προσδιορίζουν το Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας (ΠΔ/ΤΕ 2524/23.7.2003) και τις προβλέψεις έναντι επισφαλών δανείων (ΠΔ/ΤΕ 2442/29.1.1999).

Πιο συγκεκριμένα:

1. Με την ΠΔ/ΤΕ 2564/ 11.10.2005 καθορίζεται ότι:

* Η μειωμένη στάθμιση 50% (που αντιστοιχεί σε Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας (ΔΚΕ) 4%) για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων έναντι του πιστωτικού κινδύνου εφαρμόζεται από 31.12.2005 μόνο στο υπόλοιπο της απαίτησης που είναι καλυμμένο μέχρι ποσοστού 75% από την αγοραία αξία του υπέγγυου αστικού ακινήτου, για δε το υπόλοιπο τμήμα εφαρμόζεται στάθμιση 100% (ΔΚΕ 8%).

* Για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων και των αντίστοιχων συντελεστών στάθμισης η αποτίμηση και η περίοδος επανεκτίμησης της αξίας των υπέγγυων ακινήτων θα γίνεται με βάση τις τρέχουσες τιμές αγοράς αντί των αντικειμενικών αξιών που ίσχυε μέχρι σήμερα.

Για τις ρυθμίσεις αυτές λήφθηκε υπόψη ότι στις χορηγήσεις στεγαστικών δανείων, οι οποίες αποτελούν ασφαλείς, σχετικά, τοποθετήσεις, η παρατηρούμενη αύξηση της σχέσης μεταξύ του ύψους του δανείου και της αξίας του υπέγγυου ακινήτου και η διατήρησή της σε υψηλά επίπεδα, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη υψηλή πιστωτική επέκταση στον τομέα αυτό, μπορεί να επηρεάσει σημαντικά και το ύψος της πιθανής ζημιάς.

2. Με την ΠΔ/ΤΕ 2565/11.10.2005 καθορίζεται ότι:

* Οι μειωμένοι συντελεστές προβλέψεων που ήδη απολαμβάνουν τα εξασφαλισμένα με ακίνητα δάνεια, θα εφαρμόζονται από 31.12.2005 στο τμήμα του δανείου που αντιστοιχεί στο 75% της αγοραίας αξίας του υπέγγυου ακινήτου (αντί της ισχύουσας μέχρι σήμερα αντικειμενικής αξίας).

* Παύει να ισχύει ο μειωμένος συντελεστής προβλέψεων για τα στεγαστικά δάνεια που περιέρχονται σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 12 μηνών.

* Κατά την εκτίμηση της κεφαλαιακής επάρκειας των πιστωτικών ιδρυμάτων που διενεργείται από την Τράπεζα της Ελλάδος, θα συνυπολογίζεται στις εποπτικές προβλέψεις ποσοστό των διαγραφών επισφαλών δανείων που έχουν ή θα διενεργηθούν εντός των χρήσεων των ετών 2005 και 2006.

* Μετά τη λήξη της ανωτέρου περιόδου (δηλαδή από 1.1.2007 και εφεξής), τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να καλύπτουν με ειδικό αποθεματικό τα δάνεια των οποίων η καθυστέρηση υπερβαίνει τα τρία έτη, εφόσον δεν καλύπτονται από ειδικές προβλέψεις.

Για τις ρυθμίσεις της Πράξης αυτής λήφθηκε υπόψη ότι:

* Το ύψος των προβλέψεων και της κερδοφορίας των ελληνικών τραπεζών στην παρούσα περίοδο επιτρέπει την ταχύτερη απόσβεση ορισμένων μορφών καθυστερούμενων δανείων ώστε να βελτιωθεί περαιτέρω η διαφάνεια των ισολογισμών τους αλλά και η διεθνής συγκρισιμότητα του ύψους των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

* Παρά το ότι στα εξασφαλισμένα με αστικά ακίνητα δάνεια το ποσοστό της πιθανής ζημιάς παραμένει χαμηλότερο από τις λοιπές τοποθετήσεις των τραπεζών, το ποσοστό αυτό αυξάνει σε περίπτωση καθυστερήσεων μεγάλης διάρκειας.

3. Οι διατάξεις των παραπάνω Πράξεων εφαρμόζονται για πρώτη φορά με την υποβολή των στοιχείων της 31.12.2005.

4. Τέλος, επισημαίνεται ότι οι μηχανισμοί εσωτερικού ελέγχου και διαχείρισης των κινδύνων τους οποίους, με βάση τις θεσμοθετημένες αρχές από την Τράπεζα της Ελλάδος, εφαρμόζουν οι ίδιες οι τράπεζες υπό συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού, οφείλουν να ενσωματώσουν τις απαραίτητες προσαρμογές των κριτηρίων έγκρισης ή απόρριψης δανείων κατά τη διαδικασία προαξιολόγησης.

Τα κριτήρια αυτά πρέπει να αναγνωρίζουν τη δυναμική του οικονομικού περιβάλλοντος και τις επιπτώσεις του έντονου ανταγωνισμού στην πολιτική ανάληψης κινδύνων και την ταχεία πιστωτική επέκταση. Κατά συνέπεια πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τουλάχιστον οι κάτωθι παράγοντες κινδύνου:

* Η σχέση των οφειλόμενων μηνιαίων τοκοχρεωλυτικών δόσεων έναντι του ύψους του διαθέσιμου εισοδήματος στο στάδιο της προαξιολόγησης (με βάση τη διεθνή εμπειρία 30% έως 40%, κλιμακούμενο κατάλληλα κατά το απόλυτο ύψος του διαθέσιμου εισοδήματος).

* Η επίπτωση της ενδεχόμενης αύξησης των επιτοκίων επί του κόστους εξυπηρέτησής τους σε συνδυασμό με τη διάρκεια των δανείων.

Οι αρμόδιες υπηρεσίες της Τράπεζας της Ελλάδος παρακολουθούν την αποτελεσματική ενσωμάτωση των εν λόγω παραγόντων στο σύστημα διαχείρισης κινδύνων κάθε τράπεζας και λαμβάνουν τα τυχόν αναγκαία πρόσθετα μέτρα, ιδίως με τον καθορισμό υψηλότερου Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v