Το ανησυχητικό μοτίβο των υψηλών πτήσεων στα χρηματιστήρια της Νοτιοανατολικής Ευρώπης συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό, ενώ η κυβέρνηση αναζητά τρόπο για να φρενάρει τις διαφαινόμενες μεγάλες αυξήσεις στα τιμολόγια του Δεκέμβρη.
Τον «κόκκινο συναγερμό» ενισχύουν οι πρακτικές στα χρηματιστήρια της Κ. Ευρώπης που μειώνουν τις ροές ενέργειας προς τις αγορές της Αν. Ευρώπης, μεγαλώνουν τις στρεβλώσεις και πυροδοτούν εκ νέου αποσύζευξη με τις κεντροευρωπαϊκες αγορές, ενισχύοντας την ελληνική επιχειρηματολογία για επιβολή πλαφόν.
Επιγραμματικά, δέκα μέρες πριν εκπνεύσει ο μήνας, ο μέσος όρος τιμών τον Νοέμβρη στο ελληνικό χρηματιστήριο «τρέχει» με την πρωτοφανή αύξηση 58%.
Καταγράφει μέση χονδρεμπορική τιμή στα 190 ευρώ/MWh και μια μέγιστη τιμή -στις 17:00 σήμερα το απόγευμα- να εκτινάσσεται στα 733,65 ευρώ, επίπεδα που θέτουν εν αμφιβόλω τη διατήρηση των τιμών λιανικής στο ανεκτό όριο των 15 λεπτών η κιλοβατώρα.
Τις τελευταίες εβδομάδες, με το που έπεσαν οι θερμοκρασίες, ο αλγόριθμος του μοντέλου Flow Based Market Coupling (FBMC) που εφαρμόζεται μέχρι και τα σύνορα με τη Ρουμανία και χρησιμοποιούν οι Διαχειριστές της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης για τη κατανομή της ενέργειας μέσω των διασυνοριακών διασυνδέσεων, περιορίζει ξανά τη μεταφορική τους ικανότητα προς την Αν. Ευρώπη.
«Ως αποτέλεσμα, οι τιμές στην περιοχή της ΝΑ Ευρώπης είναι στο υψηλότερο επίπεδο από τον Δεκέμβριο του 2022, οι αποκλίσεις μεταξύ Ουγγαρίας - Γερμανίας είναι από τις πιο υψηλές ιστορικά, όπως και αυτές ανάμεσα σε Ουγγαρία - Ιταλία, και οι εισαγωγές στη ΝΑ Ευρώπη είναι οι δεύτερες υψηλότερες από το 2015», αναφέρει σε χθεσινή του ανάρτηση ο εξειδικευμένος ενεργειακός αναλυτής του Balkan Energy, Marco Kosoric.
Τα σενάρια που βρίσκονται στο τραπέζι από πλευράς της κυβέρνησης αφορούν καταρχήν την ανάκτηση των υπερεσόδων των παραγωγών και των προμηθευτών στη χονδρεμπορική αγορά, μέσω της επιβολής πλαφόν, μέτρο που είχε εφαρμοστεί και στην περίοδο της ενεργειακής κρίσης, με την κυβέρνηση να έχει κατά νου δύο ακόμη μεγαλύτερους κινδύνους.
Αφενός, ότι η ανοδική τάση τιμών στα χρηματιστήρια μπορεί να συνεχιστεί και τον Γενάρη όπως και τον Φλεβάρη, αφετέρου, ότι κάποια από τα παραπάνω μέτρα μπορεί να μην «περάσουν» από την κρησάρα των κοινοτικών που επισκέπτονται την Παρασκευή την Αθήνα και μετά τη Σόφια και το Βουκουρέστι.
Στη πράξη, αυτό σημαίνει ότι ίσως χρειαστεί να επιστρατευτούν ξανά για τον μήνα Δεκέμβρη οι «γνωστές» γενναίες εκπτώσεις, αφού οι διαβουλεύσεις με την Κοινότητα ίσως πάρουν καιρό για να τελεσφορήσουν.
Επί της ουσίας, η συνάντηση της Παρασκευής του υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θ. Σκυλακάκη με το κοινοτικό κλιμάκιο περισσότερο έχει το νόημα να «βολιδοσκοπήσει» τις προθέσεις των Βρυξελλών απέναντι στην ελληνική πρόταση για πλαφόν, προκειμένου να λάβει τις τελικές της αποφάσεις.
