Την ανάγκη για συνεκτικές πολιτικές που θα στηρίξουν την ουσιαστική σύγκλιση με την Ευρώπη και την σημασία των στοχευμένων πολιτικών για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, με μεταρρυθμίσεις στη δικαιοσύνη, την εκπαίδευση, την προσέλκυση επενδύσεων, τη διευκόλυνση του εμπορίου και την προώθηση της εξωστρέφειας αναδεικνύει η Ετήσια Έκθεση του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας της Ελλάδας για το 2024,
Την έκθεση παρουσίασε σε ειδική εκδήλωση την Τετάρτη, 11 Δεκεμβρίου, στο Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) ο Θεόδωρος Τσέκερης, ερευνητής Α' του ΚΕΠΕ και επικεφαλής της Συντονιστικής Επιτροπής του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας.
Ακολούθησε συζήτηση με θέμα τον ρόλο των θεσμών και των μεταρρυθμίσεων στην οικονομική ανάπτυξη.
Στην συζήτηση συμμετείχαν ο Νίκος Χριστοδουλάκης, ομότιμος καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και πρώην υπουργός, ο Αντώνιος Καραμπατζός, καθηγητής της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και ο Γιώργος Οικονομίδης, καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Συντονιστής ήταν ο Παναγιώτης Λιαργκόβας, πρόεδρος και επιστημονικός διευθυντής του ΚΕΠΕ και του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας.
Η παραγωγικότητα σημαίνων ρόλο
Σύμφωνα με ανακοίνωση του ΚΕΠΕ, ο κ. Τσέκερης, τόνισε τη σημασία της παραγωγικότητας για την οικονομική ανάπτυξη, ιδιαίτερα σε ένα περιβάλλον πολλαπλών κρίσεων μετά την πανδημία COVID- 19. Υπογράμμισε ότι, παρά τη μικρή αύξηση της παραγωγικότητας εργασίας στην Ελλάδα, το χάσμα με την Ευρωζώνη παραμένει σημαντικό. Επισήμανε ότι η πολυπαραγοντική παραγωγικότητα (TFP) κατέγραψε αύξηση 2% από το 2022-2024, ενώ η παραγωγικότητα εργασίας βελτιώθηκε κατά 1% το 2023, ξεπερνώντας τις αντίστοιχες επιδόσεις της ΕΕ27 και της Ευρωζώνης.
Αναφέρθηκε επίσης στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις, όπως το υψηλό ενεργειακό κόστος και η ανάγκη ενίσχυσης επενδύσεων σε τεχνολογική αναβάθμιση και καινοτομία. Τόνισε τη σημασία των στοχευμένων πολιτικών για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, περιλαμβάνοντας μεταρρυθμίσεις στη δικαιοσύνη, την εκπαίδευση, την προσέλκυση επενδύσεων, τη διευκόλυνση του εμπορίου και την προώθηση της εξωστρέφειας. Καταλήγοντας, υπογράμμισε την ανάγκη για συνεκτικές πολιτικές που θα στηρίξουν την ουσιαστική σύγκλιση με την Ευρώπη, ενισχύοντας τις ΜμΕ και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Σύγκλιση κυρίως με τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης
Ο Νίκος Χριστοδουλάκης, στην ανάλυσή του, αναφέρθηκε στις πολιτικές σύγκλισης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επισημαίνοντας τις δυναμικές απόκλισης που παρατηρούνται μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης, με ιδιαίτερη έμφαση στην περίπτωση της Ελλάδας. Υπογράμμισε ότι η χώρα μας τείνει να συγκλίνει κυρίως με τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Αναφέρθηκε επίσης στη σημαντική πτώση της πολυπαραγοντικής παραγωγικότητας, σημειώνοντας ότι αυτή δεν φαίνεται να επηρεάζεται από τη μεταβολή της παραγωγικότητας εργασίας, υποδεικνύοντας την καθοριστική επίδραση άλλων θεσμικών παραγόντων στην οικονομική ανάπτυξη.
Επιπλέον, επισήμανε την ανεπάρκεια των θεσμών στην Ελλάδα, εστιάζοντας στις αποκλίσεις στη λογοδοσία, την αποτελεσματικότητα των κυβερνήσεων, την καταπολέμηση της διαφθοράς, το κράτος δικαίου και την ποιότητα του ρυθμιστικού περιβάλλοντος, καταλήγοντας ότι η θεσμική κατάρρευση, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της κρίσης αποτελεί, βασικό εμπόδιο για τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας.
Χαμηλή παραγωγικότητα της εργασίας
Στην παρουσίασή του, ο κ. Γιώργος Οικονομίδης ανέλυσε την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, υπογραμμίζοντας τη χαμηλή παραγωγικότητα της εργασίας, παρά την οικονομική μεγέθυνση, και την περιορισμένη σύγκλιση με την Ευρώπη. Επισήμανε ότι η αύξηση του ποσοστού απασχόλησης και της πολυπαραγοντικής παραγωγικότητας δεν είχαν την αναμενόμενη θετική επίδραση στην ανάπτυξη.
Τόνισε τη σημασία του ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου, που προβλέπεται να αποτελέσει τον κύριο μοχλό ανάπτυξης, ενώ υπογράμμισε τις θετικές επιδόσεις που οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης. Παράλληλα, εξέφρασε ανησυχίες για τη χαμηλή αποταμίευση, τα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και την εξάρτηση από την εξωτερική χρηματοδότηση, που καθιστούν τη χώρα ευάλωτη.
Αναφέρθηκε επίσης στη σημασία του μείγματος και όχι μόνο του μεγέθους του δημόσιου χρέους, καθώς και στις προκλήσεις επίτευξης πρωτογενών πλεονασμάτων. Τέλος, τόνισε την ανάγκη για μακροοικονομική σταθερότητα, αποτελεσματική ρύθμιση των αγορών, ποιοτική εκπαίδευση και βελτίωση των θεσμών, ενώ ανέδειξε εμπόδια όπως η αναποτελεσματικότητα της δημόσιας δαπάνης, η φοροδιαφυγή και οι αρνητικές δημογραφικές τάσεις.
Η βραδυκίνητη δικαιοσύνη
Από την πλευρά του, ο Αντώνιος Καραμπατζός ανέλυσε τον ρόλο των θεσμών στη δίκαιη και βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, επισημαίνοντας ότι η θεσμική ανεπάρκεια υπονομεύει την προσέλκυση επενδύσεων. Υπογράμμισε τις παθογένειες του κράτους δικαίου, με τη δικαιοσύνη να αποτελεί τον «μεγάλο ασθενή» της χώρας, και τόνισε ότι η απονομή δικαιοσύνης δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς ισχυρούς θεσμούς. Στάθηκε στη διαφορά μεταξύ της υποκειμενικής αντίληψης περί διαφθοράς και των πραγματικών δεικτών διαφθοράς, τονίζοντας τη σημασία ποιοτικών στοιχείων για την ακριβή αποτύπωση της θεσμικής λειτουργίας.
Εξήγησε ότι οι καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης οφείλονται στην αναποτελεσματική κατανομή των δικαστών στην Επικράτεια και όχι στην υποστελέχωση, ενώ ανέφερε την ασθενή αναλογία δικαστικών υπαλλήλων-δικαστών στην Ελλάδα σε σύγκριση με την ΕΕ.
Τέλος, σημείωσε τις στρεβλώσεις από το υπερτροφικό σύστημα πολιτικής δικονομίας και τις χαμηλές διεθνείς κατατάξεις της Ελλάδας, που αυξάνουν το επενδυτικό ρίσκο.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