Στην Ολομέλεια της Βουλής, ξεκινά σήμερα το μεσημέρι η συζήτηση για το νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας που αφορά την «Ενσωμάτωση ευρωπαϊκής οδηγίας για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ε.Ε. και αναπροσαρμογή μισθών στον δημόσιο τομέα».
Εχθές, το νομοσχέδιο εγκρίθηκε από τη ΝΔ στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων, με την υπουργό Εργασίας, Νίκη Κεραμέως, να καλεί την αντιπολίτευση να ξεκαθαρίσει, αν θέλει να δημιουργηθεί ένα δίκτυ ασφαλείας για τους εργαζόμενους με κατώτατο μισθό τα 950 ευρώ ή να καταργηθεί αυτή η διασφάλιση και να μείνει ανοιχτό το ενδεχόμενο μείωσης του μετά από συμφωνία μεταξύ των κοινωνικών εταίρων. Η κ. Κεραμέως, μίλησε για «έναν εξαντλητικό, υποδειγματικό, πλήρη εκτενή και απολύτως ειλικρινή διάλογο που προηγήθηκε με τους κοινωνικούς εταίρους», και κάλεσε την αντιπολίτευση να μην λαϊκίζει, ισχυριζόμενη ότι η Ελλάδα βρίσκεται στον πάτο της ΕΕ σε σχέση με τον κατώτατο μισθό.
Τι προβλέπει
Αναλυτικά, με την προσθήκη και της ανεργίας στις πιθανές αιτίες σύμφωνα με τις οποίες θα μπορεί να μην αναπροσαρμόζεται ο κατώτατος μισθός, το νομοσχέδιο για τον καθορισμό του νέου (από το 2028 και μετά), ενιαίου (για ιδιωτικό και δημόσιο τομέα) κατώτατου μισθού, συζητείται σήμερα το μεσημέρι, στην Ολομέλεια της Βουλής.
Σύμφωνα με αυτό, η βάση για τον υπολογισμό του κατώτατου μισθού, από το 2028 και μετά, θα είναι ο μαθηματικός τύπος που προτάθηκε από Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων και θα στηρίζεται στους ειδικούς δείκτες που καλείται έως τότε, να δημιουργήσει η ΕΛΣΤΑΤ. Ο πρώτος δείκτης αφορά το ετήσιο ποσοστό μεταβολής του δείκτη τιμών καταναλωτή μεταξύ της 1ης Ιουλίου του προηγούμενου έτους και της 30ης Ιουνίου του εκάστοτε τρέχοντος έτους, αλλά μόνο για το χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κατανομής των νοικοκυριών. Ο δεύτερος αφορά το μισό του ετήσιου ποσοστού μεταβολής της αγοραστικής δύναμης του γενικού δείκτη μισθών κατά την ίδια χρονική περίοδο.
Βασική δικλείδα ασφαλείας για την προστασία των εισοδημάτων, είναι η διάταξη που ορίζει ρητά (και αυτό είναι μια δεύτερη παρέμβαση της υπουργού Εργασίας Νίκης Κεραμέως από το αρχικό σχέδιο νόμου που δόθηκε σε δημόσια διαβούλευση) ότι δεν υπάρχει ενδεχόμενο μείωσης.
Σύμφωνα με την κ. Κεραμέως, ο προτεινόμενος τύπος διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού, στοχεύει ώστε να συμβάλλει στην αύξηση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών με χαμηλό εισόδημα και συνδυαστικά, θα μπορεί να συνδράμει στην αύξηση της παραγωγικότητας και των πραγματικών μισθών στην οικονομία. Με τον τρόπο αυτό, το υπουργείο Εργασίας, εκτιμά ότι επιτυγχάνεται η προβλεψιμότητα ως προς τη μελλοντική πορεία του κατώτατου μισθού, η οποία με τη σειρά της συμβάλλει στη μείωση της αβεβαιότητας εργαζομένων και εργοδοτών, διευκολύνοντας τον προγραμματισμό των εργαζομένων και τη λειτουργία των επιχειρήσεων και τις επενδύσεις.
Το νομοσχέδιο ορίζει 7 αιτίες, για τις οποίες δεν θα μπορεί να γίνει αναπροσαρμογή των αποδοχών.
Αυτές είναι:
α) Η οικονομία να βρίσκεται σε σημαντική ύφεση.
β) Να υπάρχει σημαντική απόκλιση του εθνικού πληθωρισμού (Δείκτη Τιμών Καταναλωτή) από τον στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
γ) Να υπάρχει σημαντική ανισορροπία στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών.