«Έχουμε κάτι που παριστάνει την ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας»
Την αγωνία της κυβέρνησης για τον ακριβό χειμώνα που έρχεται, μαρτυρούν οι τρεις αναφορές του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για το θέμα των τιμών ενέργειας μέσα σε πέντε μόλις ημέρες. Την ανησυχία του εξέφρασε στην COP 29 στο Μπακού (13 Νοεμβρίου), κατά την προχθεσινή κυριακάτικη ανασκόπηση και χθες κατά τη συνέντευξη που παραχώρησε στο Bloomberg.
«Έχουμε μιλήσει πολύ για την ενέργεια. Ήμουν ο πρώτος που διατύπωσα την άποψή μου πολύ ηχηρά. Δεν έχουμε ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας τώρα.
Έχουμε κάτι που παριστάνει την ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας με 26 διαφορετικές στρατηγικές. Αν δείτε τις διαφορές στις τιμές, ειδικά όταν πρόκειται για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, είναι εντελώς απαράδεκτο σε μια λεγόμενη ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας, οι χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, που είναι οι λιγότερο ευημερούσες χώρες, να τιμωρούνται επειδή υπάρχει ένας παράξενος αλγόριθμος που δεν στέλνει αρκετή ενέργεια στην Ανατολική Ευρώπη ή από την Ανατολική Ευρώπη στην Κεντρική Ευρώπη, για να προστατεύσει τα πιο ευημερούντα μέρη της Ευρώπης. Αυτό απλά δεν είναι αποδεκτό», δήλωσε ο κ. Μητσοτάκης.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι «Δεν μιλάμε για στρέβλωση που διαρκεί μία ημέρα που θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε, αλλά ένα μοτίβο. Θα καταστήσουμε τις θέσεις μας απόλυτα ξεκάθαρες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Πιστεύω ότι και η επανεκλεγείσα Πρόεδρος της Επιτροπής συμφωνεί στη μείωση των τιμών της ενέργειας, αλλά για όλους, όχι μόνο για κάποιους. Η Ελλάδα είναι πρωταγωνίστρια σε ό,τι αφορά την ενεργειακή μετάβαση αλλά δεν έχουμε επωφεληθεί ακόμη όσον αφορά στις τιμές από τις επενδύσεις που έχουμε κάνει».
Ηχηρά καμπανάκια από την ενεργοβόρο βιομηχανία
Στο πλευρό των κυβερνήσεων Ελλάδας, Βουλγαρίας και Ρουμανίας έχουν ταχθεί στην παρούσα φάση και οι σύνδεσμοι των ενεργοβόρων βιομηχανιών των τριών βαλκανικών χωρών ΕΒΙΚΕΝ (Ελλάδα), BFIEC (Βουλγαρία) και ACER (Ρουμανία).
Στην τέταρτη κατά σειρά επιστολή τους προς την Κομισιόν από το καλοκαίρι, όταν εκδηλώθηκε η μίνι περιφερειακή ενεργειακή κρίση, η βιομηχανία κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για ολική απώλεια ανταγωνιστικότητας λόγω των ακραίων τιμών ενέργειας.
Επισημαίνει ότι στις ενεργοβόρες βιομηχανίες (μέταλλα, χημικά, λιπάσματα, τσιμεντοβιομηχανία, υαλουργία) το κόστος ενέργειας αντιστοιχεί στο 20-60% του συνολικού κόστους παραγωγής, καθιστώντας τις ελληνικές επιχειρήσεις μη ανταγωνιστικές, όχι μόνο εκτός ΕΕ αλλά και εντός του μπλοκ.
«Πιστεύουμε ακράδαντα ότι οι υψηλές τιμές οφείλονται στον κατακερματισμό της αγοράς ενέργειας της Ευρώπης (…) Δεν είναι φυσιολογικό να παρατηρούνται 2 και 3 φορές υψηλότερες τιμές ενέργειας σε κάποιες χώρες, σε μια ενιαία αγορά που θα έπρεπε να λειτουργεί κατά τρόπο που να προωθεί τη σύγκλιση των τιμών», τονίζουν ότι οι τρεις σύνδεσμοι.
Και προβλέπουν ότι η κατάσταση θα επιδεινωθεί λόγω των χαμηλών θερμοκρασιών που αναμένονται το επόμενο διάστημα, την αυξημένη ζήτηση από την Ουκρανία ιδίως μετά την 1η Δεκεμβρίου, οπότε θα αυξηθεί και η ικανότητα μεταφοράς ηλεκτρισμού από την περιοχή της Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης, μαζί με την πιθανή περαιτέρω αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου, τη μη διαθεσιμότητα συμβατικών μονάδων και την εποχική μείωση της παραγωγής των ΑΠΕ.