Δύο ζώνες φθηνού ρεύματος από το νέο έτος θα έχουν τελικά οι καταναλωτές, τα μεσημέρια και αργά τις μεταμεσονύχτιες ώρες.
Στην απόφαση αυτή φαίνεται ότι καταλήγει το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας έπειτα από αρκετά σενάρια για τη νέα μορφή που θα έχει το σημερινό νυχτερινό τιμολόγιο, το οποίο θα γίνει πιθανότατα «μεικτό» με δύο ζώνες χρεώσεων.
Η πρώτη κάπου μεταξύ 11 το πρωί και 3 το μεσημέρι και η δεύτερη μετά τη 1 τα ξημερώματα, καθώς τότε οι τιμές, λόγω της χαμηλής ζήτησης, πέφτουν κατακόρυφα. Τα Σαββατοκύριακα οι χαμηλές αυτές χρεώσεις θα ισχύουν για διπλάσιες ώρες.
Το πόσες ακριβώς ώρες και ποιες θα αφορούν η μεσημεριανή και η μεταμεσονύκτια ζώνη μένει να οριστικοποιηθεί, ωστόσο το σκεπτικό είναι ότι από τη στιγμή που όλο και περισσότερες οικιακές συσκευές, από πλυντήρια και κλιματιστικά μέχρι ηλεκτρικές σκούπες, δουλεύουν με προγραμματισμό και εξ αποστάσεως, το μέτρο μπορεί να συμβάλει στη μείωση της συνολικής δαπάνης των νοικοκυριών για ρεύμα.
Ενδεικτικό είναι ότι η τιμή του ρεύματος στο ελληνικό χρηματιστήριο ενέργειας θα είναι σήμερα στις 12 το μεσημέρι 32% χαμηλότερη από τον μέσο όρο ημέρας (150 ευρώ/ MWh) και μετά τη μία τα ξημερώματα, 27% χαμηλότερη.
Στα αρχικά σενάρια προβλεπόταν ότι το νυχτερινό τιμολόγιο (έχει μόνο η ΔΕΗ) θα γίνει μεσημεριανό, τελικά, ωστόσο, φαίνεται να επικρατεί η άποψη να παραμείνει και μια μεταμεσονύκτια ζώνη για όσους δεν έχουν την ευχέρεια να προγραμματίζουν τις συσκευές απομακρυσμένα.
Στο νέο «μεικτό» τιμολόγιο που εξετάζει το ΥΠΕΝ, αναφέρθηκε χθες ο υπουργός Θ. Σκυλακάκης, λέγοντας ότι η αντικατάσταση του νυχτερινού τιμολογίου με το μεσημβρινό θα γίνει είτε την 1η Ιανουαρίου 2025 είτε την 1η Φεβρουαρίου 2025, χωρίς να μπει σε περαιτέρω λεπτομέρειες.
Ειδικά για τη μεσημεριανή ζώνη, το σχέδιο στηρίζεται στα στοιχεία για την αναλογία των μη απασχολούμενων στον συνολικό πληθυσμό, που δείχνουν ότι γύρω στα 5-6 εκατομμύρια πολίτες βρίσκονται τις ώρες εκείνες στο σπίτι.
Επί ενός συνόλου 10,4 εκατομμυρίων πληθυσμού, οι απασχολούμενοι δεν ξεπερνούν τα 4,3 εκατ., με τη διαφορά να αφορά παιδιά (0-15 ετών), συνταξιούχους και τη σταθερά μεγάλη ομάδα των «ατόμων εκτός εργατικού δυναμικού», άνω των 3 εκατομμυρίων (ΕΛΣΤΑΤ, Σεπτέμβριος 2024).
Εν προκειμένω, το πεδίο εφαρμογής του «μεικτού» αυτού τιμολογίου φαίνεται να αφορά έναν τεράστιο αριθμό ανθρώπων, από συνταξιούχους μέχρι όσους δουλεύουν με τηλεργασία, γι' αυτό και αναλόγως της αποδοχής του, μπορεί το μέτρο να συνοδευτεί και από επιδοτήσεις για έξυπνες συσκευές, πέραν όσων προβλέπονται στο νέο «Εξοικονομώ».
Επιδοτήσεις σε μικρές επιχειρήσεις
Ταυτόχρονα με τα παραπάνω και ενόψει των επιδοτήσεων που σχεδιάζει να ανακοινώσει το υπουργείο στις αρχές Δεκέμβρη φαίνεται ότι έχει βρεθεί η λύση για την ενίσχυση των λογαριασμών των πολλών εκατοντάδων χιλιάδων επαγγελματιών και μικρών επιχειρήσεων, ειδικά των ενεργοβόρων, όπως οι φούρνοι που αντιμετωπίζουν σοβαρότατο πρόβλημα με τις τιμές.
Έως τώρα, οι κατηγορίες αυτές είχαν εξαιρεθεί των επιδοτήσεων που δόθηκαν τους προηγούμενους μήνες καθώς το δίκαιο της ΕΕ απαγορεύει για λόγους ανταγωνισμού να επιδοτούνται επιχειρήσεις.
Ένα μόνο εργαλείο υπάρχει ως «παράθυρο» στον κανόνα, ο ευρωπαϊκός κανονισμός De minimis που αφορά κρατικές ενισχύσεις για μικρά ποσά και προβλέπει ότι η μέγιστη κρατική επιχορήγηση που μπορεί να λάβει μία επιχείρηση, έτσι ώστε να αποφεύγονται στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό, δεν μπορεί να ξεπερνά τις 200.000 ευρώ μέσα σε διάστημα τριών ετών.
Την εξαίρεση αυτή εξετάζει να αξιοποιήσει η κυβέρνηση για να επιδοτήσει μικρές επιχειρήσεις και επαγγελματίες με παροχή έως 35 KVA. Στην πράξη, το υπουργείο εξετάζει να εγγυηθεί μια τιμή, παίρνοντας ως βάση το επαγγελματικό τιμολόγιο της ΔEΗ Γ21, η οποία θα αφορά όλους τους παρόχους.
Στο ερώτημα πόσες επιχειρήσεις μπορεί να επωφεληθούν, η απάντηση είναι πολλές εκατοντάδες χιλιάδες, καθώς παροχή έως 35 KVA έχει περίπου το 80% του συνόλου των ελληνικών επιχειρήσεων, που αριθμούν κοντά στις 900.000.
Εάν φυσικά επιλεγεί αυτή η λύση, σημαίνει ότι θα πρέπει και η πολιτεία να έχει τους μηχανισμούς ώστε να ελέγξει πως όλες αυτές οι χιλιάδες επιχειρήσεις που θα εκδηλώσουν ενδιαφέρον, πέραν του γεγονότος ότι δεν επιδίδονται σε ρευματοκλοπές, δεν έχουν λάβει την τελευταία τριετία οποιασδήποτε μορφής κρατικές ενισχύσεις που αθροιστικά δεν ξεπερνούν τις 200.000 ευρώ.