δ) Να υπάρχει σημαντική αύξηση του ποσοστού της ανεργίας.
ε) Η βάση του συντελεστή, που θα προκύπτει από τον σχετικό μαθηματικό τύπο, να μην δικαιολογείται από τα επίπεδα και τις μακροπρόθεσμες εξελίξεις στην παραγωγικότητα και τη δυναμική της ή την απόκλιση του κατώτατου μισθού από το 60% του ακαθάριστου διάμεσου μισθού.
στ) Να υπερβαίνει τις δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας.
ζ) Να μην δικαιολογείται από έκτακτες περιστάσεις.
Όσο για την σύνδεση των αποδοχών ανάμεσα στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα, αυτή θα ισχύσει από το 2025. Από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (ΓΛΚ) εκτιμάται ότι η δαπάνη για να επέλθει η σχετική ισορροπία στους βασικούς μισθούς του δημοσίου, θα ανέλθει στα 143 εκατ. ευρώ.
Βέβαια, στο πεδίο των συλλογικών συμβάσεων και διαπραγματεύσεων, ορίζεται απλώς, η δημιουργία ενός «σχεδίου δράσης» που θα προκύψει μετά από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους. Ως χρονοδιάγραμμα, αναφέρεται η «σταδιακή αύξηση του ποσοστού κάλυψης από συλλογικές διαπραγματεύσεις, με πλήρη σεβασμό της αυτονομίας των κοινωνικών εταίρων». Η διάρκεια προσδιορισμού του σχεδίου δράσης θα μπορεί να είναι από ένα έως και πέντε έτη. Όμως, το υπουργείο Εργασίας αναλαμβάνει την υποχρέωση έως τον Οκτώβριο του 2025 να παραδώσει στην ΕΕ, την πρώτη έκθεση με τα πεπραγμένα από την πορεία βελτίωσης της διαδικασίας.
Να σημειωθεί ότι ο στόχος που έχει τεθεί από την ΕΕ είναι οι συλλογικές συμβάσεις να καλύψουν το 80% των εργαζομένων της χώρας. Σήμερα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΓΣΕΕ οι ΣΣΕ καλύπτουν μόλις το 31,6% του συνόλου.
Αντιδράσεις
Το νομοσχέδιο έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις τόσο από την πλευρά της αντιπολίτευσης όσο και των συνδικάτων που επισημαίνουν ότι η «εργασιακή ειρήνη» που επιδιώκει η κυβέρνηση είναι ανέφικτη. Καλούν μάλιστα, σε συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας έξω από τη Βουλή, για σήμερα το απόγευμα.
Τα συνδικάτα, ασκούν δριμεία κριτική στην κυβέρνηση, υποστηρίζοντας ότι το επίμαχο νομοσχέδιο οδηγεί στην διαιώνιση του μνημονιακού εργασιακού πλαισίου, καθώς:
- Μέσω μαθηματικού τύπου και επιτροπών όπου συμμετέχουν κατά κύριο λόγο κυβερνητικά ελεγχόμενοι παράγοντες θα καθορίζεται ο κατώτατος μισθός από το 2028.
- Κρίσιμος δείκτης θα είναι η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και όχι οι πραγματικές ανάγκες των εργαζομένων.
- Οι εκπρόσωποι του κόσμου της εργασίας, θα είναι απομονωμένοι και η ελάχιστη συμμετοχή τους, προσχηματική.
- Προβλέπεται σειρά εξαιρέσεων θα οδηγεί στο "πάγωμα" των κατώτατων αποδοχών
- Η πρόβλεψη περί μη μείωσης του κατώτατου μισθού ίσχυε και προ οικονομικής κρίσης. Ανετράπη με νομοθετική ρύθμιση κατά την εφαρμογή των μνημονιακών μέτρων, όπως μπορεί να συμβεί και στο μέλλον.
- Οι συλλογικές συβάσεις, έχουν σχεδόν εξαλειφθεί εξαιτίας μέτρων που έχουν ληφθεί τα προηγούμενα χρόνια (υποχρεωτικότητα, μετενέργεια, δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στον ΟΜΕΔ, δυνατότητα πραγματοποίησης απεργιών και περιφρούρησης τους κ.ά.), και της επιμονής μεγάλου μέρους των εργοδοτών να μην συμμετέχουν στη διαδικασία διαπραγμάτευσης.